Την επιρροή και άλλων παραγόντων της Μπερλινάλε προσκείμενων στους Ναζί εκτός από τον πρώτο διευθυντή της (1951-1976) Άλφρεντ Μπάουερ διαπιστώνει νέα, διευρυμένη, έρευνα του Ινστιτούτου Σύγχρονης Ιστορίας του Μονάχου (IfZ).
Όταν πριν από δύο χρόνια, είχε αποκαλυφθεί ότι ο Μπάουερ έπαιξε σημαντικότερο ρόλο στο εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς από ό,τι ήταν γνωστό στο παρελθόν, η διοίκηση της Mπερλινάλε κατήργησε αμέσως το βραβείο Αργυρή Άρκτος- Άλφρεντ Μπάουερ και ανέθεσε στο ανεξάρτητο Ινστιτούτο Σύγχρονης Ιστορίας του Μονάχου (IfZ) να εξετάσει εκ νέου και λεπτομερέστερα τη θέση του στη ναζιστική κινηματογραφική γραφειοκρατία, την ενδεχόμενη ύπαρξη και άλλων Ναζί στην μεταπολεμική Μπερλινάλε και να απαντήσει στο ερώτημα εάν η ναζιστική εμπλοκή του Μπάουερ είχε αντίκτυπο στη διοργάνωση του φεστιβάλ.
Οι φήμες για τον Μπάουερ κυκλοφορούσαν ήδη τη δεκαετία του 1950, ισχυρισμούς που εκείνος απέρριψε ως «συκοφαντία», ενώ το 1960, η διοίκηση της Γερουσίας του Βερολίνου εξέτασε μεν τις κατηγορίες εναντίον του, αλλά οι πληροφορίες που συλλέχθηκαν δεν ήταν αρκετές για να έχουν οποιεσδήποτε συνέπειες. Αντίθετα, η έρευνα του IfZ απέδειξε ότι κατά τη διάρκεια των διαδικασιών αποναζιστικοποίησης, από το 1945 έως το 1947, ο Άλφρεντ Μπάουερ είχε σκόπιμα αποκρύψει τη σημασία του ρόλου του κατά τη ναζιστική περίοδο με ψευδείς δηλώσεις, μισές αλήθειες και διάφορους ισχυρισμούς.
Η άποψη του Μπάουερ
Η νέα έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Μπάουερ δεν ήταν πολέμιος του ναζιστικού καθεστώτος, όπως ισχυριζόταν, αλλά ότι συνέβαλε στη σταθεροποίηση και τη νομιμοποίηση του ναζιστικού καθεστώτος, αφού ως σύμβουλος της Διεύθυνσης Κινηματογράφου (Reichsfilmintendanz) του Γ΄ Ράιχ, είχε κεντρικό ρόλο στον σχεδιασμό των παραγωγών και άμεση επαφή με τον υπουργό Προπαγάνδας του καθεστώτος, τον διαβόητο Γιόζεφ Γκέμπελς. Ήδη πριν από την έναρξη της πρώτης Μπερλινάλε, ο Μπάουερ ήταν υπέρ του να προβληθεί μια ταινία του Καρλ Ρίτερ, ενός από τους πλέον εξέχοντες σκηνοθέτες προπαγάνδας των Ναζί, αποκρύπτοντας το όνομά του, κάτι που όμως που απέτρεψε τελικά η διοίκηση της Γερουσίας του Βερολίνου. Από εκεί και πέρα, ωστόσο, δεν υπάρχει καμία άλλη ένδειξη ότι η επιλογή των ταινιών του Μπάουερ για τη Μπερλινάλε ήταν ιδεολογικά βεβαρυμένη ή ότι Ναζί σκηνοθέτες συμπεριλήφθηκαν σκοπίμως στο πρόγραμμα. Παράλληλα, ο Μπάουερ τόνιζε την απολιτική του στάση απέναντι στις ταινίες, ωστόσο, ως διευθυντής του φεστιβάλ, εντάχθηκε στο νέο σύστημα της σύγκρουσης Ανατολής-Δύσης: Σύμφωνα με αυτό, η Μπερλινάλε έπρεπε να καταδείξει την ανωτερότητα του δυτικού συστήματος ως «βιτρίνα του ελεύθερου κόσμου» με τη βοήθεια του κινηματογράφου.
