Έσπευσε πρόσφατα ο Πρωθυπουργός της Βρετανίας να προδικάσει την ευφορία που δημιούργησε στην Ελλάδα η αποκάλυψη των μυστικών συναντήσεων μεταξύ ελληνικής κυβέρνησης και Βρετανικού Μουσείου. Διεμήνυσε ότι δεν σκοπεύει να αλλάξει τον νόμο που απαγορεύει στο Βρετανικό Μουσείο να απεκδύεται αντικείμενα από τις συλλογές του εκτός «περιορισμένων περιπτώσεων».
Πρόσθεσε επίσης ότι η στάση της βρετανικής κυβέρνησης δεν έχει αλλάξει. Οι αποφάσεις για την φροντίδα και τη διαχείριση των συλλογών του Μουσείου ανήκουν στο ίδιο και στους Εφόρους του (Trustees). Για την ακρίβεια είπε επί λέξει ότι «τα Μάρμαρα του Παρθενώνα ανήκουν νομίμως στο Μουσείο και στους Εφόρους, οι οποίοι είναι λειτουργικά ανεξάρτητοι από την Κυβέρνηση».
Διαβάστε επίσης:
Τι κοινό έχουν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα, τα Μπρούτζινα του Μπενίν και ο νέος Βρετανικός Νόμος για τα Φιλανθρωπικά Ιδρύματα;
Οι δηλώσεις του Βρετανού πρωθυπουργού, ο οποίος είναι νέος ακόμη στο αξίωμα, φαίνεται να παραγνωρίζουν ορισμένα σημεία.
Σημείο πρώτο:
Οι αλλαγές νομοθεσίας που διενήργησε η Βρετανική Κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια διευκόλυναν επιστροφές «περιορισμένων περιπτώσεων». Αναφέρομαι συγκεκριμένα στον νόμο «για τους ανθρώπινους ιστούς» (Human Tissue Act 2004) που διευκόλυνε την επιστροφή από Βρετανικά μουσεία υπολειμμάτων Αβοριγίνων σε Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία και στον νόμο για το ολοκαύτωμα (Holocaust Act 2009), η οποία έδινε άδεια σε 17 Βρετανικά μουσεία να επιστρέψουν στους ιδιοκτήτες τους έργα τέχνης που είχαν απομακρυνθεί παράνομα από τους Ναζί την περίοδο 1933-1945. Κατά τα λοιπά οι συγκεκριμένοι νόμοι δεν άλλαξαν τον τρόπο λειτουργίας που διέπει τα βρετανικά μουσεία.
Σημείο δεύτερο:
Δεν χρειάζεται να αλλάξει ο Βρετανικός νόμος που διέπει το Βρετανικό Μουσείο (Museums Act 1963) προκειμένου να επιστραφούν στην Ελλάδα τα Μάρμαρα του Παρθενώνα. Η επιστροφή μπορεί να διενεργηθεί στη βάση του νόμου περί φιλανθρωπίας (Charity Act 2011, όπως τροποποιήθηκε το 2022), ο οποίος χρησιμοποιήθηκε και για την επιστροφή των «Μπρούτζινων του Μπενίν», χάλκινων έργων τέχνης από τη Νότια Νιγηρία που είχαν λεηλατηθεί το 1897 από βρετανούς στρατιώτες. Σύμφωνα με τον συγκεκριμένο νόμο, μουσεία μπορούν να επιστρέψουν αντικείμενα από της συλλογές τους στη βάση ‘ηθικής υποχρέωσης’ την οποία πρέπει να τεκμηριώσουν εμπεριστατωμένα και μετά τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Φιλανθρωπίας που προβλέπεται στον νόμο αυτόν.
Σημείο τρίτο:
Όσο και να τονίζει η Βρετανική Κυβέρνηση την ανεξαρτησία του Βρετανικού Μουσείου, το ζήτημα των Μαρμάρων του Παρθενώνα αποτελεί διακρατική διαφορά και ως τέτοια βρίσκεται στην ατζέντα της Διακυβερνητικής Επιτροπής της Ουνέσκο για τις Επιστροφές Πολιτιστικών Αγαθών στις Χώρες προέλευσής τους. Η ελληνική πλευρά έχει καταφέρει να το διατηρήσει στην ημερήσια διάταξη παρ’ όλες τα αντιδράσεις της Βρετανικής Κυβέρνησης. Επίσης η Γενική Συνέλευση της Ουνέσκο, που απαρτίζεται από τα κράτη μέλη της, έχει λάβει απόφαση ότι δεν θα αφαιρεθεί από την θεματολογία της μέχρι να επιλυθεί. Συνεπώς εάν η Βρετανία δεν το επιλύσει, θα υπάρχει ως μία διαρκής διακρατική εκκρεμότητα.
Σημείο τέταρτο:
Μετά τη δημοσιότητα που έχει λάβει το ζήτημα των Μαρμάρων διεθνώς και την αναπτέρωση του ηθικού εκείνων που περιμένουν μία λύση, το όποιο πισωγύρισμα ή παράλειψη της Βρετανικής Κυβέρνησης να ενεργήσει τα δέοντα για την επίλυσή του θα αφήσει τη διεθνή κοινότητα με ένα συναίσθημα πικρίας. Πρωτίστως θα απομονώσει την Βρετανία στα ζητήματα διεθνούς πολιτισμού βλάπτοντας την εικόνα ανθρωπισμού που προσπαθεί επισταμένως να καλλιεργήσει.
Τέλος, θα είχε ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς ότι κάθε Βρετανός Πρωθυπουργός που αρνείται το ελληνικό αίτημα τα τελευταία δύο χρόνια που εντάθηκαν οι Ελληνικές πιέσεις για κάποιο λόγο καταλήγει να χάνει το αξίωμά του. Διαβάζοντας το ιστορικό ποίημα του Λόρδου Byron ‘η κατάρα της Αθηνάς’ φαίνεται να δημιουργείται μία ανησυχία… Αναρωτιόμαστε αν ο νέος πρωθυπουργός της Βρετανίας το έχει διαβάσει.