Την Πρωτοχρονιά ο Αλέξης Τσίπρας βρέθηκε στη μακρινή Μπραζίλια για να λάβει μέρος – σαν «εγγονός» και «γιος» αριστερών, όπως ο Ρικάρντο Λάγκος κι ο Εβο Μοράλες – στην ορκωμοσία του νέου βραζιλιάνου προέδρου. Μια εβδομάδα αργότερα συναντήθηκε με τους συνδικαλιστές των αρχαιολόγων για να καταγγείλει – με φόντο την Ακρόπολη  οποιαδήποτε απόπειρα να επιστρέψουν τα Γλυπτά του Παρθενώνα εδώ «δανεικά». Σε λίγες μόλις ημέρες, για να το πούμε με άλλα λόγια, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ σκηνοθέτησε τα φωτογραφικά στιγμιότυπα τα οποία αποτυπώνουν τη δύσκολη άσκηση ισορροπίας που αποπειράται το κόμμα του όταν πατάει στις βάρκες δύο διαμετρικά αντίθετων εκλογικών ακροατηρίων, εκείνου των ριζοσπαστών αριστερών και του άλλου των συντηρητικών που ομνύουν στο αρχαίο κλέος.

Η Κουμουνδούρου στέλνει – και μάλιστα σε προεκλογικό χρόνο – το μήνυμα «και με τον Λούλα και με τους Γλυπτομάχους». Και με τα είδωλα της αριστερής ορθοδοξίας, δηλαδή, και με τους ψηφοφόρους οι οποίοι δεν θα δέχονταν ως επανένωση τίποτα λιγότερο από την επιστροφή των Γλυπτών στην Αθήνα με μια δήλωση μετανοίας του Βρετανικού Μουσείου για την κλοπή που διέπραξε ο Ελγιν.

Μέχρι τώρα οι πιο θορυβώδεις εσωτερικές διαμάχες στην αξιωματική αντιπολίτευση προκαλούνταν από τις απόπειρες της ηγετικής ομάδας να προσεγγίσει τους εκλογείς του Κέντρου ή έστω της Κεντροαριστεράς. Κάποιοι σύντροφοι θεωρούσαν πως έτσι αλλοιώνεται η ιδεολογική φυσιογνωμία του κόμματος, αφού αυτό αναγκάζεται να βάλει αρκετό νερό στο κρασί της αριστεροσύνης του προκειμένου να ακουστεί στα μετριοπαθέστερα αφτιά εκείνων που αυτοχαρακτηρίζονται κεντρώοι.

Αντίθετα, τα ανοίγματα στους συντηρητικούς ψηφοφόρους όχι μόνο δεν έλειπαν, αλλά δεν πυροδοτούσαν και αγεφύρωτες εσωκομματικές αντιπαραθέσεις. Από μια άποψη λογικό. Η κυβερνώσα Αριστερά, άλλωστε, έγινε πραγματικότητα χάρη στη στήριξη των Ανεξάρτητων Ελλήνων, ενός κόμματος της εθνικοπατριωτικής Δεξιάς. Κι όταν το τελευταίο διαλύθηκε στα εξ ων συνετέθη, πολλά στελέχη του βρήκαν μια καινούργια κομματική στέγη στο κόκκινο κτίριο των συριζαϊκών γραφείων.

 

Οι μεταγραφές

 Στα χρόνια της διακυβέρνησης, μάλιστα, τέτοιες μεταγραφές πλασάρονταν ως διεύρυνση προς τα κεντροδεξιά. Η Ελενα Κουντουρά, ο Τέρενς Κουίκ, ο Θανάσης Παπαχριστόπουλος, η Μαρίνα Χρυσοβελώνη κι ο Βασίλης Κόκκαλης κατέλαβαν μια θέση στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ το 2019 κι ορισμένοι συνεχίζουν ακόμη την πολιτική τους καριέρα υποδυόμενοι τους νεοφώτιστους αριστερούς. Υποψήφιος του κόμματος υπήρξε κι ο Κώστας Ζουράρις, που θυμήθηκε έτσι πως στα νιάτα του ήταν κομμουνιστής. Μια ηγερία της λαϊκής Δεξιάς, η Κατερίνα Παπακώστα, το ίδιο – αφού διετέλεσε για λίγο και υφυπουργός του Τσίπρα.

