Σοβαρές υποθέσεις με δικαστική διάσταση, πέραν των κρίσιμων πολιτικών προεκτάσεων, βρίσκονται στην αιχμή τής έστω άτυπης προεκλογικής αντιπαράθεσης, η οποία εξελίσσεται ανάμεσα σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση – με ιδιαίτερη δε σφοδρότητα μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ.
Στον δρόμο προς τις κάλπες προεξοφλείται όξυνση στους τόνους από όλες τις πλευρές και ένα ακόμη πιο πολωμένο σκηνικό.
Το Μαξίμου προσπαθεί να επενδύει σε «θετικό» αφήγημα προς τους πολίτες και θέλει να καθορίζει απόλυτα τη δημόσια ατζέντα, φέρνοντας στο προσκήνιο με κάθε ευκαιρία πρόσωπα, «έργα και ημέρες» της Κουμουνδούρου που όπως θεωρούν στην κυβέρνηση, αναδεικνύουν τις διαιρετικές τομές της διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη με την περίοδο του Αλέξη Τσίπρα στην εξουσία.
Από την πλευρά της η Κουμουνδούρου ρίχνει εμφανώς όλες τις δυνάμεις της σε εκείνα τα πεδία, όπως για παράδειγμα τα ζητήματα διαφάνειας, που δείχνουν να προκαλούν στην κυβέρνηση ασφυκτικές πιέσεις σε επικοινωνιακό ή και διαχειριστικό επίπεδο, όπως καταγράφεται άλλωστε και δημοσκοπικά.
Η ΝΔ βάζει πάντα στο κάδρο των επιθέσεών της τον Τσίπρα και αντίστοιχα ο ΣΥΡΙΖΑ τον Μητσοτάκη σε μια εναλλαγή επιθέσεων και αντεπιθέσεων για όλα τα ανοιχτά μέτωπα.
Στην υπόθεση των υποκλοπών η κυβέρνηση αναζητάει διαρκώς χειρισμούς οι οποίοι αφενός θα της επιτρέψουν να αποφύγει περαιτέρω πλήγματα στο θεσμικό προφίλ της, αφετέρου δεν θα επιτρέπουν να μονοπωλεί το θέμα την (προεκλογική) επικαιρότητα.
Και επιπλέον επιχειρεί αντεπιθέσεις στην αξιωματική αντιπολίτευση κυρίως με φόντο τα δύο ειδικά δικαστήρια, που ρίχνουν βαριές σκιές πάνω από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος από την πλευρά του βλέπει τη ΝΔ σε πανικό με «αγωνιώδεις προσπάθειες να αλλάξει την ατζέντα από τη δημοκρατική εκτροπή των παρακολουθήσεων».
Στα μέτωπα των εν εξελίξει δικών με υψηλό πολιτικό φορτίο (όπως είναι και η διαδικασία για την εθνική τραγωδία στο Μάτι) θα προστεθεί στα επόμενα 24ωρα η δημόσια συζήτηση για τη νομοθετική ρύθμιση αποκλεισμού «εγκληματικών οργανώσεων» από το ελληνικό Κοινοβούλιο.
Η κυβέρνηση θα ήθελε ιδανικά να εμφανιστεί ότι φέρνει μια σημαντική συναινετική πρωτοβουλία, εξ ου και οι προσπάθειες για εξεύρεση κοινού τόπου με το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ με παράλληλες πρώτες βολές στον ΣΥΡΙΖΑ περί «κινήσεων πολιτικού εντυπωσιασμού», δεδομένου ότι η Κουμουνδούρου έχει προαναγγείλει δική της διάταξη.
Η Κουμουνδούρου χορεύει στους ρυθμούς του Καλογρίτσα
Για πρώτη φορά στα χρονικά της Μεταπολίτευσης συμπίπτει να… τρέχουν παράλληλα δύο διαφορετικά Ειδικά Δικαστήρια, ενώπιον των οποίων δικάζονται δύο πρώην υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ, ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης, Δημήτρης Παπαγγελόπουλος, και ο πρώην υπουργός Επικρατείας, Νίκος Παππάς.
