Στην πατρίδα του, Αγγλία, θεωρείται ο σημαντικότερος θεατρικός ηθοποιός της γενιάς του, όμως ο 62χρονος σήμερα Μαρκ Ράιλανς είναι πολύ ταπεινός για να αφήσει έστω μια υπόνοια για αυτό, παρότι οι αναφορές του στο θέατρο είναι συχνές. Σίγουρα δίνει περισσότερο βάρος στο σανίδι, αν και συχνά θα τον δούμε να κλέβει την παράσταση στο σινεμά, όπως συνέβη με τη «Γέφυρα των κατασκόπων» του Στίβεν Σπίλμπεργκ για την οποία κέρδισε το Οσκαρ Β’ ρόλου. Στην τελευταία ταινία του, «Bones and all», που από την Πέμπτη 24/11 θα παίζεται στις αίθουσες σε διανομή Tanweer, ο Ράιλανς υποδύεται τον Σάλι, έναν βετεράνο… κανίβαλο, μέντορα ενός νεαρού ζευγαριού κανιβάλων (Τιμοτέ Σαλαμέ – Τέιλορ Ράσελ). Οσο και αν η πρώτη εικόνα που σας έρχεται στο μυαλό είναι εκείνη της φρίκης, η ταινία του Λούκα Γκουαντανίνο («Να με φωνάζεις με το όνομά σου») έχει πολλές ευαισθησίες και λειτουργεί κυρίως ως αλληγορία. Τον περασμένο Σεπτέμβριο κατά τη διάρκεια του τελευταίου κινηματογραφικού φεστιβάλ Βενετίας συναντήσαμε τον Μαρκ Ράιλανς στο ξενοδοχείο Cipriani, λίγες μέρες πριν το «Bones and all» αποσπάσει τoν Αργυρό Λέοντα καλύτερης σκηνοθεσίας και το βραβείο πολλά υποσχόμενης ηθοποιού για την Τέιλορ Ράσελ.
Στο «Bones and all» υποδύεστε έναν αρκετά τρομαχτικό ήρωα. Βλέποντας την ταινία, προσωπικά νιώσατε να τρομάζετε από αυτόν;
Δεν σκέφτομαι ποτέ μέσα σε αυτό το πλαίσιο, αλλά μπορώ να πω, τώρα που το επεξεργάζομαι, ότι βλέποντάς με αργότερα σε μία από τις τρεις σκηνές που έχω στην ταινία, εκείνη στο φορτηγάκι, ένιωσα ότι ναι, ήμουν τρομαχτικός. Οταν είμαι θυμωμένος μπορώ να δείχνω τρομαχτικός – όταν π.χ. χάνεις τον έλεγχο σε έναν τσακωμό, δεν βρίσκεσαι μπροστά σε έναν καθρέφτη για να βλέπεις πώς φαίνεσαι. Το ίδιο συμβαίνει ακόμα και όταν υποδύεσαι τον οργισμένο. Βλέποντας μετά τον εαυτό σου εκπλήσσεσαι.
Τι θέματα συζητούσατε γύρω από το «Bones and all» όταν τo γυρίζατε; Διακρίνεις π.χ. μια αλληγορική διάσταση για το αν υπάρχει ένας ηθικός τρόπος κατανάλωσης φαγητού. Σας απασχολούσαν αυτά τα ζητήματα;
Αυτό νομίζω ότι βρισκόταν στο σενάριο, δεν το προσθέσαμε αργότερα. Ούτε το συζητήσαμε. Συζητούσαμε κυρίως για κομμώσεις και κοστούμια, θέματα που είχαν να κάνουν με την εικόνα της ταινίας. Δεν μιλήσαμε για ψυχολογικά θέματα. Ο καθένας από το κοινό που θα δει την ταινία, θα βγάλει τα συμπεράσματά του και θα κάνει τις επιλογές του. Ομως από μια καθαρά προσωπική άποψη, θα συμφωνήσω με την προσέγγισή σας περί ηθικής.
