Φονικές πλημμύρες, ιστορικών διαστάσεων ξηρασία και καύσωνες, καταρρακτώδεις βροχές και άνοδος της στάθμης της θάλασσας: Από τη μία άκρη του πλανήτη έως την άλλη, τα ακραία καιρικά φαινόμενα καθιστούν πιο σαφή από ποτέ την πραγματικότητα της κλιματικής κρίσης για δισεκατομμύρια ανθρώπους. Οπως τονίζουν οι επιστήμονες, η κλιματική αλλαγή είναι εδώ και θα πρέπει να πάρουμε γρήγορα μέτρα για να αποφύγουμε τα χειρότερα στο μέλλον. Και όταν μιλάμε για τα χειρότερα, αξίζει να σημειωθεί πως ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών έχει ορίσει συνολικά εννέα φυσικούς κινδύνους, ανάμεσα στους οποίους είναι η ξηρασία, οι καύσωνες μαζί με τους σεισμούς και τις πλημμύρες, οι δασικές πυρκαγιές και η ηφαιστειακή δραστηριότητα. Και αν για τον Εγκέλαδο και τα ηφαίστεια δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία ότι πυροδοτούνται άμεσα από την κλιματική αλλαγή, οι υπόλοιποι εφιάλτες καθίστανται ολοένα και πιο ζωντανοί.

Ηδη στην Ελλάδα παρατηρούνται τα «απόνερα» από την αποσταθεροποίηση του κλιματικού συστήματος και η συσσώρευση των φαινομένων ολοένα και αυξάνεται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η ξηρασία και οι καύσωνες, που με τη σειρά τους σημαίνουν το «καμπανάκι» για εκδήλωση πυρκαγιών.

 

ΚΑΥΣΩΝΕΣ

Το όριο έχει ξεπεραστεί

 

Μιλώντας στα «ΝΕΑ» ο μετεωρολόγος και διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Κώστας Λαγουβάρδος τονίζει πως τα τελευταία χρόνια η αύξηση της θερμοκρασίας στον πλανήτη έχει ξεπεράσει το όριο του ενός βαθμού Κελσίου, προειδοποιώντας για τους κινδύνους, με αφορμή τα σχετικά στοιχεία από την υπηρεσία Copernicus: «Πλέον, καταγράφεται μια τάση – και στην Ελλάδα – για αύξηση της θερμοκρασίας, γεγονός που θα οδηγήσει σε σοβαρές συνέπειες τόσο για την ανθρώπινη υγεία όσο και για τα οικοσυστήματα».

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον ίδιο, θα πρέπει να εστιάσουμε στο όριο του 1,5 βαθμού Κελσίου που έχει οριστεί στο πλαίσιο της Συμφωνίας των Παρισίων για την Κλιματική Αλλαγή, καθώς δεν απέχει πολύ από το να ξεπεραστεί και ως εκ τούτου να επιφέρει μεγάλες αλλαγές στον πλανήτη. Οπως λέει, σε αρκετές χώρες της Κεντρικής Ευρώπης το 2022 ήταν το θερμότερο στα χρονικά των καταγραφών, με την Ελλάδα να «γλιτώνει», ωστόσο, συνεχίζει, ο Δεκέμβριος ήταν ο θερμότερος που καταγράφηκε τις τελευταίες δεκαετίες στη χώρα μας.

Ο διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών εξηγεί ότι σε όλον τον πλανήτη η θερμοκρασία έχει αυξηθεί κατά 1,2 βαθμό Κελσίου σε σύγκριση με την προβιομηχανική περίοδο (1850-1900). «Αν ξεπεράσουμε το όριο του 1,5 βαθμού, θα επιταχυνθεί το λιώσιμο των πάγων, θα έχουμε πιο ισχυρούς καύσωνες και γενικότερα θα αλλάξουν η ένταση και η συχνότητα των καιρικών φαινομένων» επισημαίνει ο ειδικός.

ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ

Συχνότερες και δυσκολότερες

Οσον αφορά την Ελλάδα, ο μετεωρολόγος υπογραμμίζει πως η αύξηση της θερμοκρασίας ενδέχεται να οδηγήσει σε πιο παρατεταμένους καύσωνες, γεγονός που ταυτόχρονα σημαίνει υψηλότερο κίνδυνο εκδήλωσης πυρκαγιάς. «Οπως διαπιστώνουμε όλα αυτά τα χρόνια, οι υψηλές θερμοκρασίες θα οδηγήσουν σε πολύ πιο ισχυρούς και με μεγαλύτερη διάρκεια καύσωνες» σημειώνει ο Κώστας Λαγουβάρδος και προσθέτει ότι «είναι πλέον πιθανό να έχουμε καύσωνες τους μήνες Μάιο και Σεπτέμβριο, κάτι το οποίο δεν ήταν τόσο σύνηθες έως σήμερα, και αυτό είναι κάτι που μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις τόσο στην ανθρώπινη υγεία όσο και στο οικοσύστημα». Ως παράδειγμα αναφέρει το δύσκολο καλοκαίρι του 2021, το οποίο ήταν ακραίο όσον αφορά τη θερμοκρασία,  γεγονός που οδήγησε σε ανεξέλεγκτες δασικές πυρκαγιές, αποτέλεσμα των παρατεταμένων υψηλών θερμοκρασιών και της ξηρασίας κατά τους συγκεκριμένους μήνες.

