Στις 9 Ιανουαρίου 2013, τρεις κούρδισσες ακτιβίστριες, η 54χρονη Σακίν Τσανσίζ, συνιδρύτρια του PKK, η 30χρονη Φιντάν Ντογάν, άλλως γνωστή ως «η Διπλωμάτισσα», και η 25χρονη Λεϊλά Σοϊλεμέζ, μέλος της νεολαίας του κόμματος, είχαν βρεθεί δολοφονημένες στην έδρα του Κέντρου Ενημέρωσης για το Κουρδιστάν, στον πρώτο όροφο του αριθμού 147, στη rue La Fayette, στο 10ο διαμέρισμα του Παρισιού. Δύο χρόνια αργότερα, ο βασικός ύποπτος, ο Ομέρ Γκιουνέι, είχε παραπεμφθεί στο κακουργιοδικείο του Παρισιού.
Η ανακρίτρια δεν είχε κατορθώσει να ταυτοποιήσει τους εντολοδότες, το κατηγορητήριο ήταν όμως ξεκάθαρο: αυτός ο τούρκος εθνικιστής, που είχε καταφέρει να διεισδύσει στην κουρδική κοινότητα της Γαλλίας, σε σημείο να γίνει οδηγός της Σακίν Τσανσίζ, κατηγορούνταν για συμμετοχή στην προετοιμασία μιας τρομοκρατικής ενέργειας «κατόπιν αιτήματος ατόμων που βρίσκονται στην Τουρκία και πιθανότατα συνδέονται με τις τουρκικές υπηρεσίες πληροφοριών». Ηχητικό ντοκουμέντο τον είχε εμφανίσει να συζητάει με δύο ακόμα άνδρες για διάφορα σχέδια δολοφονίας εχθρών του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Ευρώπη. Ομως ο Γκιουνέι πέθανε από όγκο στον εγκέφαλο μερικές εβδομάδες πριν από την έναρξη της δίκης του, που είχε προγραμματιστεί για τον Ιανουάριο του 2017. Κι εκείνο το τριπλό φονικό έμεινε ανεξιχνίαστο.
Οι δολοφονίες
Σχεδόν μία δεκαετία αργότερα, ένας 69χρονος Γάλλος, συνταξιούχος οδηγός τρένων, ο Ουίλιαμ Μ., άνοιξε το πρωί της Παρασκευής πυρ μπροστά στο πολιτιστικό κέντρο Αχμέτ-Καγιά, έδρα του Κουρδικού Δημοκρατικού Συμβουλίου της Γαλλίας (CFKF), του βασικού αντιπροσωπευτικού οργάνου των Κούρδων της Γαλλίας, σκοτώνοντας δύο άνδρες και μία γυναίκα, την Εμινέ Καρά, ηγέτιδα του Κινήματος των Κούρδων Γυναικών στη Γαλλία, τον Μιρ Περβέρ, έναν κούρδο καλλιτέχνη της Τουρκίας που είχε εξασφαλίσει πολιτικό άσυλο στη Γαλλία, καθώς και τον Αμπντουλραχμάν Κιζίλ, εργαζόμενο στην καφετέρια του κέντρου.
Κατόπιν, ο δράστης μετέβη πεζός σε ένα γειτονικό κουρδικό κουρείο και τραυμάτισε εκεί με το όπλο του τρεις άνδρες – πριν τον αφοπλίσει ένας από αυτούς. Πάνω του βρέθηκαν ένα πιστόλι Colt 45, τέσσερις γεμιστήρες και ένα κουτί με 25 σφαίρες. Στους αστυνομικούς είπε πως είχε σκοπό να χρησιμοποιήσει όλες του τις σφαίρες πριν αυτοκτονήσει, ώστε να πάρει μαζί του «στον τάφο τους εχθρούς» του – όπου εχθροί του όλοι οι «μη ευρωπαίοι ξένοι». Τα πέντε από τα έξι θύματά του είχαν τουρκική υπηκοότητα, ένα είχε τη γαλλική.
