Γούντι Αλεν
«Ποιητής της σκοτεινής πλευράς του Μανχάταν»
Μου αρέσουν όλες οι ταινίες του Μάρτι, αλλά «Τα καλά παιδιά» νομίζω ότι είναι από τις καλύτερες αμερικανικές ταινίες που έχουν γυριστεί ποτέ. Δεν σκέφτομαι τις ξεχωριστές μεμονωμένες σκηνές, απλώς αγαπώ το σύνολο της εικόνας: τον τρόπο που γυρίστηκε, το κάστινγκ, τις ερμηνείες – είναι ένα εξαιρετικό έργο. Οταν την είδα για πρώτη φορά, απλά τη λάτρεψα. Είδα όλες τις ταινίες του. Ο Μάρτι είναι ένας από τους λίγους σκηνοθέτες των οποίων τις ταινίες αξίζει να τις βλέπεις συνέχεια. Είμαστε πολύ διαφορετικοί. Εκείνος είναι ένας ποιητής της σκοτεινής πλευράς του Μανχάταν, ενώ εγώ είδα την πόλη με έναν πιο ρομαντικό τρόπο. Υποθέτω ότι η διαφορά οφείλεται στο γεγονός ότι ο Μάρτι πήρε τις εντυπώσεις του για το Μανχάταν επειδή μεγάλωσε στο κέντρο της πόλης, ενώ εγώ πήρα τις εντυπώσεις μου από τις ταινίες του Χόλιγουντ. Ο Μάρτι πήρε μια πραγματική γεύση της Νέας Υόρκης από τα χαμηλότερα βάθη στη συνοικία της Μικρής Ιταλίας και γι’ αυτό έκανε ταινίες με μεγάλο ενθουσιασμό και ακρίβεια.
Φράνσις Φορντ Κόπολα
«Ο καλύτερος δάσκαλος κινηματογράφου»
Γνώρισα τον Σκορσέζε πριν από πολλά χρόνια. Ηταν αμέσως σαν να βρήκα τον χαμένο μου ξάδερφο, έναν Ιταλοαμερικανό όπως εγώ, αλλά πραγματικά με το ίδιο στυλ: τις ίδιες μυρωδιές στην κουζίνα, τους ίδιους υπέροχους γονείς και την ίδια αίσθηση του να είσαι και Αμερικανός και Ιταλός. Λάτρεψα την πρώτη ταινία του που είδα, «Who’s that knocking at my door?». Αλλά επίσης λάτρεψα όλες τις ταινίες του στη σειρά, καθώς τις έβλεπα όταν τις έκανε. Ο Μάρτι είναι ο καλύτερος δάσκαλος κινηματογράφου στον κόσμο. Σίγουρα εντάσσεται στον κύκλο των μεγαλύτερων εν ζωή κινηματογραφιστών που εργάζονται σήμερα. Ισως μαζί με δύο ή τρεις άλλους. Του εύχομαι χρόνια πολλά και μια υπέροχη δεκαετία.
Τιμ Μπάρτον
«Αυθεντία στις άβολες στιγμές»
Σκέφτομαι όλες τις άβολες στιγμές στις ταινίες του. Νομίζω ότι είναι αυθεντία σε αυτό. Οπως «Ο βασιλιάς της κωμωδίας», όταν ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο πηγαίνει στο σπίτι του Τζέρι Λιούις απρόσκλητος. Είναι βασανιστικό. Ισως τα «Καλά παιδιά» είναι το καλύτερο παράδειγμα για το πώς το κάνει αυτό τόσο καλά. Οπως εκείνη η αξέχαστη σκηνή στο εστιατόριο όταν χτίζεται η ένταση μεταξύ του Πέσι και του Ρέι Λιότα: «Funny? Funny how? Like I’m a clown? I amuse you?» («Αστείο; Αστείο πώς; Σαν να είμαι κλόουν; Σε διασκεδάζω;»). Αυτή είναι η στιγμή που θυμάσαι. Και αυτό είναι το νόημα του κινηματογράφου, να δημιουργείς στιγμές που μένουν στους ανθρώπους.
Στιβ Μακουίν
«Δημιουργός, όχι σκηνοθέτης»
Ο Σκορσέζε είναι τόσο καλός στις εναρκτήριες σκηνές των ταινιών του. Λατρεύω εκείνη στους «Κακόφημους δρόμους», όπου ο Ντε Νίρο μπαίνει για πρώτη φορά στο μπαρ. Ο Χάρβεϊ Καϊτέλ τον παρακολουθεί, όλα σε αργή κίνηση, με το τραγούδι «Jumping Jack Flash» για υπόκρουση. Είναι μία από τις πιο τέλειες εισαγωγές σε έναν χαρακτήρα που έχω δει ποτέ: ένα υπέροχο κομμάτι μουσικής, εικόνας και χορογραφίας. Λατρεύω επίσης τη σκηνή που ο Ντε Νίρο περιμένει τον Τζο Πέσι στην έρημο στο «Καζίνο». Είναι ο Πέσι φίλος ή εχθρός του; Δεν ξέρει ακόμα. Είναι απίστευτα όμορφη σκηνή: το αυτοκίνητο που περνάει μέσα από τα γυαλιά ηλίου, η μουσική – άλλη μια εισαγωγή, άλλη μια αβεβαιότητα για το τι θα συμβεί. Υπάρχει μια προσμονή, είσαι σε εκκρεμότητα. Υπάρχει ένας δυναμισμός και μια σωματικότητα στις ταινίες του Σκορσέζε που έχει επηρεάσει τη δουλειά μου. Ο Σκορσέζε είναι ένας δημιουργός: ένας κινηματογραφιστής και όχι ένας σκηνοθέτης.
Λούκα Γκουαντανίνο
«Επιστρέφω συνεχώς στο έργο του»
Για μένα, το έργο του είναι ύψιστης σημασίας και ένα σημείο αναφοράς στο οποίο επιστρέφω συνεχώς, για την απίστευτη δύναμη και ευφυΐα που έχει επιδείξει στη διάρκεια της καριέρας του. Η πρώτη σεκάνς που θέλω να επισημάνω είναι το φινάλε του «Τελευταίου πειρασμού». Μιλάω για το τελευταίο λεπτό της ταινίας, όπου αναρωτιέται γιατί τον εγκατέλειψε ο Θεός. Στη συνέχεια βρίσκεται πάνω στον σταυρό και η κάμερα έχει μια εκπληκτική στιγμή, μια σούπερ-σκορσέζικη ώθηση προς τον Ιησού, ξυπνώντας τον και ξυπνώντας μας από το όνειρο, και τελικά λέει: «Επετεύχθη». Η ιδέα ότι μπορεί να ενώσει τη ζωή του Χριστού από το μυθιστόρημα του Καζαντζάκη με τη δική του ζωή στη χώρα του κινηματογράφου και να φέρει τον Ιησού στον ουρανό μέσω της δύναμης του κινηματογράφου είναι μεγαλειώδης. Μου θυμίζει επίσης τον τρόπο που ανεβαίνουμε στον ουρανό στο τέλος του ντοκιμαντέρ για τους Rolling Stones «Shine a light», όταν η κάμερα ανεβαίνει. Αυτού του είδους οι στιγμές είναι απλά ασυναγώνιστες.