Τρία ηγετικά μέλη του ΝΑΤΟ – ΗΠΑ, Γαλλία και Γερμανία – αυξάνουν τη στρατιωτική τους βοήθεια προς την Ουκρανία, την ώρα που παραμένει στο τραπέζι το ερώτημα αν ο Βλαντίμιρ Πούτιν θα προχωρήσει σε νέα επιστράτευση.
Μάλιστα, ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι ευχαρίστησε με θερμά λόγια τον Γερμανό καγκελάριο, Όλαφ Σολτς για το «πανίσχυρο αμυντικό πακέτο» που συμπεριλαμβάνει για πρώτη φορά και τα άρματα μάχης Marder.
Το Army Technology, σε ανάλυσή του, εκτιμά ότι η περαιτέρω ενίσχυση των δυνάμεων του Κιέβου με άρματα μάχης και αντιαεροπορικά συστήματα, όπως τα Patriot, μπορεί να ανοίγει μια νέα φάση στον πόλεμο. Στο ίδιο ρεπορτάζ παρουσιάζονται και οι απώλειες των δύο εμπόλεμων μερών.
Το γεγονός ότι η Ουκρανία είναι σε θέση να αξιοποιήσει τους πόρους και την οικονομική υποστήριξη των μελών του ΝΑΤΟ και να αναπληρώσει ή να ανανεώσει τα αποθέματά της σε πυρομαχικά, φορητά όπλα, πυροβολικό και τεθωρακισμένα, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Ρωσία στις δικές της προσπάθειες, επισημαίνει το ΑΤ.
Η Μόσχα φαίνεται να περιορίζεται στη χρήση συστημάτων που είχε ως εφεδρεία, από τα οποία διαθέτει σημαντικά αλλά γερασμένα αποθέματα, και σε εξειδικευμένη υποστήριξη από χώρες όπως το Ιράν για πυρομαχικά.
Αναφορές επιμένουν ότι η Ρωσία προσπαθεί να ανεφοδιαστεί μέσω της Βόρειας Κορέας και άλλων συμμάχων, όπως η Συρία, αν και υπάρχουν ελάχιστα αδιάσειστα στοιχεία για την επαλήθευση αυτών των ισχυρισμών.
Ο εκπρόσωπος Τύπου του αμερικανικού Πενταγώνου ταξίαρχος Πατ Ράιντερ, μιλώντας κατά τη διάρκεια ενημέρωσης των ΜΜΕ στις 5 Ιανουαρίου για να επιβεβαιώσει τη συμπερίληψη των αρμάτων Μπράντλεϊ στο τελευταίο πακέτο υποστήριξης των Ηνωμένων Πολιτειών, δήλωσε ότι οι ΗΠΑ είχαν «δει την πρόθεση της Ρωσίας να αποκτήσει πυροβολικό και πυρομαχικά» από την Πιονγκγιάνγκ.
Οι απώλειες του ρωσικού και του ουκρανικού στρατού
Καθώς οι δύο πλευρές πλησιάζουν στην ανεπιθύμητη επέτειο του ενός χρόνου από την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου του περασμένου έτους, τόσο η Μόσχα όσο και το Κίεβο θα έχουν αισθανθεί τον αντίκτυπο της φθοράς στο πεδίο της μάχης τους τελευταίους 10 μήνες, τονίζει το Army Technology.
Στη συνέχεια, το AT παρουσιάζει το γράφημα του Oryx για τις απώλειες των εμπόλεμων πλευρών. Ανάμεσα σε άλλα, οι ρωσικές απώλειες πολεμικών οχημάτων διαφόρων τύπων μέχρι τις 21 Δεκεμβρίου 2022 ανήλθαν σε 1.869. Αντίθετα, η Ουκρανία είχε χάσει 418 οχήματα κατά την ίδια περίοδο.
Η σημασία της εκπαίδευσης
Πέρα από τους αριθμούς και την ανανέωση του εξοπλισμού, μεγάλο μέρος της επιτυχίας των προγραμματισμένων πολεμικών επιχειρήσεων εξαρτάται από την προετοιμασία, ιδίως με τη μορφή της εκπαίδευσης. Οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ, πριν από το ξέσπασμα των μεγάλων εχθροπραξιών μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας το 2022, είχαν εμπλακεί σε πολλαπλά εκπαιδευτικά προγράμματα που αποσκοπούσαν στον εκσυγχρονισμό και την ωρίμανση των ουκρανικών δυνάμεων λόγω της ρωσικής απειλής, υπενθυμίζει το AT.
