Στους τρεις πρώτους χριστιανικούς αιώνες (μέχρι τα μέσα περίπου του Δ’ αι.) τα Χριστούγεννα και τα Θεοφάνια γιορταζόντουσαν μαζί σαν μία εορτή. Η στενή σύνδεση των δύο γεγονότων είναι φανερή και στην υμνολογία («εν γαρ τη προλαβούση εορτή νήπιόν σε είδομεν· εν δε τη παρούση τέλειόν σε ορώμεν») και στην εικονογραφία.
Μπαμπινιώτης: Απαντά στο… δίλημμα: «Θεοφάνια ή Θεοφάνεια;»
Στο διαμορφωμένο εικονογραφικό πρόγραμμα των μεσοβυζαντινών κι έπειτα εκκλησιών η εικόνα της Βάπτισης ακολουθεί είτε άμεσα την Γέννηση είτε με παρεμβολή μόνο της Υπαπαντής, γεγονός που εορτολογικά απέχει σημαντικά από την Γέννηση (25 Δεκ. – 2 Φεβρ.), ενώ φυσικά στην ζωή του Χριστού ακολουθεί άμεσα την Γέννηση. Κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας η εμφάνιση του Χριστού στον κόσμο γίνεται με την Βάπτιση, γιατί η Γέννηση ήταν ένα γεγονός άγνωστο στον λαό (Χρυσόστομος). Η σχέση αυτή ίσως έκανε τους πρώτους χριστιανούς, παραλείποντας την Γέννηση, να ζωγραφίζουν στις κατακόμβες (Αγ. Καλλίστου, Αγ. Πέτρου και Μαρκελλίνου, 3ου αι.) την Βάπτιση, σε μια στοιχειώδη σύνθεση με συνθηματική περισσότερο εικονογράφηση, που θα οριστικοποιηθεί στους επόμενους αιώνες. Θα εμπλουτισθεί στους χρόνους των Παλαιολόγων και θα συνεχίσει μέχρι τις μέρες μας να διακηρύσσει το μήνυμα της Θεοφανείας.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 5.1.1986, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ας δούμε την βασική εικονογραφία και μερικές παραλλαγές από αντιπροσωπευτικά μνημεία διαφόρων εποχών. Ο Ιορδάνης δεσπόζει στο κέντρο της σύνθεσης κυλώντας ανάμεσα σε ψηλά και κάποτε απότομα βράχια. Μέσα στο νερό στέκεται ο Χριστός ευλογώντας με το ένα χέρι το νερό, που γίνεται πάλι σύμβολο ζωής και αναδημιουργίας. Ο Χριστός άλλοτε φοράει περίζωμα κι άλλοτε είναι γυμνός εντελώς, τονίζοντας την κένωση, την ταπείνωση του Υιού του Θεού, αλλά συγχρόνως αποκαθιστώντας το ένδοξο παραδεισιακό ένδυμα, της αδαμικής γυμνότητας (P. Evdokimov). Είναι γυμνός, και έφριξε ο Ιορδάνης καθώς τον είδε, ψάλλει ο υμνωδός. Αλλά είναι γυμνός «ίνα ενδύση (τον Αδάμ) την πρώτην στολήν». Σε μερικές παραστάσεις πατάει επάνω σε πλάκα, από κάτω από την οποία βγάζουν τα κεφάλια τους φίδια, «… και δρακόντων κεφαλάς εμφωλευόντων διαθλάττει ο Βασιλεύς». Ο Χριστός κάνει μια ελαφρά κίνηση προς τον Πρόδρομο, που στέκεται στα ρείθρα του ποταμού. Με την κίνηση αυτή ο ζωγράφος υποδηλώνει την αυτόβουλη προσέλευση του Χριστού στο Βάπτισμα Ιωάννου, που φυσικά για τον αναμάρτητον δεν ήταν διόλου αναγκαίον. Στον ίδιον άξονα με τον Χριστό, στην κορυφή της σύνθεσης, ανάμεσα από πόρτες που ανοίγουν ή από γαλάζιο ημικύκλιο, προβάλλει η «χειρ» του Θεού σε κίνηση ευλογίας, αλλά και ομιλίας.
