Πέπλο μυστηρίου, εξακολουθεί να καλύπτει τις συνθήκες εξαφάνισης της 44χρονης μητέρας από τη Ρόδο, που εντοπίστηκε ζωντανή το μεσημέρι του Σαββάτου από περιπατητή, στην αγροτική περιοχή «Παναγιά» μεταξύ Μασάρων και Καλάθου.
Η γυναίκα, η οποία ήταν εμφανώς ταλαιπωρημένη και εξαντλημένη, μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο της Ρόδου όπου υπεβλήθη σε σειρά εξετάσεων για να εκτιμηθεί η υγεία της κατάστασής της. Νοσηλεύεται στην ψυχιατρική κλινική του νοσοκομείου μέχρι να ανακάμψει.
Σημειώνεται εξάλλου ότι από την ιατροδικαστική εξέταση στην οποία υποβλήθηκε δεν προέκυψαν σημάδια κακοποίησής της.
Νόμιζε πως απουσίαζε μία μέρα
Κατά την κατάθεσή της, την Κυριακή στους αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ρόδου δεν ήταν σε θέση να δώσει πληροφορίες ούτε για τη διαδρομή που ακολούθησε, ούτε για τον τρόπο που βρέθηκε στη δύσβατη περιοχή που εντοπίστηκε, σύμφωνα με πληροφορίες της ιστοσελίδας dimokratiki. Η ίδια μάλιστα, είχε την αίσθηση ότι απουσίαζε μόλις μια ημέρα από το σπίτι της. Υπενθυμίζεται ότι εξαφανίστηκε στις 16 Ιανουαρίου.
Είπε ότι είχε μαζί της το κινητό της τηλέφωνο το οποίο είχε κλείσει από μπαταρία, αλλά κάποια στιγμή άνοιξε μόνο για επείγουσες κλήσεις και τότε κάλεσε την μητέρα της από την οποία ζήτησε να παραλάβει το παιδί από το σχολείο.
Να σημειωθεί πως όταν εντοπίστηκε η 44χρονη δεν είχε μαζί της το κινητό της τηλέφωνο, το οποίο όταν ρωτήθηκε από τους αστυνομικούς, είπε ότι πιθανότατα να το έχει αφήσει μέσα στο αυτοκίνητο, όπου όμως δεν βρέθηκε κατά τη διάρκεια των ερευνών.
Όπως ανέφερε δεν είχε μαζί της χρήματα, μόνο την κάρτα της η οποία βρισκόταν στη θήκη του κινητού της, ενώ σε ερώτηση των αστυνομικών τι απέγιναν τα παπούτσια της -όπως έγραψε η ίδια πηγή, βρέθηκε ξυπόλητη- είπε ότι καταστράφηκαν από το περπάτημα και τα πέταξε.
Υποστήριξε ότι όσο ήταν μόνη της στο δάσος φώναζε βοήθεια αλλά δεν την άκουγε κανείς.
Υποστηρίζει ότι δεν θυμάται
Το εκκλησάκι, όπως είπε δεν το βρήκε ποτέ και δεν θυμάται να έχει πάει ποτέ στο μοναστήρι του Αγίου Παϊσΐου παρότι από κάμερες ασφαλείας αλλά και από αυτόπτες μάρτυρες προκύπτει ότι το μεσημέρι της Δευτέρας, λίγο πριν χαθούν τα ίχνη της, βρέθηκε εκεί και παρέμεινε για μια ώρα. Απάντησε αρνητικά στην ερώτηση αν συνομίλησε τηλεφωνικά με τον κτήτορα του Αγίου Παϊσίου στον Αρχάγγελο, ενώ είπε ότι στο διάστημα που είχε χαθεί τρεφόταν όπως είπε στους αστυνομικούς με φυλλαράκια και έπινε νερό από τα ρυάκια.
Υποστήριξε ότι δεν είχαν προηγηθεί απειλές για τη ζωή της, ότι δεν ήρθε στην πόλη της Ρόδου και πως πονάνε τα πλευρά της από την αριστερή πλευρά και τα χέρια της από τη δεξιά πλευρά αλλά δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει τι προκάλεσε αυτόν τον πόνο.
Από τις έρευνες προκύπτει ότι στις 16:00 της 16ης Ιανουαρίου -ημέρα κατά την οποία χάθηκαν τα ίχνη της 44χρονης, από κάμερα ασφαλείας προκύπτει ότι η αγνοούμενη οδηγώντας το όχημά της, βγαίνει από τη δημοτική κοινότητα Μαλώνας μέσα από παραδρόμους με κατεύθυνση προς τη δημοτική κοινότητα Μασάρων.
Οι κινήσεις της
Ενώ πέρασε από γεφυράκι στην έξοδο του χωριού, φέρεται να άλλαξε κατεύθυνση κι αυτό είναι το τελευταίο στίγμα που έχουν οι αρχές στη διάθεσή τους από την 44χρονη, όπως προκύπτει από τις κάμερες ασφαλείας. Η 44χρονη εισήλθε στις 13.20 στο ησυχαστήριο του Αγίου Παϊσίου στον Αρχάγγελο και αναχώρησε από το σημείο μια ώρα μετά.
Προέκυψε εξάλλου από καταθέσεις ότι η 44χρονη συνομιλούσε μετά την αναχώρησή της από το σημείο στο κινητό της τηλέφωνο και ότι το στίγμα του χάθηκε αργότερα.
Βοσκός κατέθεσε ότι την ημέρα κατά την οποία χάθηκαν τα ίχνη της περίπου στις 15:30 στην περιοχή «Λιβάδια», μεταξύ Αρχαγγέλου και Μαλώνας, η αγνοούμενη μητέρα του ζήτησε πληροφορίες για τη διαδρομή που πρέπει να ακολουθήσει για να φτάσει στο μοναστήρι του Αγίου Νεκταρίου που βρίσκεται στην περιοχή.
Στη συνέχεια η 44χρονη φαίνεται πως κατευθύνθηκε με το αυτοκίνητό της σε άλλο μοναστήρι του Αγίου Νεκταρίου που βρίσκεται στην περιοχή «Νιόγλια», όπου εντοπίστηκε και το αυτοκίνητό της το πρωί της Τρίτης ντελαπαρισμένο.