«Πολεμικό» κλίμα αναμένεται άμεσα στον τομέα του φαρμάκου, μετά την απόφαση για πρόσθετο rebate 3%, αναδρομικά από την αρχή του έτους.
Η συγκεκριμένη υποχρεωτική έκπτωση από τις φαρμακευτικές στο Κράτος, προστίθεται στο ήδη υπάρχον rebate 5% που θεσμοθετήθηκε τον περασμένο Μάιο, και αφορά τα φάρμακα με τη μεγαλύτερη ζήτηση, τα ακριβά φάρμακα για τις σοβαρές παθήσεις και τα μοναδικά φάρμακα που δεν μπορούν να αντικατασταθούν από κάποιο άλλο.
Φάρμακα για υπέρταση, διαβήτη, χοληστερίνη, προστάτη, οστεοπόρωση, έλκος, αναπνευστικές παθήσεις, επιληψία, άνοια, αντιψυχωσικά και αντικαταθλιπτικά, περιλαμβάνονται σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΟΠΥΥ στις 25 κατηγορίες με τη μεγαλύτερη φαρμακευτική δαπάνη (άνω των 20 εκατ. ευρώ το 2021) που καταγράφεται στην αγορά των ιδιωτικών φαρμακείων, καθώς πρόκειται για τις συνηθέστερες παθήσεις που αντιμετωπίζονται στην πρωτοβάθμια περίθαλψη και στο σπίτι.
Σε αυτά προστίθενται «μοναδικά» φάρμακα, που αποτελούν μόνα τους ξεχωριστή κατηγορία στην ευρύτερη ταξινόμηση των θεραπευτικών κατηγοριών που έχει ορίσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (σύστημα ATC), αλλά και τα φάρμακα για τις σοβαρές παθήσεις που καταγράφονται στη λίστα του ν. 3816 ως Φάρμακα Υψηλού Κόστους (ΦΥΚ) και τα οποία διατίθενται στα νοσοκομεία ή σε ασθενείς μετά τη νοσηλεία τους για κάποιο σοβαρό νόσημα, συνεχίζουν να χορηγούνται μέσω των φαρμακείων του ΕΟΠΥΥ.
Από την πρόσθετη υποχρεωτική έκπτωση του 3% θα εξαιρεθούν τα φάρμακα που έχουν καταλήξει σε συμφωνία με την Επιτροπή Διαπραγμάτευσης, καθώς το ποσοστό θα έχει συμπεριληφθεί στη συμφωνία, τα πολύ φθηνά φάρμακα με κόστος ημερήσιας θεραπείας μέχρι 0,20 ευρώ και μόνο για φέτος, θα εξαιρεθούν τα μοναδικά φάρμακα που δεν έχουν γενόσημο.
Περισσότερες ελλείψεις
Για πρώτη φορά, οι εκπρόσωποι της φαρμακοβιομηχανίας, αντιδρώντας στην απόφαση, έκαναν λόγο για υπονόμευση της προσβασιμότητας των ασθενών, όχι μόνο στις μελλοντικές θεραπείες, αλλά ακόμη και στις παρούσες, προαναγγέλλοντας έμμεσα μεγαλύτερες ελλείψεις φαρμάκων.
Στη σχετική ανακοίνωση ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ) καταγγέλλει ότι με την απόφαση αυτή «μεταμφιέζεται» το clawback σε rebate, καθώς «ο υπέρτατος στόχος είναι να μειωθεί το απόλυτο νούμερο του clawback σε σχέση με το επίπεδο του 2020, ώστε να επιτευχθεί ένας σχετικός στόχος του πλάνου ανασυγκρότησης (RRF). Το πώς θα γίνει και ποιόν αντίκτυπο θα έχει στην βιωσιμότητα των επιχειρήσεων, είναι αδιάφορο στην Πολιτεία».