Η απεικόνιση αυτή είναι η ζωγραφική μετάφραση του λόγου του Θεού «ούτος εστίν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα» (Ματθ. 3, 17). Από το χέρι ξεκινά δέσμη ακτίνων που στην μέση της έχει ένα περιστέρι, γνωστή συμβολική παράσταση του Αγίου Πνεύματος. Ήδη έχει συντελεσθεί η Θεοφάνεια, «η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις». Ο μείζων των Προφητών Ιωάννης ο Πρόδρομος (η Ορθόδοξη παράδοση χρησιμοποιεί περισσότερο το όνομα Πρόδρομος από το Βαπτιστής, αγαπητό στη Δύση, και ίσως όχι τυχαία, γιατί τονίζει έτσι τον ρόλο του Ιωάννη σε σχέση με τον Χριστό) είναι το δεύτερο πρόσωπο στη σύνθεση. Μερικές φορές η μορφή με το ύφος και τον όγκο της δεσπόζει. Απλώνει με δέος το δεξί χέρι του επάνω στην σεπτή κορυφή του Κυρίου. Συχνά πίσω από τον Ιωάννη ζωγραφίζονται ένα δέντρο και δίπλα μία αξίνα, υποσημαίνοντας ζωγραφικά ένα από τα φλογερά κηρύγματα του Ιωάννη όταν προειδοποιούσε για τον ερχομό της κρίσιμης ώρας: «Ήδη δε και η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται· παν ουν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται (Ματθ. 3, 10). Στην άλλη όχθη άγγελοι κρατώντας λέντια έρχονται να σφουγγίσουν μετά το Βάπτισμα τον Κύριον.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 5.1.1986, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Η σύνθεση συμπληρώνεται με δύο ακόμη μορφές, σε μικρότερη κλίμακα ζωγραφισμένες. Γέροντας που κρατά λαγήνι από το οποίο τρέχει νερό και γυναίκα που κάθεται στην ράχη ψαριού. Είναι προσωποποιήσεις —ελληνιστική ανάμνηση— του Ιορδάνη και της θάλασσας. «Η θάλασσα είδε και έφυγεν, ο Ιορδάνης εστράφη εις τα οπίσω» (Ψαλμ. 113, 3), όπως τραγουδάει ο ψαλμωδός για την Ερυθρά Θάλασσα, που όμως έχει τώρα μια νέα εφαρμογή. Στην Πατερική Θεολογία η Ερυθρά Θάλασσα με τον Ιορδάνη αναφέρονται σε συνεχή συνάρτηση. Συσχετίζεται ακόμη ο Ιορδάνης με την ευρύτερη έννοια του υδάτινου στοιχείου, άλλοτε καταστροφικού, όπως στον Κατακλυσμό (ίσως και εδώ δεν είναι τυχαία η ύπαρξη και ο ρόλος του περιστεριού), κι άλλοτε βασικού συστατικού της ζωής.
Στα ψηφιδωτά του Δαφνιού (τέλος 11ου αι.) η παράσταση της Βαπτίσεως έχει μια κλασική ηρεμία, λιτότητα και αίσθηση ομορφιάς. Το γυμνό, αρμονικά πλασμένο σώμα του Κυρίου δεσπόζει στον κατακόρυφο άξονα της σύνθεσης, που ξεκινά από το χέρι του Θεού. Μια εικονογραφική λεπτομέρεια: πίσω από τον Πρόδρομο βρίσκεται όμιλος μαθητών του. Έτσι η σύνθεση ισοζυγιάζεται καλύτερα.
Σε μια τοιχογραφία της Νάξου (Άγ. Νικόλαος στο Σαγκρί, 1270) η παράσταση γίνεται πιο εξπρεσιονιστική με την επιπεδικότητα των μορφών, τα αυστηρά περιγράμματα, τις στενές φόρμες. Κι εδώ δυο εικονογραφικές λεπτομέρειες, ίσως όχι άσχετες με την νησιώτικη καταγωγή της τοιχογραφίας: στον Ιορδάνη κολυμπούν όχι μόνον διάφορα ψάρια, αλλά κι ένα παλληκαρόπουλο. Κι ακόμη, η προσωποποίηση του Ιορδάνη παίρνει την μορφή θαλασσινού τέρατος με φιδίσια ψαροουρά.
