Στην παγίδα των τεκμηρίων πιάνονται κάθε χρόνο τρεις στους δέκα φορολογούμενους οι οποίοι καλούνται να πληρώσουν έξτρα φόρο για εισοδήματα που δεν έχουν αποκτήσει στην πραγματικότητα αλλά προκύπτουν με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων. Τα πρωτεία κατέχουν οι μισθωτοί και ακολουθούν οι συνταξιούχοι.
Η στατιστική επεξεργασία που πραγματοποίησε η ΑΑΔΕ στις φορολογικές δηλώσεις που υποβλήθηκαν το 2021 αποκαλύπτει ότι παρά την απενεργοποίηση των τεκμηρίων διαβίωσης λόγω πανδημίας, 1.748.934 φορολογούμενοι επί συνόλου 6.529.279 φορολογήθηκαν με βάση τα τεκμήρια. Αυτό σημαίνει ότι το 26,79% των νοικοκυριών φορολογήθηκε με βάση τα τεκμήρια και όχι βάση εισοδήματος. Αιτία είναι τα περιουσιακά στοιχεία που τους βαρύνουν όπως ακίνητα, αυτοκίνητα, σκάφη αναψυχής, πισίνες κ.λπ.
Το ποσό της τεκμαρτής δαπάνης που προστέθηκε συνολικά άγγιξε το ποσό των 6 δισ. ευρώ. Οι συγκεκριμένοι 1.748.934 φορολογούμενοι δήλωσαν εισοδήματα ύψους 3,07 δισ. ευρώ και τους προστέθηκε εισόδημα ύψους 5,96 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα το συνολικό φορολογητέο εισόδημα να ανέλθει στο ποσό των 9,03 δισ. ευρώ.
Ανά πηγή εισοδήματος έξτρα φόρο πλήρωσαν 571.088 μισθωτοί, 542.463 συνταξιούχοι, 389.133 εισοδηματίες, 146.292 ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι και 99.958 αγρότες ενώ ανά περιοχή πρώτη στην κατάταξη ήταν η Αττική με 564.434 φορολογούμενους και ακολουθούν η Κεντρική Μακεδονία με 312.755 και η Δυτική Ελλάδα με 126.213 φορολογούμενους.
Η ακτινογραφία των δηλώσεων
Πιο συγκεκριμένα η ακτινογραφία των φορολογικών δηλώσεων που υποβλήθηκαν το 2021 έδειξε τα εξής:
– 571.088 μισθωτοί αν και δήλωσαν στη φορολογική τους δήλωση εισοδήματα ύψους 1,319 δις. ευρώ τελικά φορολογήθηκαν για εισοδήματα 2,881 δις. ευρώ καθώς με την εφαρμογή των τεκμηρίων προστέθηκαν εισοδήματα ύψους 1,561 δις. ευρώ.
– 542.463 συνταξιούχοι δήλωσαν εισοδήματα 1,085 δις. ευρώ αλλά η Εφορία τους πρόσθεσε εισοδήματα 1,560 δις. ευρώ λόγω τεκμηρίων και πλήρωσαν έξτρα φόρο για εισοδήματα που συνολικά ανήλθαν σε 2,645 δις. ευρώ.
– 389.133 εισοδηματίες δήλωσαν εισοδήματα 205,73 εκατ. ευρώ. Ωστόσο τα τεκμήρια αποκάλυψαν εισοδήματα 1,851 δις. ευρώ και τελικά φορολογήθηκαν για εισόδημα 2,057 δις. ευρώ.
– 146.292 φορολογούμενοι με επιχειρηματική δραστηριότητα ενώ δήλωσαν εισόδημα ύψους 248,51 εκατ. ευρώ, η Εφορία τους πρόσθεσε τεκμαρτό εισόδημα 620,65 εκατ. ευρώ με αποτέλεσμα να πληρώσουν φόρο για εισόδημα 869,16 ευρώ.
– 99.958 φορολογούμενοι με αγροτική δραστηριότητα εμφάνισαν στην Εφορία εισόδημα 210, 22 εκατ. ευρώ. Ωστόσο με την εφαρμογή των τεκμηρίων αποκαλύφθηκε έξτρα εισόδημα 366,161 εκατ. ευρώ και φορολογήθηκαν για πραγματικό και τεκμαρτό εισόδημα 576,38 εκατ. ευρώ.
Τα τεκμήρια
Οι τεκμαρτές δαπάνες που απειλούν να αυξήσουν τη φορολογία των φυσικών προσώπων, είναι οι ακόλουθες:
1. Οι κατοικίες: Το τεκμήριο υπολογίζεται με βάση τα τετραγωνικά μέτρα της ιδιοκατοικούμενης ή μισθωμένης ή της δωρεάν παραχωρούμενης κύριας κατοικίας.
2. Τα αυτοκίνητα: Το τεκμήριο για τα αυτοκίνητα διαμορφώνεται ανάλογα με τα κυβικά εκατοστά και ξεκινάει από τα 4.000 ευρώ για αυτοκίνητα μέχρι 1.200 κ.εκ. και κλιμακώνεται αναλόγως.
3. Τα δίδακτρα που καταβάλλονται για ιδιωτικά σχολεία και εκπαιδευτήρια.
4. Η δαπάνη για οικιακές βοηθούς, οδηγούς αυτοκινήτων, δασκάλους και λοιπό προσωπικό.
5. Τα σκάφη αναψυχής. Το τεκμήριο υπολογίζεται με βάση τα μέτρα.
6. Οι πισίνες. Το τεκμήριο υπολογίζεται με βάση την επιφάνειά τους και διαμορφώνεται ανάλογα με το αν είναι εξωτερική ή εσωτερική.
7. Οι δαπάνες για την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων, εντός του 2022, όπως ακινήτων, αυτοκινήτων, σκαφών αναψυχής και αγαθών μεγάλης αξίας.
8. Η ελάχιστη αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης, η οποία ορίζεται στο ποσό των 3.000 ευρώ, προκειμένου για άγαμο, διαζευγμένο ή χήρο και στο ποσό των 5.000 ευρώ, προκειμένου για συζύγους που υποβάλλουν κοινή δήλωση, εφόσον δηλώνεται πραγματικό ή τεκμαρτό εισόδημα.
Οι φορολογούμενοι που δηλώνουν χαμηλότερο πραγματικό εισόδημα, από το τεκμαρτό τους, έχουν τη δυνατότητα να καλύψουν τη διαφορά, επικαλούμενοι εισοδήματα τα οποία είναι αφορολόγητα ή φορολογήσιμα, εισοδήματα προηγουμένων οικονομικών ετών ή με τη λήψη δανείων.
Πηγή: ΟΤ