Από την αρχή του πολέμου στην Ουκρανία, ο Βλαντίμιρ Πούτιν έχει εργαλειοποιήσει πλήρως το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο, με την Δύση να προσπαθεί να βρει λύσεις περιορισμού των επιπτώσεων της πολιτικής του Ρώσου Προέδρου. Σε ότι αφορά το πετρέλαιο, οι διαπραγματεύσεις των κρατών μελών της ΕΕ κατέληξαν στην επιβολή πλαφόν στο πετρέλαιο ύψους 60 ευρώ, το οποίο ισχύει από τις 5 Δεκεμβρίου. Σήμερα (19/12), οι υπουργοί Ενέργειας της ΕΕ κατέληξαν στην επιβολή πλαφόν και στο φυσικό αέριο, ύψους 180 ευρώ, μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις.
Ο μηχανισμός διόρθωσης της αγοράς φυσικού αερίου, σχεδιάστηκε για να αποτρέπει τις ακραίες διακυμάνσεις των τιμών, και πρόκειται να εφαρμοστεί στις 15 Φεβρουαρίου, αφού εγκριθεί και από τους ηγέτες των κρατών μελών. Η τιμή των 180 ευρώ ανά μεγαβατώρα είναι σίγουρα μικρότερη από την πρόταση που είχε κάνει η Κομισιόν τον Σεπτέμβριο. Το νέο ανώτατο όριο θα τεθεί σε ισχύ μόνο εάν η διαφορά τιμής με τις παγκόσμιες τιμές του υγροποιημένου φυσικού αερίου είναι μεγαλύτερη από 35 ευρώ. Οι τιμές θα πρέπει να παραμείνουν πάνω από τα δύο ανώτατα όρια για τρεις ημέρες για να ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός.
Η συμφωνία
Το πλαφόν ορίστηκε στα 180 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ενώ θα μπορεί να τεθεί σε ισχύ από τις 15 Φεβρουαρίου και μετά. Η απόφαση της ΕΕ αφορά την εφαρμογή του λεγόμενου «δυναμικού πλαφόν».
Αυτό σημαίνει ότι το ανώτατο όριο τιμών θα ενεργοποιείται εάν οι τιμές στα συμβόλαια επόμενου μήνα του Ολλανδικού TTF υπερβούν τα 180 ευρώ/MWh για τρεις ημέρες, όπως προκύπτει από έγγραφο που περιγράφει λεπτομερώς τη συμφωνία των υπουργών της ΕΕ. Παράλληλα, οι χώρες της ΕΕ συμφώνησαν ότι το ανώτατο όριο τιμών δεν θα εφαρμοστεί αρχικά στις εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές.
Σε δύο στρατόπεδα η Ευρώπη για το πλαφόν
Από την αρχή της συζήτησης μεταξύ των κρατών μελών, το ζήτημα αποτελούσε αντικείμενο μίας από τις μεγαλύτερες διαφωνίες στην ΕΕ. Μια ομάδα εθνών με επικεφαλής τη Γερμανία – τη μεγαλύτερη οικονομία του μπλοκ – η Ολλανδία και η Δανία ζητούσαν μια προσεκτική προσέγγιση για να αποφευχθεί η υπερβολική παρέμβαση στην αγορά.
Εν τω μεταξύ, μία άλλη ομάδα που περιλάμβανε το Βέλγιο, την Ιταλία, την Ελλάδα και την Πολωνία, πίεζε για ένα πιο επιθετικό εργαλείο για τον μεγαλύτερο περιορισμό των τιμών του φυσικού αερίου. Η Γερμανία και ορισμένες άλλες χώρες είχαν εκφράσει ανησυχίες ότι ένα όριο τιμών στην Ευρώπη θα μπορούσε να καταστήσει την περιοχή λιγότερο ελκυστική για τους πωλητές παγκοσμίως σε μια εποχή που το μπλοκ αναζητά εναλλακτικές λύσεις για τις ρωσικές προμήθειες.
Η συμφωνία ξεκλειδώνει επίσης ένα ευρύτερο πακέτο έκτακτης ανάγκης για να περιοριστεί η αστάθεια της αγοράς και να ανοίξει ο δρόμος για κοινές αγορές φυσικού αερίου, οι οποίες είχαν τεθεί σε αναμονή εν μέσω ρήξης στο ανώτατο όριο τιμών. Η Γερμανία αναζητούσε απλούστερες διαδικασίες για την αξιολόγηση του αντίκτυπου των έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο περιβάλλον ως στοιχείο του ευρύτερου μέτρου.