Ο Πανσέληνος στο Πρωτάτο (τέλος 13ου αι.) απλώνει μιαν επική σύνθεση με κάποιο δραματικό χαρακτήρα. Ο Ιωάννης με το ογκώδες σώμα του διπλώνεται σχεδόν στα δύο, για να βαπτίσει τον Χριστό. Εδώ η σύνθεση περιλαμβάνει κι άλλο επεισόδιο, την διδασκαλία του Ιωάννη προς τους μαθητές του. Ανάμεσα σ’ αυτούς παρακολουθεί το κήρυγμα και ο Χριστός, τον οποίον ο ζωγράφος αποδίδει σε μεγαλύτερη κλίμακα. Γράφει μάλιστα και ολόκληρο το σχετικό χωρίο της Γραφής (Ιω. 1, 26-27). Τα δύο αυτά γεγονότα εντάσσονται στο ίδιο τοπίο και συνυπάρχουν. Χαριτωμένη εικονογραφική λεπτομέρεια: τρία παιδιά που περνούν χορεύοντας τοξωτή γέφυρα ποταμιού.
Ο Κόντογλου, τέλος, στον αιώνα μας, σ’ έναν πίνακα με θέμα τη Βάπτιση (1923, Συλλογή Μπιτσίου), κρατά την βασική εικονογραφία, δίνοντας όμως στα βουνά μια πιο δραματική ένταση: «Βράχοι υψηλοί όπου σμίγουν και σχηματίζουν μιαν κλεισούραν μέσα εις την οποίαν τρέχει ο Ιορδάνης ποταμός με ρεύμα σφοδρόν» (Φ. Κόντογλου). Άλλη ενδιαφέρουσα εικονογραφική λεπτομέρεια: δεν υπάρχουν άγγελοι. Στην πλευρά αυτή ζωγράφισε συμπατριώτες, άλλους να γδύνονται για να κολυμπήσουν στον ποταμό κι άλλους να ψήνουν ψάρια στη φωτιά.
Στην εικόνα της Βαπτίσεως —όπως και σε άλλες εικόνες, καθώς και στην υμνολογία— γίνεται συνεχώς μια αντιπαράθεση αντιθέσεων. Ο γυμνός Χριστός βυθίζεται στο νερό —και το βύθισμα αυτό συμβολίζει και τον τάφο—, αλλά περιμένουν να τον υπηρετήσουν άγγελοι. Καταδέχεται να βαπτισθεί από τον Πρόδρομο και την ίδια ώρα συνθλίβει τις κεφαλές των δρακόντων. Αυτή η σύνθεση των αντιθέσεων είναι το μυστήριο της πίστεως.
Αυτό το μυστήριο η βυζαντινή ζωγραφική δεν προσπαθεί να το λογικοποιήσει, αλλά βρίσκει τρόπους να το παρουσιάσει με μέσα πλαστικά. Η ταπείνωση της γυμνότητας μέσα στη λαμπρότητα του χρυσού ουρανού και του γαλάζιου του ποταμού, που συχνά παίρνει το σχήμα θόλου, συνδιαλέγει τις αντιθέσεις.
Ο εορταστικός κύκλος του Δωδεκαήμερου που αρχίζει με τα Χριστούγεννα κλείνει με τα Θεοφάνια. Το σκοτεινό σπήλαιο του προχριστιανικού κόσμου όπου ο Χριστός γεννάται διαδέχεται ο φωτεινός, ζείδωρος ποταμός της χάρητος και του καθαρμού από τον ρύπο, που αιώνες σωρεύει στην ψυχή του ο άνθρωπος.
*Κείμενο του Νίκου Ζία, που έφερε τον τίτλο «Εικονογραφικό σχόλιο στα Θεοφάνια» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την παραμονή των Φώτων του 1986.
Ο Νίκος Ζίας (1939-2020) υπήρξε διαπρεπής αρχαιολόγος και ακαδημαϊκός δάσκαλος, με ανεκτίμητη προσφορά στο πεδίο της προστασίας, της ανάδειξης και της προβολής της βυζαντινής και νεοελληνικής τέχνης.
Στη φωτογραφία του παρόντος άρθρου εικονίζεται η παράσταση της Βαπτίσεως (τέλος 11ου αιώνα) στη μονή Δαφνίου.