Θέτοντας το ερώτημα κατά πόσο ανοχύρωτοι είμαστε σε αυτό το τεράστιο οικολογικό πρόβλημα, επισημαίνει: «Η επιστημονική γνώση τα τελευταία χρόνια έχει κάνει σημαντικά βήματα στον τομέα της παρατήρησης και της πρόγνωσης καιρού, επομένως μας παρέχει εργαλεία τα οποία μπορούν να δώσουν πολύ σημαντικές πληροφορίες για τον κίνδυνο εκδήλωσης δασικών πυρκαγιών αλλά και για την εξέλιξή τους όταν συμβούν. Οι δασικές πυρκαγιές θα γίνουν συχνότερες και ακόμα δυσκολότερα ελέγξιμες τις επόμενες δεκαετίες λόγω της αναμενόμενης αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη, γεγονός που καθιστά την πολιτική πρόληψης κρίσιμο παράγοντα για την καλύτερη προετοιμασία αλλά και την αποφυγή της κόπωσης και της διασποράς δυνάμεων των φορέων αντιμετώπισης (Πυροσβεστικό Σώμα και Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης)».

ΞΗΡΑΣΙΑ

Η Ελλάδα ήταν «τυχερή»

Συγκρίνοντας τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής με έναν κύκλο, όπου το ένα φαινόμενο οδηγεί στο άλλο, ο μετεωρολόγος αναφέρεται και στην ξηρασία, υπογραμμίζοντας πως μέχρι στιγμής η Ελλάδα ήταν «τυχερή», καθώς είχε «καλά ύψη βροχής». Οπως λέει, μπορεί να είχαμε μικρότερο αριθμό γεγονότων, αλλά σημειώθηκαν αρκετές βροχές, εν αντιθέσει με τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης και της Δυτικής Μεσογείου, όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Γαλλία, που είχαν πολύ υψηλές θερμοκρασίες και ταυτόχρονα ξηρασία. Ωστόσο, αυτό είναι κάτι που μπορεί να αλλάξει, καθώς το βλέπουμε στις γειτονικές μας χώρες. «Βλέπουμε στοιχεία, όπως τη μείωση των χιονοπτώσεων, και τα αξιοποιούμε ανάλογα» προσθέτει ο Κώστας Λαγουβάρδος.

Αξίζει να σημειωθεί πως ο διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών διαπιστώνει κενά στη μετεωρολογική στήριξη της Πολιτικής Προστασίας και υποεκτίμηση της κατάστασης, επισημαίνοντας πως χρειάζεται σωστή αποτύπωση των κλιματικών συνθηκών και, καθώς αυξάνονται τα έντονα φαινόμενα, απαιτείται ευρύτερος σχεδιασμός από πλευράς Πολιτικής Προστασίας. «Δεν το κάνουμε αυτό, υπάρχει κενό μεταξύ επιχειρησιακών και επιστημονικών φορέων» εκτιμά.

ΘΑΛΑΣΣΑ

Ανοδος της στάθμης

Μια ακόμα απειλή, η οποία – προς το παρόν – είναι διαχειρίσιμη, είναι και η άνοδος της στάθμης της θάλασσας. Σύμφωνα με τον ειδικό, πρόκειται για έναν διαχειρίσιμο κίνδυνο, «αλλά δεν θα είναι για πολύ ακόμη». Σημειώνεται πως η άνοδος της στάθμης της θάλασσας είναι μια βασική συνέπεια της υπερθέρμανσης του πλανήτη και θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυξημένο κίνδυνο πλημμύρας από θαλάσσιες καταιγίδες, για τους ανθρώπους, τις χρήσεις γης (π.χ. γεωργία), τις περιουσίες, τις υποδομές, αλλαγές στη διαχείριση του νερού, είτε λόγω μειωμένων ποτάμιων εισροών είτε υφαλμύρινσης των παράκτιων υδροφόρων οριζόντων, είτε τελικά σε εκτεταμένη μετανάστευση πληθυσμών, η οποία εκτιμάται να διπλασιαστεί ή ακόμα και να τριπλασιαστεί μέχρι το 2100, δηλαδή σε διάστημα μικρότερο των 80 χρόνων.