Τελικώς, την επιβολή πλαφόν ψήφισε και η Γερμανία, που επί εβδομάδες αρνούνταν να συμφωνήσει, σύμφωνα με Ευρωπαίους αξιωματούχους που επικαλείται το Reuters.
Οι κυρώσεις της ΕΕ που δεν δούλεψαν
Κατά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, η Ευρωπαϊκή Ένωση μαζί με τις ΗΠΑ ξεκίνησαν να επιβάλλουν κυρώσεις, οι οποίες δεν απειλούσαν καθόλου το πολεμικό ταμείο του Βλαντίμιρ Πούτιν.
Ο λόγος ήταν ότι όσες κυρώσεις και αν επέβαλλαν μέσα σε αυτούς τους εννέα μήνες ακόμα τα εξαρτημένα κράτη μέλη από το ρωσικό φυσικό αέριο πλήρωναν την Ρωσία στο νόμισμα που τους είχε επιβάλλει, δηλαδή το ρούβλι.
Αν και προσπάθησαν να φτιάξουν σχέδιο για την σταδιακή αποκλιμάκωση της χρήσης του αερίου από την Ρωσία τελικώς αυτό προχωρά αργά, συγκριτικά με το χρονοδιάγραμμα που έχει τεθεί από την Ευρώπη.
Τώρα, όμως μετά το πλαφόν σε πετρέλαιο και αέριο, η Ρωσία αναμένεται να χάσει αρκετούς πόρους βραχυπρόθεσμα, με αποτέλεσμα η πολεμική μηχανή να αρχίσει να εξαντλείται. Έχει ιδιαίτερη σημασία η επόμενη κίνηση της Ρωσίας.
Πώς αντέδρασε για το πλαφόν στο αργό
Για το πλαφόν στην τιμή του αργού, η Ρωσία δεν έλαβε δραστικά μέτρα αντιποίνων, όπως αρχικά είχε εξαγγείλει και τα οποία θα μπορούσαν να διαταράξουν περαιτέρω τον παγκόσμιο εφοδιασμό πετρελαίου. Παρόλα αυτά, η Μόσχα θα παρακολουθεί την αγορά πετρελαίου το πρώτο τρίμηνο για να δει τον αντίκτυπο του ανώτατου ορίου τιμών πριν αποφασίσει εάν θα λάβει περαιτέρω μέτρα αντιποίνων, όπως ένα κατώτατο όριο τιμών,
Σε αυτό το σημείο, αξίζει να σημειωθεί πως η τιμή αγοράς του ρωσικού αργού Urals είναι επί του παρόντος πολύ κάτω από το όριο των 60 δολαρίων το βαρέλι που έχουν ορίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση και η G7, πράγμα που σημαίνει ότι το μεγαλύτερο μέρος του εμπορίου μπορεί να προχωρήσει ανεξάρτητα από τον περιορισμό. Ακόμη, ένας παράγοντας για τον οποίο δεν κινήθηκαν οι Ρώσοι είναι ότι τον προϋπολογισμό και το ΑΕΠ της χώρας στηρίζεται περισσότερο στο φυσικό αέριο, παρά στο πετρέλαιο.
Πώς αναμένεται να αντιδράσει για το πλαφόν στο αέριο
Σε ότι αφορά το πλαφόν στην τιμή του αερίου, ο Πούτιν σίγουρα δεν μπορεί να κόψει τελείως το φυσικό αέριο, καθώς απομονώνεται από την δυτική τεχνολογία με αποτέλεσμα ο ενεργειακός τομέας να αντιμετωπίσει πολλά προβλήματα σε τομείς όπως η διύλιση του πετρελαίου και το υγροποιημένο φυσικό αέριο. Ως προς την Gazprom, αν και μέχρι τώρα έχει καταφέρει να έχει κέρδη 2,5 τρις ρούβλια τους πρώτους 6 μήνες αντιμετωπίζει δύσκολες επιλογές μακροπρόθεσμα. Με περίπου 15% των παγκόσμιων και το 68% των ρωσικών αποθεμάτων φυσικού αερίου, η μεγαλύτερη εταιρεία φυσικού αερίου παγκοσμίως αναμένεται να πρέπει να κάψει αέριο ή να «παγώσει» πηγάδια.
