Την έλευση μιας νέας εποχής θεραπειών για την Αλτσχάιμερ χαιρετίζουν ερευνητές μετά την κλινική δοκιμή που επιβεβαίωσε ότι ένα φάρμακο επιβραδύνει την έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών σε ασθενείς οι οποίοι βρίσκονται στα αρχικά στάδια της νόσου.
Το αποτέλεσμα έρχεται έπειτα από δεκαετίες αποτυχιών στον τομέα και ενθάρρυνε ειδικούς να πουν ότι η Αλτσχάιμερ – που πλήττει 30 εκατομμύρια ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο – μπορεί να είναι θεραπεύσιμη.
«Είναι το πρώτο φάρμακο που προσφέρει μια πραγματική θεραπευτική επιλογή για τους ασθενείς με Αλτσχάιμερ», δήλωσε ο Μπαρτ ντε Στρούπερ, διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνας για την Ανοια στο University College του Λονδίνου (UCL) γράφει ο Guardian. «Παρότι τα κλινικά οφέλη μοιάζουν κάπως περιορισμένα, μπορεί να περιμένει κανείς ότι θα γίνονται περισσότερο προφανή με τον καιρό».
Θεραπεία αντισωμάτων
Το φάρμακο, η lecanemab, είναι μια θεραπεία αντισωμάτων που απομακρύνει τις σωρεύσεις ενός τοξικού, «κολλώδους», πρωτεϊνικού θραύσματος, του βήτα-αμυλοειδούς, στον εγκέφαλο. Δεν είναι σαφές πόσο καθοδηγούν οι σωρεύσεις αυτές την Αλτσχάιμερ, όμως σε ασθενείς με κληρονομικές μορφές της νόσου μοιάζει να ανοίγουν τον δρόμο για μια βροχή αλλαγών στον εγκέφαλο που καταστρέφουν σταθερά τα εγκεφαλικά κύτταρα.
Οι παρασκευάστριες εταιρείες της lecanemab, η Biogen στις ΗΠΑ και η Eisai στην Ιαπωνία, ανακοίνωσαν αποτελέσματα αρίστης ποιότητας από την κλινική δοκιμή σε σχεδόν 1.800 ασθενείς τον Σεπτέμβριο, οι ερευνητές του τομέα όμως περίμεναν εναγωνίως τα πλήρη δεδομένα, που δημοσιεύτηκαν την Τρίτη στη «New England Journal of Medicine».
Σημαντικό αποτέλεσμα
Θέλουν το φάρμακο να περιόρισε την έκπτωση στις συνολικές νοητικές δεξιότητες των ασθενών κατά 27% σε διάστημα 18 μηνών – ένα ταπεινό αλλά σημαντικό αποτέλεσμα.
«Πιστεύω ότι αυτό επιβεβαιώνει την έλευση μιας νέας εποχής για την Αλτσχάιμερ. Μιας εποχής που έρχεται έπειτα από 20 και πλέον χρόνια σκληρής δουλειάς πάνω στις ανοσοθεραπείες κατά του βήτα-αμυλοειδούς, από πολλούς πολλούς ανθρώπους και πολλές απογοητεύσεις καθ΄ οδόν», δήλωσε ο Νικ Φοξ, καθηγητής Κλινικής Νευρολογίας και διευθυντής του Κέντρου Ερευνας για την Ανοια στο UCL.
Η Αλτσχάιμερ αφορά σχεδόν τα δύο τρίτα των 55 εκατομμυρίων ανθρώπων παγκοσμίως που ζουν με άνοια. Οι ασθενείς συνήθως πεθαίνουν εντός επτά ετών από τη διάγνωση. Τα πλέον συνήθη πρώιμα σημάδια είναι τα προβλήματα μνήμης, καθώς όμως προχωράει η νόσος, οι ασθενείς μπορεί να βρεθούν χαμένοι σε οικεία μέρη, να δυσκολεύονται να πάρουν αποφάσεις ή να επιτελέσουν απλές εργασίες και καταλήγουν ανήμποροι να φάνε ή να μετακινηθούν χωρίς βοήθεια.
Νέα γενιά φαρμάκων
Επί δεκαετίες, οι προσπάθειες επιβράδυνσης, διακοπής ή αντιστροφής της νόσου αποτύγχαναν, κοστίζοντας στις φαρμακευτικές εταιρείες δισεκατομμύρια δολάρια και αναγκάζοντας κάποιες να εγκαταλείψουν εντελώς τον τομέα. Τα θετικά αποτελέσματα από τη lecanemab αναμένεται να οδηγήσουν σε μια νέα γενιά φαρμάκων που θα προσφέρουν όλο και καλύτερο έλεγχο της ασθένειας.
Εν μέσω ενθουσιασμού για τα αποτελέσματα, οι ερευνητές επεσήμαναν μια σειρά ζητημάτων που θα μπορούσαν να εμποδίσουν την υιοθέτηση του φαρμάκου. Η lecanemab είναι ακριβή – από 10.000 έως 30.000 στερλίνες (11.554-34.662 ευρώ) ανά ασθενή ετησίως – και έχει ένα τόσο ταπεινό αποτέλεσμα, τουλάχιστον έπειτα από 18 μήνες, που δεν είναι σαφές το κατά πόσο θα παρατηρούσαν οι ασθενείς το οποιοδήποτε όφελος.
Επιπλέον, προϋποθέτει Εθνικά Συστήματα Υγείας επαρκώς εξοπλισμένα ώστε να εντοπίζουν μέσω διαγνωστικών εξετάσεων εκείνους που έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να ωφεληθούν, να χορηγούν με έγχυση στους ασθενείς το φάρμακο κάθε δύο εβδομάδες και να προσφέρουν τις πολλαπλές μαγνητικές τομογραφίες που απαιτούνται στη διάρκεια της θεραπείας για τον εντοπισμό τυχόν ανεπιθύμητων ενεργειών. «Η lecanemab δεν αποτελεί πανάκεια», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Τζόναθαν Σκοτ, καθηγητής Νευρολογίας στο UCL, «επικυρώνει εντούτοις την ιδέα ότι η Αλτσχάιμερ δεν είναι ένα αδύνατο πρόβλημα: είναι δυνητικά θεραπεύσιμο και ίσως μια μέρα ακόμα και κάτι που θα μπορεί να προληφθεί».
ΠΗΓΗ: The Guardian