Οι πολιτικές αναταράξεις είναι ήδη έντονες για όσα εξελίσσονται στο Ειδικό Δικαστήριο με κατηγορουμένους τον Νίκο Παππά, για το πλημμέλημα της παράβασης καθήκοντος, και τον επιχειρηματία Χρήστο Καλογρίτσα, για συνέργεια στο ίδιο αδίκημα που συνδέεται με τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες το 2016.
Στις τελευταίες συνεδριάσεις οι τόνοι έχουν ανέβει πολλές φορές, ιδιαίτερα μετά την κατάθεση της επί 40 χρόνια γραμματέως του επιχειρηματία, Ευθαλίας Διαμαντή, η οποία – τόσο στο Ειδικό Δικαστήριο όσο και σε συνέντευξή της στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» – έκανε λόγο για φακέλους με χρήματα που έφευγαν για το κόμμα, «δείχνοντας» τον ΣΥΡΙΖΑ.
«Ο κ. Τσίπρας οφείλει να δώσει άμεσα εξηγήσεις για το αν τελικά ήξερε ή όχι για τις βαλίτσες που σύμφωνα με τη γραμματέα του επιχειρηματία κατέληγαν στο ταμείο του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και να απαντήσει εάν θα μηνύσει τον κ. Καλογρίτσα ως κοινό συκοφάντη» ήταν η αντίδραση της ΝΔ για όσα αναφέρθηκαν στη συνέντευξη της γραμματέως.
Από την πλευρά του ο Χρήστος Καλογρίτσας πυροδότησε νέο κύκλο πολιτικής αντιπαράθεσης προσκομίζοντας στο δικαστήριο, μέσω των δικηγόρων του, Ανδρέα Λοβέρδου και Αγγελου Καραχάλιου, ένα SMS το οποίο φέρεται να είχε στείλει ο πρώην υπουργός στον επιχειρηματία, στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, και στο οποίο αναγράφονται ονόματα επιχειρηματιών και αριθμοί που παραπέμπουν στο ποσοστό του καθενός στο τηλεοπτικό κανάλι του Χρ. Καλογρίτσα, ο οποίος είχε αναδειχθεί ένας από τους υπερθεματιστές αδειών με βάση τον διαγωνισμό που είχε προηγηθεί.
Παράλληλα, σε αυτό το μήνυμα αναφερόταν και ένας κωδικός Α2, ο οποίος από την πλευρά Καλογρίτσα υποστηρίχθηκε ότι αφορούσε τον δικηγόρο Αρτέμη Αρτεμίου.
Οι αποφάσεις και των δύο Ειδικών Δικαστηρίων θα εκδοθούν, όπως εκτιμάται, περί τα τέλη Φεβρουαρίου ή εντός του Μαρτίου, καθώς το πρώτο Ειδικό Δικαστήριο μπαίνει από σήμερα στην τελική ευθεία με την απολογία της πρώην επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς Ελένης Τουλουπάκη.
Οι ευθύνες για τους 104 νεκρούς σε πρώτο πλάνο
To δικό τους «κατηγορώ» για τις εγκληματικές παραλείψεις του κράτους και των αρμόδιων φορέων διατυπώνουν, εδώ και τρεις μήνες ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου της Αθήνας, οι μάρτυρες στη δίκη για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι, τον Ιούλιο του 2018, περιγράφοντας από καρδιάς και με καθηλωτικό τρόπο όσα εφιαλτικά βίωσαν και κυρίως όσα δεν έγιναν, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 104 συνάνθρωποί μας.
Με φωνές σπασμένες, με ψυχές καμένες και έχοντας χάσει ό,τι πολυτιμότερο είχαν στη ζωή τους, τα αγαπημένα τους οικογενειακά πρόσωπα, οι μάρτυρες φτάνουν στο βήμα και κοιτάζοντας στα μάτια τους δικαστές, οι οποίοι μετά από καιρό θα κρίνουν τους 21 κατηγορούμενους, οι οποίοι δικάζονται για πλημμελήματα, ζητούν μόνο δικαίωση.
Δικαίωση για τη μνήμη όλων εκείνων, που βρήκαν μαρτυρικό θάνατο, που βρέθηκαν απανθρακωμένοι και πνιγμένοι, δικαίωση για όσους έμειναν πίσω να μετρούν πληγές στα καμένα σώματά τους, δικαίωση για όσους δεν μπορούν να λησμονήσουν ούτε ένα λεπτό το τοπίο της κόλασης και που από τότε – όπως έχουν πει – είναι «ζωντανοί νεκροί».
