Οι εκ διαμέτρου διαφορετικές αναγνώσεις από Μαξίμου και Κουμουνδούρου για όσα εκτυλίχθηκαν στην τριήμερη πολιτική σύγκρουση φάνηκαν στα πηγαδάκια της Βουλής αμέσως μετά την ολοκλήρωση της κορυφαίας κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Ηταν προεξοφλημένο ότι και οι δύο πλευρές θα έσπευδαν να σχολιάσουν (μόνο) τα κέρδη (τους), θεωρώντας ότι στη γενική εικόνα αφόπλισαν τον πολιτικό αντίπαλο. Ωστόσο φάνηκε και το κοινό «όπλο» τους, αυτό της «αποδόμησης» του άλλου, όπως το επιστρατεύεται με το βλέμμα όλων πια στις εθνικές κάλπες, παρότι η… χρήση του έχει αλλιώτικο «στόχο» για το κάθε στρατόπεδο. Η «μονομαχία» Κυριάκου Μητσοτάκη και Αλέξη Τσίπρα επισφράγισε συνολικά τη στρατηγική τους στην προεκλογική περίοδο.
Απέναντι στο δίλημμα της Κουμουνδούρου «με τη Δημοκρατία ή με την εκτροπή» και με δεδομένο ότι ο Τσίπρας πιέζει τον Μητσοτάκη με την ίδια ένταση στα θέματα διαφάνειας και σε εκείνα της οικονομίας, το Μαξίμου απαντά με ευρύτερες συγκρίσεις. Στόχος, να παρουσιάζει στα μάτια των πολιτών τη μεγάλη εικόνα δύο «αλλιώτικων κόσμων», όπως διαμηνύουν πρωθυπουργικοί συνεργάτες: τις περιόδους 2015-2019 και 2019-2023. Η τακτική αποτυπώνεται ήδη στα διλήμματα, που συνεχώς διατυπώνει ο Πρωθυπουργός, με κυρίαρχο το ερώτημα «Μητσοτάκης ή Τσίπρας στο τιμόνι της χώρας στους κρίσιμους καιρούς;».
Μετά την πρόταση μομφής: Η πολιτική ζωή σε σταυροδρόμι
Το σχέδιο
Η κυβέρνηση θέλει να καλλιεργεί την εικόνα ότι μόνη εκείνη έχει σχέδιο για να μπορεί να μιλά με αυτοπεποίθηση για το μέλλον και επιπλέον να προτάσσει τη διαχειριστική επάρκειά της για τα προβλήματα της κοινωνίας στο παρόν. Στο πλαίσιο αυτό, (θα) αξιοποιεί και το παρελθόν, χτυπώντας τον ΣΥΡΙΖΑ στα πεπραγμένα επί των ημερών του στην εξουσία και συνολικά στην αξιοπιστία του. Εξού και η ΝΔ και προσωπικά ο Πρωθυπουργός ανοίγουν σε υψηλούς τόνους το ένα θέμα μετά το άλλο σε ατζέντες πρώτης γραμμής, οι οποίες, όπως θεωρούν οι γαλάζιοι, φωτίζουν την «απουσία θέσεων» του ΣΥΡΙΖΑ – από την εξωτερική πολιτική και τη διεθνή εικόνα της χώρας έως το μεταναστευτικό.
Ο τρόπος που ο Μητσοτάκης προσέγγισε την κοινοβουλευτική αντιπαράθεση για το σοβαρό θεσμικό ζήτημα των παρακολουθήσεων πιστοποιεί την αγωνία του να μην πληγεί το αφήγημα ότι η ΝΔ είναι «παράγοντας σταθερότητας» για την επόμενη ημέρα, ταυτίζοντας τον Τσίπρα με διχαστικό λόγο και χρεώνοντάς του προσπάθειες να δημιουργήσει, προεκλογικά, κλίμα τοξικότητας. Ουσιαστικά η κυβέρνηση ξορκίζει την επιβολή μονοθεματικής ατζέντας και οπωσδήποτε δεν θέλει να φτάσει στις κάλπες με κυρίαρχο το ζήτημα της ΕΥΠ. Αντίθετα διαμηνύει ότι θα δουλεύει μέχρι τη μέρα διάλυσης της Βουλής και επιδιώκει «μηνύματα» για το «αύριο», που θα μπορούν να απευθύνονται σε ακροατήριο μέσα και έξω από τα τείχη της Κεντροδεξιάς. Ενδεικτικές οι συχνές προτροπές Μητσοτάκη – αυτές που μαρτυρούν γαλάζιες ανησυχίες – ότι δεν υπάρχει περιθώριο «για δήθεν μηνύματα εύκολης και ανέξοδης διαμαρτυρίας».