Ο Πελέ δεν είναι πια ανάμεσα μας και ο ποδοσφαιρικός πλανήτης θρηνεί για την απώλειά του. Ο «βασιλιάς» άφησε το βράδυ της Πέμπτης (29/12) την τελευταία του πνοή, στα 82 του χρόνια, στο κρεβάτι του νοσοκομείου «Άλμπερτ Αϊνστάιν» στο Σάο Πάολο, νικημένος από την επάρατη νόσο.
Η είδηση του θανάτού του σκόρπισε θλίψη και απέραντη στεναχώρια σε κάθε γωνιά του κόσμου, μα κυρίως στην οικογένειά του, που βρίσκονταν σύσσωμη δίπλα του μέχρι την ύστατη ώρα.
Η κόρη του, Κέλι Νασιμέντο, με ανάρτηση της στα social media, τον αποχαιρετά και συγκλονίζει. Στη φωτογραφία που πόσταρε, φαίνονται τα χέρια της, των αδερφών της και των αγαπημένων προσώπων του Πελέ να τον αγκαλιάζουν ενώ ο ίδιος είναι ξαπλωμένος στο κρεβάτι του νοσοκομείου. Πρόκειται για μία από τις τελευταίες φωτογραφίες (αν όχι η τελευταία) του Βραζιλιάνου θρύλου, που κατέκτησε τρία Παγκόσμια Κύπελλα και υπήρξε μια από τις πιο επιβλητικές αθλητικές φιγούρες όλων των εποχών.
«Ό,τι είμαστε το οφείλουμε σε εσένα. Σε αγαπάμε απεριόριστα. Αναπαύσου εν ειρήνη», έγραψε στη λεζάντα η Κέλι Νασιμέντο και συνόδευσε το μήνυμά της με τρεις ραγισμένες καρδιές.
Η ανάρτησή της
Γεννήθηκε στις Τρεις Καρδιές
Ο Πελέ γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 1940 στην πόλη Τρες Κορασόες (Τρεις Καρδιές) της πολιτείας Μίνας Ζεράις. Ο πατέρας του Ζοάο Ράμος ντο Νασιμέντο ή Ντοντίνιο ήταν ποδοσφαιριστής σε μικρές ομάδες της περιοχής (με εξαίρεση ένα διάστημα στην Ατλέτικο Μινέιρο) και τον μύησε στα μυστικά της μπάλας.
Το παρατσούκλι Πελέ, που δεν σημαίνει κάτι στα πορτογαλικά, του το κόλλησαν οι συμμαθητές του στο σχολείο, όταν είχε αποκαλέσει κατά λάθος Πελέ τον Μπιλέ τον τερματοφύλακα της Βάσκο Ντα Γκάμα που ήταν ο αγαπημένος του ποδοσφαιριστής.
Ήταν το πρώτο παιδί από τα τρία της οικογένειας και βαφτίστηκε Έντισον προν τιμή του εφευρέτη Τόμας Έντισον (ηλεκτρισμός πήγε στη γενέθλια πόλη του λίγο καιρό πριν από τη γέννηση του Πελέ) και στη συνέχεια αφαιρέθηκε το «ι» από το όνομα. Στη Βραζιλία αρέσκονται να χρησιμοποιούν ψευδώνυμα και το πρώτο που ήρθε ήταν το «Ντίκο» (Dico). Ο θείος του Χόρχε το σκέφτηκε και η μητέρα του το χρησιμοποιούσε για χρόνια.
Αθλητής μετρίου αναστήματος (ύψος 1,73 μέτρα και βάρος 72 κιλά), συνδύαζε όλα τα γνωρίσματα ενός μεγάλου ποδοσφαιριστή: ακρίβεια στην πάσα, ισχυρό σουτ, απίθανη ντρίμπλα και προβλεπτικότητα στις κινήσεις των αντιπάλων του. Τον αποκαλούσαν «Perola Negra» («Μαύρο Μαργαριτάρι») και η ποδοσφαιρική του αίγλη τον κατέστησε εθνικό ήρωα τής Βραζιλίας. Η απουσία της τηλεόρασης την εποχή που μεσουρανούσε το άστρο του ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τον μύθο του.
Pelada… ξυπόλητο ποδόσφαιρο
Τα παιδικά χρόνια ήταν φτωχικά με το μικρό Έντσον να παίζει μπάλα γεμίζοντας τις κάλτσες του με χαρτιά μη δυνάμενη η οικογένεια να του αγοράσει παπούτσια (αργότερα, τα παιχνίδια χωρίς παπούτσια έγιναν γνωστά ως pelada, που πιστεύεται ότι πήραν το όνομά τους από τον Πελέ.