Ο πόνος και το πένθος, μα πάνω από όλα έζησαν, επειδή κανένας αρμόδιος δεν έκανε τη δουλειά του, υπάρχουν στιγμές που οι λέξεις μοιάζουν φτωχές να αποδοθούν στο χαρτί. Ολοι οι παράγοντες της δίκης σιωπηλά, κάποιες φορές με έντονη συγκινησιακή φόρτιση και άλλες φορές με κλαμένα μάτια, ακούν όσα σημάδεψαν τις ζωές των μαρτύρων, οι οποίοι περιμένουν ακόμα από κάποιον υπεύθυνο εκείνης της περιόδου να πει έστω ένα συγγνώμη.
Μετά τον κύκλο των μαρτύρων συγγενών των θυμάτων, θα ακολουθήσει η εξέταση των πραγματογνωμόνων, οι οποίοι με βάση τις ειδικές τους γνώσεις θα απαριθμήσουν τις ευθύνες ενός εκάστου εκ των 21 κατηγορουμένων, οι περισσότεροι από τους οποίους ασκώντας δικονομικό τους δικαίωμα έχουν επιλέξει, αντί της αυτοπρόσωπης εμφάνισής τους στο εδώλιο, την εκπροσώπησή τους από τους δικηγόρους τους.
Η απόφαση του δικαστηρίου για την ενοχή ή μη των κατηγορουμένων αναμένεται με ιδιαίτερη αγωνία και ενδιαφέρον, όχι μόνο από τους κατηγορούμενους, αλλά κυρίως από τους συγγενείς των θυμάτων.
Οι υποκλοπές κρατούν ψηλά τα ντεσιμπέλ
Στην υπόθεση των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων το Μαξίμου επιμένει να παραπέμπει στην έρευνα της Δικαιοσύνης για «απαντήσεις σε όλα», υπό τη συνεχή πίεση ωστόσο της αντιπολίτευσης, η οποία δυσκολεύει τους κυβερνητικούς χειρισμούς.
Οι υποκλοπές έχουν και αμιγώς δικαστική διάσταση, καθώς εξελίσσεται προκαταρκτική εξέταση από τους εισαγγελείς Πρωτοδικών Αγγελική Τριανταφύλλου και Κώστα Σπυρόπουλο (ερευνούν την ουσία των καταγγελιών για παραβίαση τηλεφωνικού απορρήτου πολιτικών, δημοσιογράφων κ.ά.), ενώ στην πολιτική αντιπαράθεση ξαφνική κλιμάκωση υπήρξε αρχικά με τη 19σέλιδη γνωμοδότηση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ισίδωρου Ντογιάκου ότι η ΑΔΑΕ δεν έχει αρμοδιότητα ούτε να ενημερώνει τους πολίτες για τυχόν παρακολούθησή τους για λόγους εθνικής ασφάλειας, ούτε να απευθύνεται σε τηλεφωνικούς παρόχους.
Και πλέον η σύγκρουση συνεχίζεται με σφοδρότητα στο φόντο της διπλής επιστολής – την περασμένη εβδομάδα – του επικεφαλής της ανεξάρτητης Αρχής για σύγκληση και ενημέρωση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας. Ο Χρήστος Ράμμος επικαλείται υποχρέωση να ενημερώσει όσους προβλέπει ο νόμος για τα αποτελέσματα των ελέγχων της ΑΔΑΕ, τονίζοντας μάλιστα ότι εάν δεν το κάνει θα διαπράξει παράβαση καθήκοντος.
Οι «γαλάζιοι» πιέζονται υπό τον φόβο ότι στοιχεία για ενέργειες της ΕΥΠ θα τους φέρουν σε θέση απολογίας, όσο κι αν από τα κεντρικά διαμηνύεται δημόσια ότι «δεν θα μείνει καμία σκιά», εάν στο εσωτερικό της ΕΥΠ υπήρχαν «κάποιοι που λειτουργούσαν εκτός πλαισίου».
