Η διαμόρφωση ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου για την ελληνική οικονομία και οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για την προώθησή του είναι δύο κρίσιμα ζητήματα για την προοπτική της ελληνικής οικονομίας και ευρύτερα της χώρας σε μια εποχή πολλαπλών κρίσεων («polycrisis”).
Αν και η αναγκαιότητά του πολυαναφέρεται στον δημόσιο διάλογο εδώ και δύο δεκαετίες και η αναζήτησή του απασχολεί ερευνητές, μελετητικούς φορείς, διαμορφωτές της κοινής γνώμης και παραγωγικούς φορείς, δεν υπάρχει μια καθαρή εικόνα για το ποιο πρέπει να είναι το περιεχόμενό του, η στόχευσή του και πιο συγκεκριμένα με ποιες δημόσιες παρεμβάσεις, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και επιχειρηματικές πρακτικές, αλλά και με την κινητοποίηση ποιων δυνάμεων, μπορεί να υλοποιηθεί.
Το κεντρικό ζητούμενο για τη χώρα μας στη δεκαετία του 2020, μετά από δέκα χρόνια βαθιάς οικονομικής κρίσης, αλλά και εν μέσω της τρέχουσας «πολυκρίσης», είναι η βελτίωση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και ιδιαίτερα της θέσης του παραγωγικού/ επιχειρηματικού συστήματός της στον εξελισσόμενο τεχνολογικά, παραγωγικά και γεωπολιτικά διεθνή καταμερισμό εργασίας.
Στο πλαίσιο αυτό, ο πυρήνας ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου με επίκεντρο την καινοτομία και τη γνώση πρέπει να είναι η τεχνολογική και οργανωτική αναβάθμιση της παραγωγικής ικανότητας της χώρας και η ενδυνάμωση των ικανοτήτων και των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού της σε όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης, κατάρτισης και δια βίου μάθησης. Η κατεύθυνση αυτή μπορεί να σηματοδοτηθεί με τη στόχευση για ένα πρόταγμα: Μια Ελλάδα που μαθαίνει, ερευνά, καινοτομεί και επιχειρεί και διασφαλίζει το μέλλον των παιδιών της.
Πέρα από τη στόχευση, είναι απολύτως απαραίτητη η προώθηση μιας στρατηγικής μεταρρυθμίσεων και διαθρωτικών αλλαγών σε συνδυασμό με ένα πολύ συγκεκριμένο επενδυτικό πρόγραμμα. Οι μεταρρυθμίσεις, όπως έχει δείξει και η προγενέστερη εμπειρία, είναι μια δύσκολη υπόθεση. Δύσκολη η διαμόρφωσή τους, αλλά και ακόμη δυσκολότερη η υλοποίησή τους. Ο δρόμος της πραγματοποίησής τους απαιτεί λεπτομερή τεκμηρίωση, σαφείς στόχους, σε βάθος διερεύνηση των ωφελειών που επιφέρουν, αλλά και των επιπτώσεων και μέριμνα για όσους πλήττονται, διαβουλεύσεις για τη διαμόρφωση συναινέσεων, κατάλληλες δομές και διαδικασίες εφαρμογής, σταθερή διεύθυνση, δίκαιη συμπεριφορά και ισχυρή δέσμευση μιας ηγετικής ομάδας του συγκεκριμένου μεταρρυθμιστικού εγχειρήματος.
Η απλή ψήφιση ενός νομοθετικού πλαισίου για μια συγκεκριμένη μεταρρύθμιση χωρίς να συνδέεται με ένα καλά μελετημένο σχέδιο υλοποίησης που κινητοποιεί επιστημονικές, παραγωγικές και κοινωνικές δυνάμεις, δεν αρκεί. Δεν επαρκεί, επίσης, ο περιορισμός των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην άρση των εμποδίων για την απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών. Εν κατακλείδι, δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι η διεργασία των μεταρρυθμίσεων είναι εξαιρετικά πολιτικοποιημένη, εξαρτάται από την προηγηθείσα διαδρομή, είναι πολύπλοκη και εμπλέκει συγκρουόμενα συμφέροντα.
- Ομότιμος Καθηγητής Τεχνολογικής Οικονομικής & Βιομηχανικής Στρατηγικής του ΕΜΠ