Σε όλα αυτά πρέπει να προστεθεί και μία ακόμη λεπτομέρεια. Αν η ΕΕ αποφασίσει να εγκαταλείψει το αέριο έως το 2027, τότε τα έσοδα του προϋπολογισμού θα μπορούσαν να μειωθούν κατά 400 δισεκατομμύρια ρούβλια έως το 2030.
Έχοντας συνυπολογίσει όλους τους παραπάνω παράγοντες, η Ρωσία θα μπορούσε είτε να θέσει πλαφόν κατώτατης τιμής, είτε ένα περιορισμένο μπλόκο σε μερικές χώρες, προσπαθώντας να μειώσει τις απώλειες από την Κίνα και την Ινδία που ήδη έχει ξεκινήσει τις εξαγωγές.
Άμεση η απάντηση του Κρεμλίνου στο πλαφόν
Το Κρεμλίνο χαρακτήρισε «απαράδεκτο» το ανώτατο όριο στη χονδρική τιμή του φυσικού αερίου, που εγκρίθηκε την Δευτέρα (19/12) από τους υπουργούς Ενέργειας των κρατών μελών της ΕΕ.
«Αυτό είναι μια παραβίαση της διαδικασίας της αγοράς για τη διαμόρφωση τιμών», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ, σύμφωνα με ρωσικά πρακτορεία ειδήσεων. «Οποιαδήποτε αναφορά σε «πλαφόν» (τιμών) είναι απαράδεκτη», συμπλήρωσε.
Τα οφέλη και το ρίσκο του μέτρου για την Ευρώπη
Το προσωρινό όριο τιμών στις συναλλαγές θα λειτουργήσει ως «μέτρο έσχατης ανάγκης» εάν οι τιμές αυξηθούν, αλλά θα πρέπει να πληροί όρους, συμπεριλαμβανομένης της μη αύξησης της ζήτησης φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Οι ευρωπαϊκές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας καθορίζονται από τον τελευταίο σταθμό ηλεκτροπαραγωγής που απαιτείται για την κάλυψη της ζήτησης – συνήθως, μια μονάδα φυσικού αερίου. Με τον περιορισμό του κόστους του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ενέργειας και την αντιστάθμιση των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής που τροφοδοτούνται με φυσικό αέριο για τη διαφορά μεταξύ της ανώτατης τιμής και της τιμής αγοράς του φυσικού αερίου, το σύστημα θα μπορούσε να μειώσει τη συνολική τιμή της ενέργειας.
Από την άλλη, ένα τέτοιο ανώτατο όριο είναι πολύπλοκο και θα μπορούσε να εγκυμονεί κινδύνους για την ενεργειακή ασφάλεια και να διαταράξει τις ροές καυσίμων μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι σε περίπτωση έλλειψης εφοδιασμού, οι περιοχές που χρειάζονται επειγόντως φυσικό αέριο ενδέχεται να μην είναι πλέον σε θέση να υπερισχύουν των άλλων χωρών για να διασφαλίσουν ότι είναι αρκετά ασφαλείς. Ένα ανώτατο όριο θα μπορούσε επίσης να προκαλέσει διακοπές στον εφοδιασμό εάν ξένοι προμηθευτές στείλουν φυσικό αέριο σε αγοραστές εκτός Ευρώπης, όπου οι τιμές είναι υψηλότερες, αναφέρει το έγγραφο της Επιτροπής.
Ως προς την επιβολή πλαφόν στο ρωσικό φυσικό αέριο, η Ευρώπη βασιζόταν στη Ρωσία στο 40% του φυσικού της αερίου πριν η Μόσχα εισβάλει στην Ουκρανία. Αυτό το μερίδιο έχει πέσει στο 8% καθώς η Ρωσία έχει περικόψει τις προμήθειες στην Ευρώπη. (έχει κλείσει την στρόφιγγα στους αγωγούς Nord Stream)
Δεδομένης εκείνης της πτώσης, ορισμένοι διπλωμάτες της ΕΕ είπαν ότι ένα ανώτατο όριο τιμών θα έκανε ελάχιστα για τη μείωση των τιμών του ευρωπαϊκού φυσικού αερίου και θα λειτουργούσε περισσότερο ως μια γεωπολιτική κίνηση για τη μείωση των εσόδων στη Μόσχα.