Επισημαίνοντας ότι η απόφαση δεν έχει σχέση με βασικές αρχές πολιτικής υγείας, ο ΣΦΕΕ τόνισε πως Το κριτήριο των υψηλών πωλήσεων των συγκεκριμένων κατηγοριών φαρμάκων που διακινούνται εξωνοσοκομειακά, ο ΣΦΕΕ τόνισε πως τιμωρεί οικονομικά αυτούς που προφέρουν τη θεραπεία, εφόσον αυξάνεται η κατανάλωση, ανεξάρτητα από τους λόγους που δημιουργούν την αύξηση της κατανάλωσης. Χαρακτηρίζοντας το κριτήριο αυτό ως ευρηματικό, επεσήμανε ότι η σχετική απόφαση όμως, «δεν σχετίζεται με βασικές αρχές πολιτικής υγείας».
«Με απλά λόγια, οι εταιρείες που έχουν για παράδειγμα φάρμακα για την υπέρταση φταίνε που είναι πολλοί αυτοί που έχουν αρτηριακή υπέρταση σύμφωνα με τις διαγνώσεις των ιατρών δημόσιων δομών, οι εταιρείες που έχουν φάρμακα για το διαβήτη φταίνε που είναι πολλοί αυτοί που έχουν σακχαρώδη διαβήτη σύμφωνα με τις διαγνώσεις των ιατρών δημόσιων δομών, οι εταιρείες που έχουν φάρμακα για την δυσλιπιδαιμία, φταίνε που είναι πολλοί αυτοί που έχουν υπερλιπιδαιμία κ.ο.κ.», σημείωσε η διοίκηση του ΣΦΕΕ.
Αδιαφάνεια λόγω πολυπλοκότητας
Συνεχίζοντας οι εκπρόσωποι της φαρμακοβιομηχανίας έκαναν λόγο για αδυναμία σχεδιασμού της βιωσιμότητας μιας επιχείρησης σε ετήσια ή μακροχρόνια βάση, της πρόσληψης νέων εργαζομένων, της έρευνας και του καινοτόμου εκσυγχρονισμού της, «όταν αναδρομικά στο τέλος του έτους επιβάλλονται αναγκαστικά εισπρακτικά μέσα ή όταν δεν υπάρχουν δικλείδες σταθεροποίησης – έστω αυτής της νοσηρής κατάστασης».
Επισημαίνοντας ότι η πολυπλοκότητα οδηγεί στην αδιαφάνεια, ο ΣΦΕΕ σημειώνει πως είναι άγνωστο αν οι πρόσθετες υποχρεωτικές εκπτώσεις θα ισχύσουν αθροιστικά ή όχι, κάτι που θα έδειχνε και τις προθέσεις αντιμετώπισης του μεγέθους της υπέρβασης για το clawback του 2023.
Χρειάζονται λύσεις
«Στην ουσία πρόκειται για άλλη μια αύξηση στην υπερφορολόγηση των φαρμακευτικών εταιρειών, που ανέρχεται πάνω από το 70% των πωλήσεων τους, που όχι μόνο δεν έχει κανένα οικονομικό όφελος για τον ασθενή, αλλά θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στις επενδύσεις και τις θέσεις εργασίας των εταιρειών, ενώ θέτει σε κίνδυνο την προσβασιμότητα των ασθενών στις θεραπείες που έχουν ανάγκη, παρούσες, αλλά κυριότερα μελλοντικές», επισημαίνει ο ΣΦΕΕ και καταλήγει:
«Αν η Κυβέρνηση αντιλαμβάνεται το μέγεθος και τις αιτίες του προβλήματος θα πρέπει να σχεδιάσει λύσεις – εφόσον δεν είναι ικανοποιημένη από τις προτάσεις που διαχρονικά έχουμε καταθέσει – που αντιμετωπίζουν με όρους κανονικότητας και βιωσιμότητας:
- Την ανεπαρκή χρηματοδότηση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης.
- Τον πραγματικό έλεγχο του μεγέθους και του μίγματος της ζήτησης, ώστε οι στόχοι του πλάνου ανασυγκρότησης να επιτευχθούν επί της ουσίας και όχι με λογιστικές αλχημείες όπως αυτές που έχει υιοθετήσει το υπουργείο Υγείας.
Και φυσικά να τις μοιραστεί μαζί μας προοπτικά, σαν λύσεις που αφορούν στο μέλλον και όχι ως παρεμβάσεις εκ των υστέρων, οι οποίες λειτουργούν ως αντίμετρα.
Σε αυτήν την προσπάθεια, ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος θα είναι αρωγός και συμπαραστάτης».