«Μετά από δύο χρόνια με μάσκες είμαστε ανοσιακά απροετοίμαστοι στις ιώσεις». Αυτό δήλωσε ο καθηγητής πνευμονολογίας της Ιατρικής σχολής του πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος της ελληνικής Πνευμονολογικής εταιρείας Στέλιος Λουκίδης. Ο καθηγητής είπε πως η «κοινωνία έχει επιστρέψει στις παλιές συνήθειες, υπάρχει περισσότερη ελευθερία, κινητικότητα και συγχρωτισμός που οδηγεί πάντα, όσο καλός κι αν είναι ο καιρός, στη μετάδοση των λοιμώξεων».
Σε ό,τι αφορά τον κοροναϊό, ο κ. Λουκίδης τόνισε πως ισχύει η πενθήμερη απομόνωση, ενώ μετά ο ασθενής μπορεί να βγει με μάσκα, αρκεί το τελευταίο 24ωρο να μην έχει πυρετό.
Μεταξύ άλλων, δήλωσε:
Αναφορικά με την έξαρση των ιώσεων είπε: Επιστρέψαμε στην κανονικότητα δηλαδή ξαναθυμηθήκαμε τις εποχές του ’18, ’17, ’16 που πάντα μετά τις 15 με 20 Δεκεμβρίου είχαμε μια έξαρση λοιμώξεων η οποία πίεζε εν μέρει και το σύστημα υγείας μέχρι περίπου τις αρχές του Μαρτίου απλώς η μεγάλη διαφορά από τότε με σήμερα είναι ότι έχουν προστεθεί και οι λοιμώξεις από τον κοροναϊό που δεν έχουν σταματήσει. Αναφέρονται περίπου 7 με 8 χιλιάδες ημερησίως από τον ΕΟΔΥ αλλά είναι πολύ περισσότερες. Είναι κάτι το οποίο μας έχει βρει, πρώτα –πρώτα για τις υπόλοιπες ιώσεις, ανοσιακά μάλλον απροετοίμαστους δηλαδή πέρασαν δυο χρόνια που δεν είχαμε αυτή την εικόνα άρα δεν ήταν και έτοιμος ο οργανισμός μας να πολεμήσει αυτές τις ιώσεις και δεύτερον πιστεύω ότι φέτος είναι μια χρονιά που η κοινωνία έχει ξαναεπιστρέψει στις παλιές της συνήθειες, υπάρχει μεγάλη κινητικότητα, συγχρωτισμός, περισσότερες ελευθερίες που οδηγεί πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις, όσο καλός κι αν είναι ο καιρός, στη μετάδοση των λοιμώξεων.
Κύμα ιώσεων: Ποιες ηλικίες «σαρώνει» η γρίπη
Αναφορικά με τον κοροναϊό ο κ. Λουκίδης τόνισε μιλώντας στα Παραπολιτικά 90,1 ότι «Με βάση τις οδηγίες του ΕΟΔΥ πρέπει να δηλώνονται τα τεστ, όμως πάρα πολύ κάνουν self test και δεν το δηλώνουν άρα δηλώνεται πρακτικά ένα μέρος των τεστ τα οποία γίνονται σε δομές υγείας οπότε εκεί αναγκαστικά δηλώνονται ή σαφέστατα γίνονται για αυτούς οι οποίοι θα χρειαστούν να πάρουν αντιιικα φάρμακα. Από εκεί πέρα ισχύει το πενθήμερο το οποίο είναι της απομόνωσης με την προϋπόθεση ότι τις τελευταίες 24 ώρες δεν έχει κάποιος πυρετό, μετά φυσικά δεν ξανακάνουμε τεστ μπορούμε να βγούμε έξω με μάσκα υψηλής προστασίας για δύο μέρες και μετά την έβδομη μέρα πρακτικά βγαίνουμε κανονικά γιατί η πιθανότητα να μεταδώσουμε είναι πολύ μικρή.
«Φαίνεται ότι η γρίπη είναι πολύ πιο δύσκολη στο να περάσει κανένας, κλινικά, αλλά και κυρίως έχει και περισσότερο χρόνο μέχρι να αποδράμει η νόσος», σημείωσε ακόμη χαρακτηριστικά ο καθηγητής.
Τι είπε για αντιγριπικό εμβόλιο
«Δεν είναι το ποσοστό που είχαμε πιάσει το ’20 που είχαμε εμβολιάσει 3 εκατομμύρια 700 χιλιάδες αλλά ακόμα και εμβολιασμένοι μπορεί να περάσουν γρίπη αλλά θα περάσουν πιο ήπια σε σχέση με αυτούς οι οποίοι δεν έχουν εμβολιαστεί για τη γρίπη», τόνισε ο κ. Λουκίδης.
Επιπλέον, επισήμανε πως η κοινωνία έχει ανάγκη τη συναναστροφή και ζήτησε να προστατευτούν οι μεγάλοι και ευάλωτοι άνθρωποι, ιδιαίτερα οι άνω των 75 ετών.
«Η κοινωνία έχει ανάγκη την ελευθερία, την κοινωνικότητα, τη συναναστροφή είναι κάτι το οποίο όλους μας ευχαριστεί γιατί μας έλειψε 2 χρόνια, αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να προστατεύσουμε τους μεγάλους ανθρώπους άνω των 70-75 ετών και τους ευάλωτους. Δηλαδή αν κάποιος έχει και το παραμικρό σύμπτωμα ας τους προστατεύσει αυτούς τους ανθρώπους γιατί φαίνεται να είναι αυτοί που οδηγούν αυτή τη στιγμή τις νοσηλείες. Πρέπει να το κάνουμε όλοι σαν ένα είδος σεβασμού προς τους ανθρώπους αυτούς για να μην ταλαιπωρηθούν, ας τους προστατεύσουμε» σημείωσε χαρακτηριστικά ο καθηγητής.
Όσον αφορά τα συμπτώματα ο καθηγητής τόνισε ότι «ανησυχούμε όταν έχουμε πυρετό πάνω από τρεις μέρες ή όταν έχουμε συμπτώματα κυρίως από το κατώτερο αναπνευστικό, από τα πνευμόνια μας τα οποία δείχνουν ότι έχουμε κάποια επιβάρυνση είτε αυτό λέγεται δυσκολία στην αναπνοή είτε όταν πέσει το οξύμετρο κάτω από τα όρια».
Τέλος, ο καθηγητής εκτίμησε πως «Ιανουάριος θα είναι ο παλιός Ιανουάριος των λοιμώξεων δηλαδή του ’18, του ’17 που έχουμε αυξημένο αριθμό λοιμώξεων και μια μερική πίεση στο σύστημα υγείας».