Ο πρωθυπουργός του Ιράκ, Μοχάμεντ αλ-Σουντανί, υπερασπίστηκε την παρουσία αμερικανικών στρατευμάτων στη χώρα του και δεν έθεσε χρονοδιάγραμμα για την αποχώρησή τους, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Wall Street Journal, που δημοσιεύθηκε σήμερα, Κυριακή.
Αναφερόμενος στις στρατιωτικές δυνάμεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, που εκπαιδεύουν και βοηθούν ιρακινές μονάδες στον πόλεμο κατά του Ισλαμικού Κράτους, αλλά σε μεγάλο βαθμό μένουν εκτός μάχης, ο Σουντανί τόνισε ότι οι ξένες δυνάμεις εξακολουθούν να είναι αναγκαίες.
«Η εξάλειψη του Ισλαμικού Κράτους χρειάζεται περισσότερο χρόνο», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Ο Σουντανί, ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντά του τον περασμένο Οκτώβριο, είπε στη WSJ ότι σχεδιάζει να στείλει μια αντιπροσωπεία υψηλόβαθμων αξιωματούχων στην Ουάσιγκτον, για να έχουν συνομιλίες με Αμερικανούς ομολόγους τους τον επόμενο μήνα, προσθέτοντας ότι η Βαγδάτη θα ήθελε να έχει παρόμοιες σχέσεις με τις ΗΠΑ με αυτές που έχει η Σαουδική Αραβία και άλλες χώρες παραγωγοί πετρελαίου και φυσικού αερίου του Περσικού Κόλπου.
«Δεν το βλέπω ως κάτι αδύνατο, να δω το Ιράκ να έχει μια καλή σχέση με το Ιράν και τις ΗΠΑ», τόνισε ο Ιρακινός πρωθυπουργός.
Ο διπλός στόχος του «άπειρου» Σουντανί
Ο πρωθυπουργός Σουντανί, ο οποίος – σημειώνει η WSJ – είχε ελάχιστη διεθνή εμπειρία και είναι ως επί το πλείστον άγνωστος στη Δύση, προσπαθεί να διευρύνει τις επαφές του με την κυβέρνηση Μπάιντεν και άλλες δυτικές κυβερνήσεις, με την ελπίδα να προσελκύσει επενδύσεις και βοήθεια, καθώς και να αντιμετωπίσει τις επικρίσεις ότι η κυβέρνησή του είναι πολύ στενά ευθυγραμμισμένη με το Ιράν.
Για το Ιράκ, τον δεύτερο μεγαλύτερο παραγωγό αργού πετρελαίου στον Οργανισμό Εξαγωγών Πετρελαιοπαραγωγών Χωρών μετά την Σαουδική Αραβία, οι φιλοδοξίες αυτές αντιμετωπίζουν τεράστια εμπόδια, συμπεριλαμβανομένης μιας οικονομίας και μιας κυβέρνησης που μαστίζεται από τη διαφθορά και τις καλά εξοπλισμένες πολιτοφυλακές, μια συνεχιζόμενη χαμηλού επιπέδου απειλή ασφάλειας από το Ισλαμικό Κράτος και διαιρέσεις μεταξύ των σιιτικών, σουνιτικών και κουρδικών φατριών του.
Είκοσι χρόνια μετά την αμερικανική εισβολή που ανέτρεψε τον Σαντάμ Χουσεΐν, η Ουάσιγκτον και η Βαγδάτη έχουν μια επιφυλακτική, αλλά ακόμη αλληλένδετη σχέση. Από το Νοέμβριο, το δηνάριο του Ιράκ έχει πέσει απότομα έναντι του δολαρίου στις ανεπίσημες αγορές συναλλάγματος, στην εξαρτώμενη από το δολάριο οικονομία του Ιράκ, αυξάνοντας τις τιμές των τροφίμων και άλλων αγαθών για τους απλούς Ιρακινούς, την υποστήριξη των οποίων «φλερτάρει» ο Σουντανί, αναφέρει χαρακτηριστικά η αμερικανική εφημερίδα.
Σε ανακοίνωσή του, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωσε ότι οι ΗΠΑ επιθυμούν να δουν «ένα ισχυρό, σταθερό και κυρίαρχο ιρακινό κράτος».
«Το Ιράκ είναι ένας ζωτικός εταίρος σε πολλά ζητήματα και είμαστε πρόθυμοι να εμβαθύνουμε τη συνεργασία μας» για την κλιματική αλλαγή, την ασφάλεια των υδάτων και τον ενεργειακό εκσυγχρονισμό, μεταξύ άλλων θεμάτων, ανέφερε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.