Πέρα όμως από τα πρόσωπα με τα οποία θέλησε να δελεάσει το συντηρητικό εκλογικό σώμα, ο ΣΥΡΙΖΑ φρόντισε αρκετές φορές να βροντοφωνάξει όσα αυτό θέλει να ακούει απ’ τους εκπροσώπους του έθνους. Την πρώτη μέρα που το «Ορούτς Ρέις» μπήκε στην ελληνική υφαλοκρηπίδα τον Αύγουστο του 2020, για παράδειγμα, ο συριζαίος τομεάρχης Εξωτερικών είχε τιτιβίσει «δεν υπερασπίζεσαι τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας κάνοντας “θόρυβο”. Η κυβέρνηση οφείλει να αποτρέψει έμπρακτα κάθε αμφισβήτησή τους για να μη δημιουργηθούν τετελεσμένα, όπως έκανε η Ελλάδα το 2018», προϊδεάζοντας για τη γραμμή της «αποτροπής» που θα υιοθετούσε το κόμμα του καθόλη τη διάρκεια εκείνης της ελληνοτουρκικής κρίσης. Οι αριστεροί είχαν προτιμήσει τις τουρκοφαγικές ιαχές αντί των δυσνόητων κειμένων των διεθνών συνθηκών – τα οποία σίγουρα δεν δονούν το εθνικοπατριωτικό μπλοκ.

Στο ίδιο μοτίβο φαίνεται να βασίζεται κι η στάση τους αναφορικά με τις συζητήσεις κυβέρνησης και Βρετανικού Μουσείου. Τι κι αν κουβαλούν την εμπειρία της σύνθετης διαπραγμάτευσης η οποία προηγήθηκε των Πρεσπών; Αυτοί που κατηγορούσαν την αντιπολίτευση του 2018 για υπόθαλψη μακεδονομαχικών αισθημάτων στην κοινή γνώμη σήμερα αντιτίθενται σε οποιαδήποτε «εκχώρηση του εθνικού μας πλούτου» και «υποχώρηση από τα δίκαια της χώρας» στο ζήτημα των Γλυπτών. Οποιοσδήποτε συμβιβασμός περιγράφεται προτού καν γίνει σαν εθνική μειοδοσία, όχι ως αναγκαία συνθήκη για μια αμοιβαία επωφελή συμφωνία, όπως εκείνη για το ονοματολογικό που υπογράφηκε κάτω από μια λευκή τέντα στους Ψαράδες της Φλώρινας.

 

Η στρατολόγηση

Για την ιστορία, λίγο πριν ξεκινήσουν οι γιορτές του 2022, ο ΣΥΡΙΖΑ τόνωνε το ριζοσπαστικό του προφίλ στρατολογώντας δυο πρώην βουλευτίνες του Βαρουφάκη. Ο συγκεκριμένος διπολισμός – ο οποίος έγινε περισσότερο αισθητός το τελευταίο εικοσαήμερο – σίγουρα δεν εκπλήσσει τους θιασώτες του πολιτικού ρεαλισμού. Αυτοί ξέρουν πως κάθε κόμμα εξουσίας οφείλει να απευθυνθεί σε πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους ομάδες ψηφοφόρων προκειμένου να καταφέρει τελικά να καθίσει στα κυβερνητικά έδρανα. Παρ’ όλα αυτά, ο τρόπος που η Κουμουνδούρου επιλέγει για να πετύχει τον στόχο της πολυσυλλεκτικότητας είναι μάλλον ακατέργαστος. Γιατί τονίζει τις αντιφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ περισσότερο απ’ όσο ο ίδιος, η παραδοσιακή του βάση κι οι δυνητικοί του υποστηρικτές αντέχουν.