Με τη σύμφωνη γνώμη του κόμματος των Πρασίνων, η κυβέρνηση συνασπισμού στη Γερμανία προωθεί νομοθεσία που θα επιτρέψει τη μόνιμη αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα στο υπέδαφος, μια πολυσυζητημένη αλλά αναπόδεικτη λύση στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής.
Μιλώντας σε συνάντηση βιομηχανικού συνδέσμου στη Νορβηγία, ο γερμανός αντικαγκελάριος Ρόμπερτ Χάμπεκ, ο οποίος είναι επίσης υπουργός Κλιματικής Δράσης, δήλωσε ότι υπάρχουν προοπτικές δημιουργίας μιας «νέας αγοράς» αποθήκευσης του άνθρακα, ειδικά στις ρυπογόνες βιομηχανίες τσιμέντου και ασβέστη.
Η τεχνολογία δεν έχει ακόμα χρησιμοποιηθεί σε μεγάλη κλίμακα και συναντά επικρίσεις από περιβαλλοντιστές, οι οποίοι τη θεωρούν αντικίνητρο για τη μείωση των εκπομπών άνθρακα. Υποστηρίζουν επίσης ότι η αποθήκευση άνθρακα θα ήταν λιγότερο αποτελεσματική από την προώθηση των ΑΠΕ για τη μετάβαση στην πράσινη οικονομία.
Ωστόσο ο Χάμπεκ, μέλος του κόμματος των Πρασίνων, δήλωσε πως «δεν βρισκόμαστε πλέον σε θέση να επιλέγουμε».
«Η διοχέτευση του CO2 στο υπέδαφος είναι απλά καλύτερη λύση από την απελευθέρωσή του στην ατμόσφαιρα» είπε σύμφωνα με το Associated Press.
«Για τον λόγο αυτό, η Γερμανία ετοιμάζει στρατηγική διαχείρισης άνθρακα προκειμένου να καταρτίσει νομοθεσία για τη χρήση αυτών των τεχνολογιών αυτό το έτος, μέχρι τα μέσα του 2023».
Διοξείδιο του άνθρακα από ρυπογόνες βιομηχανίες θα μπορούσε δυνητικά να αποθηκευτεί σε εξαντλημένα πεδία φυσικού αερίου και πετρελαίου, ή ακόμα και σε αλμυρούς υδροφόρους ορίζοντες.
Μια άλλη λύση είναι η διοχέτευση του διοξειδίου του άνθρακα σε βασαλτικά πετρώματα, μια προσέγγιση που δοκιμάζει η ισλανδική εταιρεία Carbfix.
Σε αυτή την περίπτωση, το CO2 διαλύεται σε νερό και διοχετεύεται σε γεωτρήσεις. Εκεί, το όξινο ανθρακούχο νερό αντιδρά με το βασαλτικό πέτρωμα και μετατρέπεται σε στερεά ανθρακικά άλατα σε διάστημα μικρότερο των δύο ετών.
Με άλλα λόγια, το διοξείδιο του άνθρακα μετατρέπεται σε αδρανές πέτρωμα.
Την Τετάρτη, η γερμανική δεξαμενή σκέψης Agora Energiewende εκτίμησε ότι η Γερμανία πιθανότατα έχασε τον στόχο του 2022 για τη μείωση των εκπομπών άνθρακα, καθώς αύξησε τη χρήση γαιάνθρακα για να αντιμετωπίσει την έλλειψη φυσικού αερίου.
Το Βερολίνο αναγνωρίζει ότι η επίτευξη του επόμενου στόχου, ο οποίος προβλέπει μείωση των εκπομπών κατά 65% έως το 2030, σε σχέση με τα επίπεδα του 1990, θα είναι μείζων πρόκληση.
Παρά το γεγονός ότι φιλοξενεί ενεργοβόρες βιομηχανίες, η Γερμανία ελπίζει να έχει μηδενίσει τις καθαρές εκπομπές άνθρακα έως το 2045.