Είναι 80 χρονών. Ενα εγκεφαλικό τού άλλαξε τη ζωή και τον καταδίκασε σε σιωπή. Τον ανάγκασε επίσης να αφήσει το σπίτι του στο χωριό για να μείνει στην πόλη μαζί με τον γιο και τη νύφη του που τον φροντίζουν. Ωστόσο την ημέρα των γενεθλίων του η κατάσταση που είχε πια αποδεχθεί θα αλλάξει άρδην.
Ο γιος του καλεί τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας για να τους ανακοινώσει πως αδυνατεί πλέον να τον φροντίζει. Μια άλλη λύση πρέπει να βρεθεί, όπου όλοι θα πάρουν την ευθύνη που τους αναλογεί. Πώς θα το πράξουν όμως; Το ερώτημα αυτό βάζει το «Με αξιοπρέπεια», το νέο φιλμ του Δημήτρη Κατσιμίρη που στο πρόσφατο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης απέσπασε το Βραβείο Κοινού.
Στην καρδιά της ταινίας βρίσκεται το ιδιαίτερο ζήτημα της φροντίδας των υπέργηρων γονιών από τα παιδιά τους. «Είναι ένα πολύ ευαίσθητο θέμα. Παλαιότερα μάλλον το είχαν λύσει οι άνθρωποι γιατί δεν είχαν και πολλές απαιτήσεις. Σήμερα τα πράγματα είναι πιο σύνθετα.
Επομένως, το πρόβλημα γίνεται πια δύσκολο. Μπορώ να σας πω ότι ο Δημήτρης Κατσιμίρης, ο οποίος είναι ένας πολύ ευαίσθητος άνθρωπος, το άγγιξε με μια ομορφιά» αναφέρει στο «ΝΣυν» ο Χάρης Τσιτσάκης, ο οποίος υποδύεται τον ηλικιωμένο άνδρα. «Με μεγάλη χαρά δέχτηκα τον ρόλο. Γιατί από μικρός είχα ευαισθησία στους μεγάλους ανθρώπους. Τώρα βέβαια έχω μεγαλώσει εγώ. Είναι ένας ρόλος εσωτερικός, δεν μιλάει αυτός ο άνθρωπος. Εχει πάθει εγκεφαλικό και βρίσκεται σε μια κατάσταση που μόνο παρατηρεί. Μάλλον όμως καταλαβαίνει, κρίνοντας από τις αντιδράσεις του.
Παρακολουθεί και γι’ αυτό πρέπει να προσέχουν τι θα πούνε οι υπόλοιποι όταν βλέπουν έναν γέροντα να τους κοιτάζει και να μην μπορεί να τους μιλήσει. Γιατί συναισθήματα υπάρχουν μέσα στον άνθρωπο και όταν δημιουργούνται διενέξεις γύρω του αισθάνεται πάρα πολύ άσχημα. Προσπάθησα μέσα από μια εσωτερική διαδικασία βλέποντας τα δρώμενα να αντιδράσω, άλλοτε με σκεπτικισμό – όσα τού θυμίζουν γεγονότα της νεότερης ηλικίας του τα θυμάται με χαμόγελο -, πάντα όμως μέσα από τη σιωπή» τονίζει ο πρωταγωνιστής.
Πώς θα αντιδρούσε ο ίδιος αν βρισκόταν σε αυτή τη θέση; «Πολλές φορές σκέφτομαι, παρ’ όλο που αγαπάω τη ζωή, ότι ίσως είναι καλύτερα να φύγω πριν χάσω πια την ικανότητα της αυτοεξυπηρέτησης.
Εκεί θα γλίτωναν και τα παιδιά μου κι εγώ θα έφευγα με αξιοπρέπεια. Το θέμα είναι βέβαια τι θα γίνει αν μεγαλώσω και η ζωή με φέρει σε αυτό το σημείο. Είναι δύσκολο να απαντήσω, διότι ο μεγάλος άνθρωπος αλλάζει όταν γίνεται ανήμπορος. Ο χαρακτήρας αρχίζει και διαμορφώνεται τελείως διαφορετικά μέσα από την ανημπόρια, όταν δεν καταλαβαίνει γιατί δεν περνάει καλά ή γιατί του φταίνε πολλά πράγματα. Είναι μοιραίο τότε ο μεγάλος άνθρωπος να γαντζωθεί κυριολεκτικά από τους νεότερους, γιατί δεν μπορεί να κάνει αλλιώς» παραδέχεται.