Μετά τη δεύτερη επιστολή Ράμμου στην κυβέρνηση έλεγαν ότι «θα έρθει και θα πει αυτά που έχει να πει, όπως προβλέπει ο Κανονισμός της Βουλής», αντιλαμβανόμενοι ότι ο επικεφαλής της ΑΔΑΕ προτίθεται να ενημερώσει το σύνολο των πολιτικών αρχηγών.
Είναι χαρακτηριστική η τοποθέτηση του κυβερνητικού εκπροσώπου Γιάννη Οικονόμου, με την οποία ανοίγει ένα παράθυρο για πιθανή κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση εν ευθέτω χρόνω, ότι με τη νέα επιστολή του ο Χρήστος Ράμμος «αποσαφήνισε λίγο τα πράγματα και υπέδειξε τον τρόπο και τον δρόμο μέσω του οποίου μπορεί να γίνει αυτή η ενημέρωση. Η ΝΔ δεν έχει μπλοκάρει ποτέ».
Από την πλευρά του ο ΣΥΡΙΖΑ ανέβαζε τους τόνους σχολιάζοντας ότι «είτε τον καλέσουν, είτε όχι το παρακράτος θα αποκαλυφθεί».
Σκηνικό σύγκρουσης και για το κόμμα Κασιδιάρη
Σε εξέλιξη στο Πενταμελές Εφετείο της Αθήνας είναι η δίκη σε δεύτερο βαθμό για την υπόθεση της Χρυσής Αυγής, με όσα συμβαίνουν στην αίθουσα να έχουν αντανάκλαση και στην κεντρική πολιτική σκηνή.
Γιατί μπορεί η δικαστική διαδικασία να έχει πολύ δρόμο μέχρι την έκδοση απόφασης, ωστόσο είναι πλέον στα σκαριά της Βουλής η νομοθετική ρύθμιση για να μείνουν εκτός Κοινοβουλίου «εγκληματικές οργανώσεις», που δεν υπηρετούν την «ελεύθερη λειτουργία του πολιτεύματος».
Το λεπτό θέμα σε ό,τι αφορά τα όρια της συνταγματικής νομιμότητας συνοδεύεται προσώρας από παρασκηνιακές τριβές και προβληματισμούς (νομικούς, πολιτικούς). Στην κυβέρνηση επιμένουν να μιλούν για «αυτονόητη ρύθμιση», δείχνοντας ευθέως προς στελέχη της εποχής της Χρυσής Αυγής, στον Ηλία Κασιδιάρη συγκεκριμένα, που προσπαθούν να επιστρέψουν «με άλλη» – όπως τονίζουν – «προβιά».
Και στην ερώτηση αν τους απασχολεί το γεγονός πως ο ΣΥΡΙΖΑ (αλλά και το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25 που αντιδρούν στις διατυπώσεις) δεν θα στηρίξει, αλλά θα επιμείνει στη δική του πρόταση ώστε να μην υπάρχουν, κατά την Κουμουνδούρου, περιθώρια γενικεύσεων και «επίκλησης της θεωρίας των δύο άκρων», απαντούν λακωνικά ότι «θα ψηφιστεί μέσα στην εβδομάδα», ακόμα και χωρίς απόλυτη συναίνεση, δηλαδή.
Εχουν περάσει δύο χρόνια και τρεις μήνες από την ιστορική απόφαση (Οκτώβριος 2020) του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας υπό την προεδρία της Μαρίας Λεπενιώτη, η οποία σήμερα υπηρετεί στον Αρειο Πάγο, που είχε δείξει ομόφωνα ότι κάτω από τον μανδύα του πολιτικού κόμματος κρυβόταν η δράση εγκληματικής οργάνωσης. Η δευτεροβάθμια πλέον διαδικασία είναι στο στάδιο της εξέτασης των μαρτύρων κατηγορίας, για την εμβληματική υπόθεση της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα.
Για τις 3 Φεβρουαρίου έχει διαταχθεί η βίαιη προσαγωγή της φίλης του θύματος να καταθέσει για πρώτη φορά ενώπιον του δικαστηρίου. Μαρτυρία που κρίθηκε αναγκαία, καθώς ήταν αυτόπτης μάρτυρας της σκηνής του εγκλήματος, το πρόσωπο που κράτησε τον Παύλο Φύσσα μόλις εκείνος δέχθηκε τις δολοφονικές μαχαιριές από τον ισοβίτη Γιώργο Ρουπακιά.