Αναφερθήκατε πριν στον αριθμό των σκηνών σας στο «Bones and all». Δίνετε ισάξιο βάρος σε μια ταινία στην οποία έχετε λίγες σκηνές και σε μια ταινία την οποία κρατάτε πάνω σας, όπως συμβαίνει π.χ. στο «Κοστούμι»;
Ω, ναι. Δεν θα προετοιμαζόμουν ποτέ λιγότερο, ή δεν θα αφοσιωνόμουν λιγότερο στον Σάλι του «Bones and all» απ’ όσο στον Λέναρντ του «Κοστουμιού». Διότι για όσο με χρειάζονται σε μια ταινία οφείλω να σταθώ στον χρόνο και στο διάστημα του χαρακτήρα. Χρειάζεσαι νεύρο και ενέργεια ακόμα και αν η δουλειά σου δεν είναι παρά το άνοιγμα μιας πόρτας. Εξάλλου μου αρέσει να παριστάνω κάποιον που δεν είμαι για όσο το δυνατόν περισσότερο.
Καθότι προέρχεστε από το θέατρο, νιώθετε ότι η θεατρική δουλειά σας έχει επηρεάσει αυτήν του κινηματογράφου;
Ακριβώς επειδή είμαι κατά βάση ηθοποιός του θεάτρου, η φωνή μου μπορεί να γίνει πολύ ηχηρή και πολύ εστιασμένη. Επίσης, στο θεατρικό δράμα, πολύ συχνά παίζεις οργισμένους ήρωες. Συνεπώς, αποκτάς συναισθηματικά και ψυχολογικά εργαλεία στο πώς να εκφράζεις τον εαυτό σου και εν τέλει τα χρησιμοποιείς με διάφορους τρόπους σε άλλα μέσα, όπως τον κινηματογράφο.
Κρίνετε ποτέ τους ήρωες των ταινιών στις οποίες παίζετε;
Αν και μου αρέσει να βλέπω ταινίες, όπως και παραστάσεις, και αυτό σημαίνει ότι αναπόφευκτα κρίνω αυτό που βλέπω, πάνω στη δουλειά, όταν παίζω σε μια ταινία ή σε ένα έργο στο θέατρο ξέρω ότι δεν είναι καλό να το κάνω. Δεν σκέφτομαι απολύτως τίποτα για τον ήρωά μου όταν τον υποδύομαι. Γιατί αν το έκανα δεν θα ήξερα πώς να τον υποδυθώ – η κρίση θα με οδηγούσε σε μαιάνδρους που δεν θα ήθελα να βρεθώ. Αλλοι φυσικά μπορεί και να το κάνουν και να λειτουργεί σε αυτούς διαφορετικά.
Υπάρχει κάποια ταινία σας που δεν εκτιμάτε τη δουλειά σας;
Δεν μου άρεσα καθόλου μα καθόλου στη «Σαρκική εξάρτηση» του Πατρίς Σερό (η ταινία συζητήθηκε πολύ για τις ωμές σεξουαλικές σκηνές της και απέσπασε τη Χρυσή Αρκτο στο Φεστιβάλ Βερολίνου). Νομίζω ότι βρισκόμουν εκτός τόπου και χρόνου, ένα ξένο σώμα στην ταινία. Στην Αγγλία, σε αντίθεση με τον υπόλοιπο κόσμο, ενδιαφέρθηκαν μόνο για τις σεξουαλικές σκηνές. Ηταν δύσκολες, πολύ δύσκολες σκηνές. Πραγματικά δεν μου αρέσω καθόλου σε αυτή την ταινία.
Και μία τελευταία ερώτηση: πόσο άλλαξε την καριέρα σας το Οσκαρ που κερδίσατε για τη «Γέφυρα των κατασκόπων», αν την άλλαξε φυσικά;
Καθόλου δεν την άλλαξε. Τα Οσκαρ δεν αλλάζουν τίποτα, η δουλειά σου αλλάζει την καριέρα σου. Για παράδειγμα, ο λόγος για τον οποίο έπαιξα στην ταινία «Περιμένοντας τους βάρβαρους» είναι επειδή ο παραγωγός της με είδε στη «Γέφυρα των κατασκόπων». Η παράσταση που έδωσα στη «Γέφυρα» του έδωσε την εμπιστοσύνη για να με επιλέξει για τον ρόλο στους «Βάρβαρους». Δεν νομίζω ότι με επέλεξε λόγω του Οσκαρ αλλά χάρη σε αυτό που είδε στην οθόνη».