Η οικογένεια μετακόμισε σε μεγαλύτερη πόλη, στο Μπαουρού στην πολιτεία του Σάο Πάολο στα μέσα Σεπτεμβρίου του 1945, όπου ο πατέρας του συνέχισε να παίζει ποδόσφαιρο στην τοπική ομάδα της δεύτερης κατηγορίας Lusitana FC μετέπειτα Bauru Atletico Clube.
Στα έκτα του γενέθλια ένας από τους παίκτες της ομάδας του πατέρα του του δώρισε μια δερμάτινη μπάλα και αυτή ήταν η πρώτη φορά που κλωτσούσε μια πραγματική μπάλα.
Ο πατέρας του ήθελε ο γιος του να ακολουθήσει τα χνάρια του και να διδαχτεί τα μυστικά της στρογγυλής θεάς (σε αντίθεση με τη μητέρα του Δόνα Σελέστε), γράφοντας παράλληλα τον γιο του σε τοπικές ομάδες νέων από την ηλικία των 11 ετών (Sete de Setembro, Canto do Rio, Sao Paulinho, Ameriquinha) και όταν είδε τα προσόντα του, τον παρότρυνε λέγοντάς του ότι «εσύ γεννήθηκες για να παίξεις ποδόσφαιρο».
Για να βοηθηθεί οικονομικά και να μπορέσει να αγοράσει δική του μπάλα, δούλευε σε καταστήματα τσαγιού ως υπάλληλος και γυάλιζε παπούτσια έξω από τους κινηματογράφους ήδη από την ηλικία των επτά ετών, αν και ο ίδιος δεν είχε ακόμα δικά του.
Σχολείο κατάφερε να πάει μόνο μέχρι την τέταρτη τάξη της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης.
El sapeca (το θαύμα)
Στην αρχή της εφηβείας του γνωρίζει τον πρώην διεθνή βραζιλιάνο ποδοσφαιριστή της δεκαετίας του 1930 Βαλντεμάρ ντε Μπρίτο, που ανέλαβε να δημιουργήσει την ομάδα νέων της Μπαουρού (Baquinho), κάτι που υλοποιήθηκε με τον πρώτο αγώνα τον Σεπτέμβριο του 1953. Στην ομάδα νέων έπαιξε για περίπου δύο χρόνια εντυπωσιάζοντας από το δεύτερο αγώνα και κερδίζοντας δύο τίτλους στις διοργανώσεις νέων της πόλης (1954, 1955), ενώ την επόμενη χρονιά η ομάδα διαλύθηκε.
Στο Μπαουρού τον ονόμασαν el sapeca (το θαύμα).
Οι ποδοσφαιρικές επιδόσεις του μικρού Πελέ αρχίζουν προοδευτικά να ξεχωρίζουν στην τοπική αθλητική κοινότητα και ο Μπρίτο πεπεισμένος ότι ο μαθητής του «θα γίνει κάποτε ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής του κόσμου» πείθει εντέλει την οικογένεια Νασιμέντο να επιτρέψει στο 15χρονο ποδοσφαιρικό φαινόμενο να εγκαταλείψει την πατρική εστία.
Στα μέσα της εφηβείας του έπαιξε για μια ομάδα εσωτερικού ποδοσφαίρου που ονομαζόταν Ράντιουμ και είχε δημιουργηθεί από νέους της ομάδας της Μπαουρού. Το ποδόσφαιρο σάλας (futsal-φούτσαλ) μόλις είχε αρχίσει να γίνεται δημοφιλές στη χώρα και σύμφωνα με τον ίδιο, το ποδόσφαιρο σάλας παρουσίαζε δύσκολες προκλήσεις, ήταν πολύ πιο γρήγορο από το ποδόσφαιρο στο γρασίδι και οι παίκτες αναγκάζονται να σκέφτονται γρηγορότερα, αφού όλοι είναι σε κοντινές αποστάσεις στο γήπεδο.
Ο Πελέ αναγνώρισε ότι το ποδόσφαιρο εσωτερικού χώρου τον βοήθησε να σκεφτεί καλύτερα και πιο γρήγορα. Επιπλέον, του επέτρεψε να παίξει με ενήλικες όταν ήταν περίπου 14 ετών. Σε ένα από τα τουρνουά στα οποία συμμετείχε, αρχικά θεωρήθηκε πολύ νέος για να παίξει, αλλά τελικά έγινε ο κορυφαίος σκόρερ του διαγωνισμού, παραδεχόμενος αργότερα ότι αυτό του έδωσε μεγάλη αυτοπεποίθηση.
