Στην Ευρώπη δείχνει να αναδύεται μια νέα στρατιωτική υπερδύναμη. Τουλάχιστον, ως προς τις χερσαίες συμβατικές δυνάμεις. Και αυτή δεν είναι άλλη από την Πολωνία.
Η πολωνική κυβέρνηση έχει αποφασίσει να ανεβάσει το ποσοστό του ΑΕΠ που πηγαίνει για αμυντικές δαπάνες στο 3%, πολύ πάνω και από 2% που έχουν θέσει ως όρο για τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ οι ΗΠΑ και το οποίο λίγα σχετικά κράτη έχουν πετύχει.
Έχει ξεκινήσει ένα κολοσσιαίο εξοπλιστικό πρόγραμμα, αγοράζοντας κυρίως από τις ΗΠΑ και τη Νότια Κορέα. Τον Αύγουστο υπέγραψε μια συμφωνία 4,9 δισεκατομμυρίων για την αγορά 250 τεθωρακισμένων Abrams από τις ΗΠΑ για να αντικαταστήσει τα σοβιετικά τανκ που έστειλε στην Ουκρανία.
Έχει υπογράψει μια συμφωνία 4,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την προμήθεια 32 F-35 και έχει παραγγείλει από τη Νότια Κορέα οπλικά συστήματα αξίας 10-12 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που αποτελούν το πρώτο πακέτο, με το κυρίως εξοπλιστικό πρόγραμμα να αφορά 1000 κορεατικά τεθωρακισμένα Κ2 και 600 πυροβόλα K9.
Ο στόχος της πολωνικής κυβέρνησης είναι οι ένοπλες δυνάμεις της το 2030 να φτάνουν τις 300.000 και άρα να έχει πολύ μεγαλύτερες ένοπλες δυνάμεις από τη Γερμανία που αυτή τη στιγμή έχει περίπου 170.000. Εκτός όλων των άλλων έχει επενδύσει και στη διαμόρφωση δυνάμεων εθνοφυλακής, που δεν είναι επαγγελματίες στρατιώτες αλλά μετά από σύντομη εκπαίδευση υπηρετούν εάν κληθούν. Αυτοί οι «στρατιώτες του σαββατοκύριακου» αρχικά αντιμετωπίστηκαν με μεγάλη επιφύλαξη, αλλά μετά από το παράδειγμα του πώς χρησιμοποιεί η Ουκρανία τέτοιες μονάδες η γνώμη είναι διαφορετική πλέον.
Αυτή τη στιγμή η Πολωνία διαμορφώνει ουσιαστικά τον μεγαλύτερο στρατό στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έναν από τους μεγαλύτερους στο ΝΑΤΟ.
Η Πολωνία θέλει μεγάλο στρατό, την ώρα που η Γερμανία ταλαντεύεται
Η προοπτική να έχει η Πολωνία τον μεγαλύτερο νατοϊκό στρατό στην Ευρώπη, προκύπτει σε μεγάλο βαθμό, επειδή αυτή είναι μια ευθύνη που δεν θέλει να αναλάβει η Γερμανία, ακόμη και τώρα που υποτίθεται ότι έχει υπάρξει η μεγάλη αλλαγή στο αμυντικό δόγμα της και η στροφή ξανά προς τους μεγάλους εξοπλισμούς.
Και αυτό γιατί προς το παρόν ξοδεύει ετησίως μόνο γύρω στο 1,5% του ΑΕΠ για τις αμυντικές δαπάνες. Υπάρχει βεβαίως η απόφαση για το αμυντικό επενδυτικό ταμείο ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ, όμως ακόμη συνεχίζεται η συζήτηση για το εάν μετά από αυτό το πακέτο αμυντικών δαπανών θα πρέπει να συνεχίσει να διατηρεί το ποσοστό του 2%.
Η επιμονή στη σκληρή επιθετική γραμμή απέναντι στη Ρωσία
Όμως, δεν είναι μόνο η απόφαση της πολωνικής κυβέρνησης να επενδύσει στις ένοπλες δυνάμεις που αποτυπώνει αυτή την αποφασιστικότητα να διεκδικήσει έναν πιο αναβαθμισμένο ρόλο στα ευρωπαϊκά πράγματα.
Είναι και ότι η χώρα αισθάνεται δικαιωμένη για την επιθετική γραμμή απέναντι στη Ρωσία. Όπως και οι άλλες «χώρες της διεύρυνσης» με σοσιαλιστικό παρελθόν, η Πολωνία είχε παραδοσιακά μια ιδιαίτερα αρνητική τοποθέτηση απέναντι στη Ρωσία, άλλωστε υπάρχει και όλο το παρελθόν που αφορά την τσαρική Ρωσία αλλά και τη στάση της ΕΣΣΔ.
Απλώς τώρα προσπαθεί να διαμορφώσει ένα σχήμα όπου η δική της επιθετική στάση δικαιώθηκε πολύ περισσότερο από την γραμμή «καθησυχασμού» που είχαν επιλέξει χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία, που δεν κατάφεραν να αποτρέψουν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Πολωνία διεκδικεί έναν ηγετικό ρόλο ανάμεσα στις χώρες που αυτή τη στιγμή που πιέζουν για ακόμη μεγαλύτερη στήριξη της Δύσης στην ουκρανική πολεμική προσπάθεια, ουσιαστικά για μεγαλύτερη δυτική πολεμική εμπλοκή με ορίζοντα την ήττα της Ρωσίας.