ΠΛΗΜΜΥΡΕΣ

650 νεκροί σε 100 χρόνια

Σε ό,τι αφορά τις πλημμύρες, ο καθηγητής Γεωλογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Μιχάλης Διακάκης αναφέρει ότι οι καταστροφές από το φαινόμενο παρατηρούνται ολοένα και πιο συχνά, ενώ αυτό που εντείνει την ανησυχία των επιστημόνων είναι ότι καταγράφονται με μεγαλύτερη συχνότητα και ακραία περιστατικά με πολλούς θανάτους.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε, τα τελευταία 100 χρόνια η χώρα μας θρηνεί πάνω από 650 νεκρούς από πλημμύρες, ενώ μόνο το 2022 χαρακτηρίστηκε από 55 ακραία καιρικά φαινόμενα στην Ελλάδα και ορισμένα από αυτά προκάλεσαν εκτεταμένες καταστροφές και την απώλεια δεκάδων ζωών (σ.σ.: με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τις πλημμύρες στη Μάνδρα το 2017).

Ενδεικτικά της δυναμικής του φαινομένου είναι και τα στοιχεία της τελευταίας 20ετίας, σύμφωνα με το Meteo του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, καθώς από το 2000 μέχρι και σήμερα έχουν καταγραφεί 543 έντονα καιρικά επεισόδια και οι συνολικές απώλειες ανθρώπινων ζωών εξαιτίας των καιρικών φαινομένων αυτής της περιόδου ξεπερνούν τους 250. Από αυτούς, 132 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε πλημμυρικά επεισόδια την περίοδο 2000-2020, γεγονός που καταδεικνύει ότι οι πλημμύρες είναι μακράν το πιο επικίνδυνο φαινόμενο. Την ίδια περίοδο καταγράφηκαν 488 πλημμυρικά επεισόδια, ενώ οι μήνες Οκτώβριος και Νοέμβριος παρουσίασαν τη μεγαλύτερη συχνότητα, γεγονός που χαρακτηρίζεται από τους ερευνητές αναμενόμενο, δεδομένου ότι οι περισσότερες καταστροφές από καιρικά φαινόμενα στην Ελλάδα οφείλονται σε έντονες βροχοπτώσεις.

Από τη γεωγραφική κατανομή των επεισοδίων, παρατηρείται ότι οι παράκτιοι νομοί είναι περισσότερο εκτεθειμένοι σε έντονα καιρικά φαινόμενα, ενώ η ευρύτερη περιοχή του λεκανοπεδίου Αττικής (Αθήνα και προάστια), όπου διαμένει περίπου το 35% του συνολικού ελληνικού πληθυσμού, θεωρείται η πλέον πληττόμενη.

Οπως εξηγεί ο Μιχάλης Διακάκης, σε ό,τι έχει να κάνει με τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, πρόκειται για έναν ανατροφοδοτούμενο κύκλο, όπου η ξηρασία οδηγεί σε πυρκαγιές, σε διάβρωση και ούτω καθεξής.

Απαντώντας στο καίριο ερώτημα για τις παρεμβάσεις που απαιτούνται προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ζήτημα, ο καθηγητής Γεωλογίας επισημαίνει πως πέραν των ασκήσεων, της εκπαίδευσης και της εφαρμογής της νομοθεσίας εκεί όπου απαιτείται (όπως απόφραξη ρεμάτων, χτίσιμο σε απορροές κ.ο.κ.), αυτό που χρειάζεται είναι η δημιουργία ενός εξειδικευμένου οργανισμού για τις πλημμύρες, ακολουθώντας το παράδειγμα του ΟΑΣΠ (Οργανισμός Αντισεισμικής Προστασίας). «Δυστυχώς, δεν υπάρχει τέτοια ομάδα, με εξειδίκευση και στελεχωμένη με υδρολόγους, μετεωρολόγους κ.λπ.» καταλήγει.

Ο ΣΤΟΧΟΣ

Πρόληψη, ετοιμότητα, ανθεκτικότητα

 

Με φόντο αυτούς τους κλιματικούς εφιάλτες, η κυβέρνηση επισημαίνει πως η δημιουργία του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας αποτελεί μια χειροπιαστή απόδειξη της κορυφαίας σημασίας που έχει για αυτήν η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, της κλιματικής κρίσης, και των συνεπειών της.

Στο πλαίσιο αυτό, τονίζεται πως έχουν δρομολογηθεί η οργάνωση του νέου υπουργείου και η δημιουργία ενός σύγχρονου Εθνικού Μηχανισμού Διαχείρισης Κρίσεων Φυσικών Καταστροφών, το οποίο θα υποστηρίζεται από επιστημονική γνώση και τεκμηρίωση, ενώ σχεδιάζεται και η σύσταση μιας Εθνικής Πλατφόρμας/Βάσης Δεδομένων η οποία θα βασίζεται στην επιστημονική ανάλυση και θα τροφοδοτεί τις επιχειρησιακές αποφάσεις. Τέλος, επισημαίνεται πως στόχος είναι η χάραξη μιας Εθνικής Στρατηγικής για την Κλιματική Αλλαγή και την Πολιτική Προστασία, με συγκεκριμένο σχέδιο δράσης που να στηρίζεται στο τρίπτυχο «πρόληψη, προετοιμασία-ετοιμότητα, ανθεκτικότητα».