Ο Πελέ και η ομάδα του κέρδισαν το πρώτο πρωτάθλημα το 1955.
Μπήκε στη Σάντος το 1956
Έφτασε στη Σάντος στις 8 Αυγούστου 1956, μία πόλη-λιμάνι 200.000 κατοίκων στην πολιτεία του Σάο Πάολο και αγωνίστηκε στην ομάδα νέων της πόλης (Σάντος Φουτεμπόλ Κλούμπε), σημειώνοντας πολλά γκολ, ενώ συμμετείχε και σε φιλικούς αγώνες της ανδρικής ομάδας.
Έμενε στο οικοτροφείο του σωματείου και προτού κλείσει τα 16 του, στις 7 Σεπτεμβρίου 1956 έκανε το ντεμπούτο του με την ομάδα ανδρών της Σάντος σε φιλικό αγώνα με την Κορίνθιανς Σάντο Αντρέ (Corinthians Santo André, 7–1) μπαίνοντας σαν αλλαγή και σκοράροντας μία φορά στο 81ο λεπτό το έκτο γκολ της ομάδας. Στη Σάντος τον αποκαλούσαν αρχικά Gasolina (βενζίνη), ένα ψευδώνυμο που του έδωσαν για την ταχύτητά του.
Με την ασπρόμαυρη φανέλα αγωνίστηκε στην θέση του επιθετικού μέσου, το διάστημα 1956-1974, σε 638 παιγνίδια επιτυγχάνοντας 619 γκολ. Με την Σάντος ο Πελέ κατέκτησε 6 πρωταθλήματα Βραζιλίας και 6 διεθνείς τίτλους (3 Διηπειρωτικά και 3 Κόπα Λιμπερταδόρες). Στις 20 Νοεμβρίου 1969, στην 909η συμμετοχή του σε αγώνα Α’ Κατηγορίας της Βραζιλίας, σημείωσε το 1.000ό τέρμα του.
Κι ακόμα σε θυμούνται η Σάντος κι ο Πελέ
Την εποχή εκείνη δεν είχε δημιουργηθεί ακόμη το βραζιλιάνικο πρωτάθλημα. Ετσι η Σάντος, προσπαθώντας να εκμεταλλευθεί με τον καλύτερο τρόπο το «προϊόν της», έκλεινε φιλικούς αγώνες ανά τον κόσμο με αντάλλαγμα αρκετές χιλιάδες δολάρια.
Σε ένα τέτοιο πέρασμά της από την Αθήνα η Σάντος με τον Πελέ στην σύνθεσή της έπαιξε και με τις τρεις μεγάλες ομάδες του κέντρου. Νίκησε την ΑΕΚ με 3-0 και τον Παναθηναϊκό με 3-2, αλλά ηττήθηκε από τον Ολυμπιακό με 2-1. Ήταν ένα κατόρθωμα κοσμοϊστορικής σημασίας που αναφέρεται και στον ύμνο της ομάδας (…κι ακόμα σε θυμούνται η Σάντος κι ο Πελέ…).
Ο Πελέ έγινε παγκοσμίως γνωστός με την Εθνική Βραζιλίας, την φανέλα της οποίας φόρεσε 92 φορές επιτυγχάνοντας 77 γκολ. Οδήγησε την «Σελεσάο» στην κατάκτηση τριών Παγκοσμίων Κυπέλλων (1958, 1962, 1970) και στη μόνιμη κατοχή του επάθλου Ζιλ Ριμέ.
To 1974, o Πέλέ ανακοίνωσε την απόσυρσή του από το ποδόσφαιρο, αλλά τον επόμενο χρόνο συμφώνησε να υπογράψει τριετές συμβόλαιο ύψους 7 εκατ. δολαρίων με την ομάδα «Κόσμος» της Νέας Υόρκης και να συμβάλλει στην προαγωγή τού αθλήματος στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το 1977 κρέμασε οριστικά τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια, αφού οδήγησε την ομάδα του στην κατάκτηση τού πρωταθλήματος των ΗΠΑ. Με τους «Κόσμος» αγωνίστηκε σε 56 παιχνίδια σημειώντας 31 γκολ. Συνολικά στην καριέρα του αγωνίστηκε σε 1363 και πέτυχε 1281, ρεκόρ ακατάρριπτο μέχρι σήμερα.
Ο Πελέ έχει τιμηθεί με πλήθος πολιτικών και αθλητικών βραβείων. Το 1994 ονομάστηκε πρεσβευτής καλής θελήσεως της UNESCO και το 1999 «Ποδοσφαιριστής του Αιώνα» από την FIFA.