H ενεργειακή κρίση των τελευταίων μηνών είτε αυτή σχετίζεται με την οργανωμένη από συγκεκριμένες χώρες, μείωση της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου από το φθινόπωρο του 2021 και μετά ή/και με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τη συνεπαγόμενη κρίση στις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ενωση (Ε.Ε.), είναι μια κρίση εξάρτησης από ορυκτούς πόρους, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για οικονομίες που βασίζονται για την ενεργειακή τους επάρκεια σε αγωγούς πετρελαίου ή/και φυσικού αερίου.
Η ίδια αυτή κρίση αποδεικνύει πόσο επιτακτική είναι η ανάγκη για μία νέα θεώρηση των συστημάτων ενεργειακού εφοδιασμού, που σήμερα έχουν αναπτυχθεί σε μεγάλες αποστάσεις καθιστώντας τα κράτη ευάλωτα σε γεωπολιτικές κρίσεις που συμβαίνουν ακόμα και χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά τους. Παράλληλα η ενεργειακή κρίση έφερε πάλι στο προσκήνιο το λιγνίτη, λύση που αντέχει μόνο ως προσωρινή αλλά και διεύρυνε χρονικά τη διατήρηση του πετρελαίου και του φυσικού αερίου στο ενεργειακό μείγμα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε αντίθεση με τους στόχους της Πράσινης Συμφωνίας.
Στην ανάγνωση μου, η «νέα» στρατηγική επιλογή δεν είναι άλλη από την ταχύτερη δυνατή μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ώστε ένα κρίσιμο τρίπτυχο στόχων να έχει απάντηση: καθαρή ενέργεια, φθηνή ενέργεια, χωρίς εξαρτήσεις από εξορύξεις, αγωγούς και γεωπολιτικές ισορροπίες.
Ουδείς ισχυρίζεται ότι αυτή η επιλογή μπορεί να επιτευχθεί κατά 100% σε σύντομο χρονικό διάστημα.Θα χρειαστεί συνέπεια και επιμονή στο στόχο και ένα μεταβατικό διάστημα, στο οποίο τα ορυκτά καύσιμα θα έχουν σίγουρα το ρόλο τους αν και διαρκώς μειούμενο. Μία μικρή πρόγευση αυτής της επιλογής – για όταν θα συντελεστεί στην πλήρη της ανάπτυξη – είναι η πρόσφατη ανακοίνωση του ΑΔΜΗΕ ότι για 1η φορά στην ιστορία του ελληνικού ηλεκτρικού συστήματος, την Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2022 από τις 11 το πρωί ως τις 4 το μεσημέρι η ζήτηση καλύφθηκε κατά 100% από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
- Καθηγητής ΕΚΠΑ και μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την Κλιματική Αλλαγή