Αυτή η τοποθέτηση φάνηκε και στην αντιπαράθεση που είχε για τους πυραύλους Patriot με την Γερμανία. Υπενθυμίζουμε ότι όταν η Γερμανία προσέφερε συστοιχίες αντιβαλλιστικών πυραύλων Patriot για να ενισχύσει την αεράμυνα της Πολωνίας, αυτή σε πρώτη φάση απέρριψε την πρόταση, υποστηρίζοντας ότι θα ήταν προτιμότερο οι συστοιχίες να σταλούν στην Ουκρανία, κάτι που φυσικά το Βερολίνο δεν επιθυμούσε, μια που θα παραβίαζε ουσιαστικά την «κόκκινη γραμμή» του ΝΑΤΟ που είναι η αποφυγή πιο άμεσης εμπλοκής στις πολεμικές επιχειρήσεις. Τελικά η Πολωνία φαίνεται ότι αποδέχεται τη γερμανική προσφορά, όμως η αντιπαράθεση ήταν αρκετά ενδεικτική.
Τα προβλήματα στις σχέσεις της Πολωνίας με την Ευρώπη
Ωστόσο δεν είναι τόσο εύκολο για την Πολωνία να διεκδικήσει έναν πιο αναβαθμισμένο συνολικό ρόλο στην Ευρώπη. Δεν αρκεί, δηλαδή, το αίσθημα «ιστορικής δικαίωσης» ως προς την ανάγκη αντιρωσικής στάσης, ούτε η δημιουργία ενός μεγάλου και ισχυρού στρατού. Χρειάζεται και ικανότητα ανάληψης ηγετικού πολιτικού ρόλου εντός της Ευρώπης. Και ως προς αυτό τα πράγματα είναι αρκετά πιο δύσκολα.
Καταρχάς η Πολωνία εξακολουθεί να βρίσκεται σε σύγκρουση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς για τα ζητήματα που αφορούν το κράτος δικαίου και τις παραβιάσεις του από την δεξιά εθνικιστική κυβέρνησης του κόμματος Νόμου και Δικαιοσύνης και τα οποία δεν έχουν ακόμη επιλυθεί. Να σημειώσουμε εδώ ότι τα προβλήματα σε ζητήματα κράτους δικαίου έχουν κάνει και την κυβέρνηση Μπάιντεν να είναι κάπως επιφυλακτική απέναντι στην Πολωνική κυβέρνηση, η οποία άλλωστε είχε δείξει την προτίμησή της προς τον Ντόναλντ Τραμπ.
Έπειτα υπάρχει το πρόβλημα του τρόπου που το κυβερνών κόμμα και ιδίως ο ηγέτης του Γιαροσλάβ Καζίνσκι έχουν επενδύσει ιδιαίτερα σε μια σκληρή αντι-γερμανική ρητορική. Αποκορύφωμα είναι ο τρόπος που η πολωνική κυβέρνηση διεκδικεί επισήμως από τη Γερμανία πολεμικές αποζημιώσεις ύψους 1,3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων για τις καταστροφές που η χώρα υπέστη στη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής.
Οι νέες διαιρέσεις
Η άνοδος της Πολωνίας στο προσκήνιο δείχνει πώς αλλάζει το τοπίο στην ΕΕ και διαμορφώνονται νέες διαιρέσεις. Μία από αυτές είναι η διαίρεση ανάμεσα στις χώρες που προκρίνουν περισσότερο την ειρήνη σε σχέση με τον πόλεμο και αυτές, όπως η Πολωνία που προκρίνουν περισσότερο τη «δικαιοσύνη» δηλαδή την τιμωρία της Ρωσίας και τη δικαίωση της Ουκρανίας.
Αποτυπώνεται ταυτόχρονα και η αμηχανία των χωρών που ηγήθηκαν της ΕΕ σε μια προηγούμενη φάση να έχουν μια στρατηγική για το νέο τοπίο, στοιχείο ιδιαίτερα έκδηλο στη γερμανική περίπτωση.
Βεβαίως, όταν τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανίας, πιο σωστά όταν περάσει σε φάση «παγωμένης» σύγκρουσης, τότε θα φανούν και τα πραγματικά όρια μιας χώρας όπως η Πολωνία που έχει σοβαρό πρόβλημα πληθωρισμού και εξακολουθεί να εξαρτάται από τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις.
Τα όρια της πολωνικής φιλοδοξίας
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Πολωνία προσπαθεί να εκπροσωπήσει μια τάση που αναπτύσσεται σε ευρωπαϊκές χώρες.
Την ίδια στιγμή ο τρόπος που μπορεί να οραματίζεται μια αναβαθμισμένη θέση στην ΕΕ έχει να κάνει και τον ίδιο τον τρόπο που ιστορικά έχει διαμορφωθεί και ο πολωνικός εθνικισμός, σε μια χώρα που όντως με τη μορφή της Πολωνικής – Λιθουανικής Κοινοπολιτείας ήταν μια από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές δυνάμεις μέχρι τον 18ο αιώνα, πριν τελικά βρεθεί ανάμεσα στην Πρωσία και τη Ρωσία.
Όμως, όλα αυτά δεν είναι πάντα οι καλύτερες αφετηρίες για τη διεκδίκηση ηγετικού ρόλου στην Ευρώπη. Αυτό, άλλωστε, έχει να κάνει και με την οικονομία και με τους θεσμούς και όχι μόνο με την άμυνα. Και εκεί τα πράγματα είναι αρκετά πιο σύνθετα και δύσκολα…