Σύμφωνα με την έρευνα του IfZ, στα πρώτα χρόνια της Μπερλινάλε, ο Μπάουερ δεν ήταν ο μόνος ο οποίος θα πρέπει να θεωρηθεί ως προσκείμενος στους Ναζί. Συγκεκριμένα, στα συμπεράσματα της έρευνας με τον τίτλο ”Παράθυρο στον Ψυχρό πόλεμο. Νέες έρευνες για την ιστορία της Μπερλινάλε την εποχή του Άλφρεντ Μπάουερ (1951-1976)” αναφέρεται: «Οι βιογραφίες των Όσβαλντ Κάμαν, Χανς Τσίρλις και Γκιούντερ Σβάρτς καθώς και η δράση του Άλφρεντ Μπάουερ πριν από το 1945 αποδεικνύουν ότι το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, ιδίως τα πρώτα χρόνια, συνδιαμορφώθηκε από ανθρώπους που σίγουρα μπορούν να θεωρηθούν ότι είχαν βεβαρυμένο ναζιστικό παρελθόν». Παράλληλα, όμως, στα συμπεράσματα επισημαίνεται ότι «σε καμιά περίπτωση δεν ήταν στελέχη των Ναζί άλλα πρόσωπα, παράγοντες της Μπερλινάλε».
Συνδέονταν με τους Ναζί
Η έρευνα δεν διαπιστώνει επίσης μια «αδιάσπαστη συνέχεια προσώπων που συνδέονταν με τους Ναζί», δεδομένου μάλιστα ότι «μέχρι την έναρξη της Μπερλινάλε μεσολάβησε η περίοδος αποναζιστικοποίησης».
Σημαντικό ρόλο στην ιδρυτική επιτροπή της Μπερλινάλε έπαιξαν και άνθρωποι οι οποίοι είχαν ασκήσει κριτική στο ναζιστικό καθεστώς και είχαν εν μέρει διωχθεί πολιτικά. Πρώην υποστηρικτές και πολέμιοι του ναζιστικού καθεστώτος συναντήθηκαν δηλαδή στην ιδρυτική επιτροπή της Μπερλινάλε, η οποία εργάζονταν όμως υπό την συνεχή επιτήρηση των βρετανικών και αμερικανικών δυνάμεων κατοχής, κάθε μία από τις οποίες είχε στείλει έναν εκπρόσωπο, ώστε να καθιερωθεί το φεστιβάλ κινηματογράφου του Βερολίνου ως «βιτρίνα για τον ελεύθερο κόσμο» στην πρώτη γραμμή του Ψυχρού Πολέμου.
Στα συμπεράσματα του IfZ επισημαίνεται επίσης ότι «στην διοίκηση της Γερουσίας του Βερολίνου δεν υπήρχαν σε καμία περίπτωση πεπεισμένοι εθνικοσοσιαλιστές αρμόδιοι για το φεστιβάλ κινηματογράφου. Ο Γιόακιμ Τιμπέρτιους ήταν μέλος της (αντιταχθείσας στους Ναζί, προτεσταντικής) Ομολογητικής Εκκλησίας και ο Τέντορ Μπεντ ήταν θύμα του ναζιστικού καθεστώτος. Το μέλος της ιδρυτικής επιτροπής της πρώτης Μπερλινάλε Μαξ Μπιούτνερ, εκπρόσωπος της Ένωσης Διανομέων ταινιών του Βερολίνου, είχε περάσει μάλιστα αρκετά χρόνια σε στρατόπεδο συγκέντρωσης λόγω της δραστηριοποίησής του στο Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SPD).
Η σχέση του ίδιου του Άλφρεντ Μπάουερ με τη διοίκηση της Γερουσίας του Βερολίνου υπήρξε πάντως επανειλημμένα συγκρουσιακή, ενώ οι αυθαίρετες ενέργειές του, ειδικά ως επικεφαλής της επιτροπής επιλογής και οι ταινίες που επέλεγε για την Μπερλινάλε με αυτή την ιδιότητα, επικρίθηκαν επανειλημμένα.
Το νυν διευθυντικό δίδυμο της Μπερλινάλε, Μαριέτε Ρίσενμπεεκ και Κάρλο Χατριάν δήλωσε σχετικά με τα συμπεράσματα της νέας διευρυμένης έρευνας τα εξής: «Από το 2020, υπήρχε η βεβαιότητα ότι ο Μπάουερ κατείχε σημαντική θέση στη ναζιστική κινηματογραφική παραγωγή και ότι μπόρεσε να συνεχίσει την καριέρα του στην πολιτιστική σκηνή της νεαρής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας μέσω επιδέξιας απόκρυψης γεγονότων. Η νέα μελέτη του IfZ το εντοπίζει αυτό, αλλά καταλήγει επίσης στο συμπέρασμα ότι δεν οδήγησε σε ναζιστικό ιδεολογικό προσανατολισμό του προγράμματος του φεστιβάλ. Η θεώρηση της ιστορίας του φεστιβάλ έχει ενισχυθεί και αυτό επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά πόσο σημαντικό είναι να συνεχίζει κανείς να εξετάζει κριτικά τη δική του ιστορία».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