Το επόμενο στάδιο, όπως αποκάλυψε ο Ράιντερ, θα είναι η συνδυασμένη ένοπλη και κοινή εκπαίδευση μάχης, η οποία είναι πιθανό να ξεκινήσει «σε μερικές εβδομάδες» σε χώρους στη Γερμανία.
Πάντως, το AT, σημειώνει ότι λαμβάνοντας υπόψη τον χρόνο εκπαίδευσης που χρειάζεται και τον χρόνο παράδοσης του οπλισμού, μπορεί να χρειαστούν αρκετές εβδομάδες, αν όχι μερικοί μήνες, για να παρασχεθεί όλος ο εξοπλισμός στο Κίεβο, μαζί με εξειδικευμένο προσωπικό.
Πώς θα απαντήσει ο Πούτιν
Ο ίδιος ο Βλαντίμιρ Πούτιν επέμεινε τον περασμένο μήνα ότι δεν υπήρχε ανάγκη για νέα επιστράτευση. Γνωστοί Ρώσοι στρατιωτικοί μπλόγκερ προωθούν τη συγκεκριμένη επιλογή, ενώ, μια «σκοτεινή πατριωτική ομάδα», όπως τη χαρακτηρίζει το Foreign Policy, που υποστηρίζει τις χήρες των Ρώσων στρατιωτών οι οποίοι σκοτώθηκαν στην Ουκρανία, προέτρεψε τον Πούτιν να διατάξει μεγάλης κλίμακας επιστράτευση.
Αυτό είναι το τελευταίο σημάδι ότι αυξάνεται η πίεση στο Κρεμλίνο από τους σκληροπυρηνικούς να διπλασιάσει τη δράση του μετά τη λεγόμενη μερική επιστράτευση 300.000 επιπλέον στρατιωτών τον περασμένο Σεπτέμβριο, σημειώνει το ίδιο Μέσο.
Αυτή η επιλογή – η πρώτη μεγάλη στρατιωτική επιστράτευση της Ρωσίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο – το μόνο που έκανε είναι ότι χειροτέρεψε τα πράγματα βραχυπρόθεσμα, καθώς χαρακτηρίστηκε από εκτεταμένη κακοδιαχείριση και εσωτερικές πολιτικές αντιδράσεις, γράφει το Foreign Policy.
«Τα περισσότερα από τα πρόσφατα επιστρατευμένα τμήματα ήταν ανεπαρκώς εξοπλισμένα και κάποιες φορές εκπαιδεύτηκαν μόνο για λίγες ώρες ή ημέρες.
«Η πρώτη επιστράτευση ήταν ένα απόλυτο συνονθύλευμα», δήλωσε στο SitRep ο Μπεν Χότζες, πρώην διοικητής του αμερικανικού στρατού στην Ευρώπη. Επίσης, απέτυχε να αποτρέψει τις ουκρανικές αντεπιθέσεις κοντά στην ανατολική πόλη Χάρκοβο και τη νότια πόλη Χερσώνα.
Ακόμη και αν ο Πούτιν και οι κορυφαίοι σύμβουλοί του στο Κρεμλίνο έχουν αποκρούσει τις εκκλήσεις για νέα επιστράτευση, τουλάχιστον προς το παρόν, υπάρχουν ενδείξεις ότι οι ανώτατοι αξιωματούχοι στη Μόσχα προετοιμάζουν το ρωσικό κοινό για την προοπτική επιστροφής περισσότερων φέρετρων από την Ουκρανία, γράφει χαρακτηριστικά το FP.
Μάλιστα, υπενθυμίζει ότι η Ρωσία, σε μια σπάνια κίνησή της, παραδέχθηκε ότι υπήρχαν 89 νεκροί από το χτύπημα στη Μακιίβκα στην Περιφέρεια του Ντονέτσκ.
Ο Χότζες, πάντως, αμφισβητεί ότι μια δεύτερη επιστράτευση θα κάνει τη διαφορά, «εκτός αν η Ρωσία μπορέσει να λύσει τους τεράστιους υλικοτεχνικούς πονοκεφάλους για το πώς θα εκπαιδεύσει και θα εξοπλίσει σωστά όλους αυτούς τους στρατιώτες».