Προσαρμόζονται σταδιακά στα νέα δεδομένα της ευρωπαϊκής αγοράς χρήματος οι τράπεζες, προχωρώντας σε προς τα πάνω αναπροσαρμογές των επιτοκίων τους στις προθεσμιακές καταθέσεις.
Με τον παρεμβατικό δείκτη της ΕΚΤ στο 2% και το euribor 3μήνου στο 1,92%, δεν έχουν περιθώρια άλλων αναβολών, με δεδομένο και το γεγονός πως ήδη από τον περασμένο Σεπτέμβριο κερδίζουν σημαντικά ποσά από τους τόκους στα δάνεια.
Μετά δε την τελευταία σύσκεψη των διοικήσεών τους με τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα, ο οποίος τους ζήτησε να προχωρήσουν άμεσα σε αλλαγές στα καταθετικά επιτόκια, αλλά και ενόψει της επερχόμενης στα μέσα Δεκεμβρίου νέας αύξησης του βασικού επιτοκίου του ευρώ, είναι βέβαιο πως έρχονται καλύτερες ημέρες για τους αποταμιευτές.
Οι έως τώρα κινήσεις
Μέχρι στιγμής δύο συστημικοί όμιλοι και η πλειονότητα των μη σημαντικών τραπεζών προσφέρουν μεγαλύτερη ανταμοιβή στους πελάτες τους σε σύγκριση με τις αρχές του φθινοπώρου.
Η Eurobank έχει αυξήσει δύο φορές τον τελευταίο ενάμιση μήνα τις αποδόσεις των προϊόντων της, οι οποίες φτάνουν πλέον έως και το 0,80%, ενώ σε μία αναπροσαρμογή έχει προχωρήσει η Alpha Bank, που διαθέτει προγράμματα με ετησιοποιημένα επιτόκια έως το 0,20%.
Από την άλλη Εθνική Τράπεζα και Τράπεζα Πειραιώς δεν έχουν ακόμη τροποποιήσει τα δελτία των επιτοκίων τους στις καταθέσεις. Ωστόσο, πηγές της αγοράς σημειώνουν πως εντός του επόμενου μήνα θα προβούν σε ανάλογες κινήσεις.
Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, η ενίσχυση των αποδόσεων από εδώ και στο εξής αναμένεται να στρέψει μία μερίδα αποταμιευτών που τηρούν χρήματα σε προϊόντα ανοιχτής ζήτησης προς τις προθεσμιακές καταθέσεις.
Κι αυτό διότι τα επιτόκια σε Ταμιευτήριο και τρεχούμενους λογαριασμούς αναμένεται να παραμείνουν στα ίδια επίπεδα, στο 0% ή ελάχιστες μονάδες πάνω από αυτό.
Έτσι, κάποιος που έχει παρκαρισμένα χρήματα στην τράπεζα και δεν θέλει να αναλάβει ρίσκο σε άλλες μορφές επενδύσεων, έχει κίνητρο να επιλέξει ένα προϊόν προσυμφωνημένης διάρκειας. Με τον τρόπο αυτό θα πάρει κάποιους τόκους από τις αποταμιεύσεις του.
Για παράδειγμα, για κατάθεση 100.000 ευρώ 12 μηνών με επιτόκιο 0,60%, οι καθαρό τόκοι φτάνουν τα 510 ευρώ. Αν το επιτόκιο διαμορφωθεί στο 1%, τότε οι καθαροί τόκοι σε ετήσια βάση θα ανέλθουν στα 850 ευρώ.
Πρόκειται για ένα διόλου ευκαταφρόνητο συμπλήρωμα του εισοδήματος για ένα νοικοκυριά, στην τρέχουσα συγκυρία υψηλού πληθωρισμού.
Το δίλλημα
Ο κανόνας αυτή τη στιγμή είναι ότι όσο πιο μεγάλη η διάρκεια της κατάθεσης, τόσο υψηλότερο είναι το επιτόκιο. Λαμβάνοντας αυτό υπόψιν και δεδομένων των αυξητικών τάσεων στα επιτόκια, τίθεται αυτή τη στιγμή ένα δίλημμα για τους καταθέτες.
Να κλειδώσουν σήμερα την απόδοσή τους σε υψηλότερα επίπεδα για όσο το δυνατόν περισσότερο, πχ. για 12 μήνες ή να προτιμήσουν πιο βραχυπρόθεσμα προγράμματα, ώστε στην πρώτη ανανέωση της προθεσμιακής τους να εξασφαλίσουν καλύτερο επιτόκιο;
Τραπεζικοί κύκλοι υποστηρίζουν ότι στην τρέχουσα συγκυρία συνίσταται υπομονή, καθώς ο Δεκέμβριος θα είναι μήνας αυξήσεων στις αποδόσεις.
Από εκεί και πέρα για την επιλογή της διάρκειας σημειώνουν ότι κατηγορηματική απάντηση δεν υπάρχει. Κάθε επιλογή έχει ρίσκο.
Αν επιλεγεί μία κατάθεση μικρότερης διάρκειας θα είναι χαμηλότερο το επιτόκιο, αλλά ο αποταμιευτής θα έχει την ευχέρεια στη λήξη του προϊόντος να κλειδώσει τα χρήματά του με υψηλότερη απόδοση, εάν επαληθευθεί το σενάριο νέων αναπροσαρμογών στα επιτόκια του ευρώ και στις αρχές του 2023.
Από την άλλη, αν επιλεγεί κατάθεση μεγαλύτερης διάρκειας, άρα και υψηλότερου επιτοκίου, ο πελάτης διασφαλίζει μία σίγουρη απόδοση για ένα εύλογο χρονικό διάστημα.
Ωστόσο χάνει τη δυνατότητα επανατοποθέτησης των χρημάτων του σε προγράμματα με μεγαλύτερο κέρδος σε λίγους μήνες από σήμερα, πχ. το Φεβρουάριο του 2023, εάν τα ευρωπαϊκά επιτόκια κινηθούν ανοδικά έως τότε και οι τράπεζες αναπροσαρμόσουν αναλόγως τα δικά τους προϊόντα.
Πηγή: ΟΤ