Τι υποστήριξε
Αφού πέρασε ένα 24ωρο στο ψυχιατρείο, οι γαλλικές Αρχές τού απήγγειλαν και επισήμως χθες κατηγορίες για δολοφονίες και απόπειρες δολοφονίας λόγω φυλής, εθνότητας, έθνους ή θρησκείας καθώς και για παράνομη οπλοκατοχή. Κατά την ανάκρισή του, ο 69χρονος εξήγησε ότι «το μίσος του για τους ξένους έγινε παθολογικό» έπειτα από μια διάρρηξη στο σπίτι του, το 2016. Υποστήριξε ότι πάσχει από κατάθλιψη και έχει αυτοκτονικές τάσεις, «αλλά πριν αυτοκτονήσω, ήθελα πάντα να σκοτώσω μετανάστες, ξένους».
Για αυτόν τον λόγο πήγε νωρίς το πρωί της Παρασκευής στο Σεν Ντενί, ένα λαϊκό προάστιο στα βόρεια του Παρισιού, έχοντας μαζί του το Colt 45, εγκατέλειψε όμως την προσπάθεια, πρωτίστως γιατί κυκλοφορούσε λίγος κόσμος. Επέστρεψε έτσι στο σπίτι των γονιών του, όπου και διέμενε, στο 10ο διαμέρισμα του Παρισιού, και ξαναβγήκε αργότερα για να πάει στο κοντινό κουρδικό κοινοτικό κέντρο. Είπε πως ήθελε να σκοτώσει Κούρδους επειδή «έπαιρναν αιχμαλώτους κατά τη μάχη τους εναντίον του ISIS αντί να τους σκοτώνουν». Και πως είχε αγοράσει το όπλο πριν από τέσσερα χρόνια από ένα μέλος μιας σκοπευτικής λέσχης.
Βεβαρημένο μητρώο
Σύμφωνα με την εισαγγελία, από την έρευνα που διεξήχθη στο σπίτι των γονιών του δεν βρέθηκαν ενδείξεις ότι συνδεόταν με κάποια εξτρεμιστική ομάδα. Ο ύποπτος είχε ήδη όμως βεβαρημένο ποινικό μητρώο. Είχε καταδικαστεί το 2017 σε έξι μήνες φυλάκιση με αναστολή για «κατοχή απαγορευμένων όπλων». Κατόπιν, τον Ιούνιο του 2022, είχε καταδικαστεί σε 12 μήνες φυλάκιση για «βιαιοπραγίες με τη χρήση όπλου» το 2016: είχε ασκήσει έφεση.
Κατηγορείται επίσης ότι στις 8 Δεκεμβρίου του 2021 είχε πάει οπλισμένος με σπαθί σε έναν καταυλισμό μεταναστών, κυρίως Σουδανών, στο 12ο διαμέρισμα του Παρισιού, είχε σκίσει έξι σκηνές και είχε τραυματίσει δύο άνδρες: παρέμεινε για έναν χρόνο, το μέγιστο χρονικό διάστημα που προβλέπει ο γαλλικός νόμος, προφυλακισμένος και αφέθηκε υπό όρους ελεύθερος, εν αναμονή της δίκης του, στις 12 Δεκεμβρίου, μόλις έντεκα μέρες πριν από την επίθεση στο κουρδικό πολιτιστικό κέντρο. Ενας μοναχικός λύκος, λοιπόν, που άνοιξε πυρ στην τύχη, ωθούμενος από μια ρατσιστική παρόρμηση; Οι Κούρδοι της Γαλλίας δεν πιστεύουν σε αυτή την εκδοχή: πίσω από αυτό το ρατσιστικό έγκλημα βλέπουν ξεκάθαρη τη σκιά της Τουρκίας του Ερντογάν.