Σε αυτές τις οριακές καταστάσεις, το οικογενειακό περιβάλλον βρίσκεται αντιμέτωπο με πρωτόγνωρα διλήμματα, όπου τις περισσότερες φορές η σωστή απόφαση δεν απέχει πολύ από τη λανθασμένη. «Εκεί μπαίνει η επιλογή των νεότερων, οι οποίοι όσο είναι νέοι σκέφτονται ότι δεν θα έρθει η δική τους σειρά να φτάσουν σε αυτό το σημείο ή ότι ο θάνατος είναι κάτι μακρινό. Ισως θα πρέπει λίγο να σκεφτούν ότι κάποια στιγμή θα βρεθούν στην ίδια θέση και τότε ίσως ευαισθητοποιηθούν και φερθούν κάπως διαφορετικά στους παλαιότερους, στους γέροντές τους. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν τους αγαπάνε.
Απλώς η ζωή τούς καλεί ή οι ανάγκες είναι διαφορετικές, οι προκλήσεις είναι πολλές, τα ανεκπλήρωτα όνειρα είναι περισσότερα. Οπότε πολλές φορές δεν έχουν χρόνο να σκύψουν πάνω ακόμα και στον πατέρα και στη μητέρα τους. Γιατί τους λείπουν πράγματα στους ίδιους» επισημαίνει ο Χάρης Τσιτσάκης. Και συνεχίζει: «Δεν θεωρώ ότι έχει χαθεί η ευαισθησία. Θεωρώ ότι οι ρυθμοί είναι τέτοιοι που αναγκαζόμαστε λίγο να πάμε στην άκρη τα συναισθήματά μας προκειμένου να τα βγάλουμε πέρα με τις τόσες προκλήσεις. Δεν νομίζω ότι υπολείπονται οι νεότεροι της ευαισθησίας. Υπάρχει ευαισθησία, απλά χρόνος δεν υπάρχει. Δεν μας δίνονται ο χρόνος και ο χώρος για να σκεφτούμε πως πρέπει να φερθούμε με τον καλύτερο τρόπο στον απέναντί μας. Ιδίως αν είναι γονιός αυτός».
Στο θέατρο
Εκτός από την ταινία ο Χάρης Τσιτσάκης συμμετέχει στην παράσταση «Ελευθερία στη Βρέμη» του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ που σκηνοθετεί ο Νίκος Μαστοράκης στο ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης έως τις 24 Δεκεμβρίου και από τις 25 Ιανουαρίου θα μεταφερθεί στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν.
Η ιστορία του έργου θίγει επίσης ένα κοινωνικό ζήτημα, για την ελευθερία που κατακτάται με κάθε τίμημα και τον ρόλο της εξουσίας στις διαπροσωπικές σχέσεις. «Πιστεύω πως όταν ο άνθρωπος μονοδρομήσει και μπει μες στην εμμονή του, σε μια οποιαδήποτε εμμονή, δεν θα έχει ένα καλό αποτέλεσμα. Δεν τον συμφέρει τον ίδιο. Διότι σκοτώνοντας παιδιά, μάνα, πατέρα, συντρόφους είναι σαν να σκοτώνει η ηρωίδα του έργου τον εαυτό της ξανά και ξανά. Και η ζωή είναι μαζί με τον άλλον, δεν είναι όταν είμαι μόνος ή μόνη. Πιστεύω ότι όσες φορές μονοδρομεί κάποιος δεν θα του γυρίσει σε καλό, θα πρέπει να αλλάξει πορεία. Κάτι τέτοιο έχει πάθει η ηρωίδα στο έργο παρόλο που έχει τα δικαιολογητικά της» καταλήγει ο ηθοποιός.