Τα πρόσφατα γεγονότα στις βραχονησίδες δημιούργησαν αντιθέσεις απόψεων και εκτιμήσεων, αλλά και μια γενικότερη συγκίνηση στην κοινή γνώμη. Και η συγκίνηση και οι αντιθέσεις απόψεων είναι εύλογες αντιδράσεις, λόγω και της κρισιμότητας της σχέσης με τη γειτονική χώρα και λόγω της ιστορικά φορτισμένης προϊστορίας της σχετικής θεματικής. Είναι φυσικό η ανοχή των Ελλήνων στην τουρκική επιθετικότητα, που προφανώς είναι και ενθαρρυμένη από τον πρόσφατο «έπαινο» του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, να έχει τα όριά της.
1. Η ζωή μιας δημοκρατικής πολιτείας, κατά μεγάλο μέρος, βασίζεται στην ποιότητα της εκφοράς της διαφωνίας. Φυσικοί φορείς της διαφωνίας που καταξιώνει τη δημοκρατία είναι οι αντίπαλες πολιτικές δυνάμεις στη Βουλή. Αυτή όμως η αντιπαλότητα, που τροφοδοτεί τον έλεγχο, τη διαφάνεια, την κριτική, άρα και την πρόοδο της πολιτείας, έχει ως προϋπόθεση τη συνύπαρξη των αντιθέσεων και τον αλληλοσεβασμό των αντιτιθεμένων. Απλά απλά: το αγαθό της διαφωνίας το απολαμβάνουμε μόνον εφόσον φροντίζουμε να συνυπάρχουμε.
2. Η διαφωνία εκφέρεται με λόγο. Τι σημαίνει λόγος: ο λόγος διαφέρει από τη γλώσσα. Ο λόγος δεν είναι μόνο γλώσσα. Η γλώσσα είναι τμήμα του λόγου. Λόγος σημαίνει τη νοηματική διατύπωση μιας στάσης που μαζί με αυτήν συνιστά ενότητα. Ο λόγος επίσης έχει σχέση με την αλήθεια του περιεχομένου του. Η γλώσσα μπορεί να ψεύδεται, ο λόγος ποτέ. Αυτό στην περιοχή της πολιτικής, όταν δηλαδή πρόκειται για πολιτικό λόγο, σημαίνει ότι ο λόγος προϋποθέτει την αξιόπιστη εκφορά του.
3. Είναι αυτονόητο το δικαίωμα της αντιπολίτευσης και των διακεκριμένων στελεχών της να προσδίδουν στη διαφωνία τους και την οξύτητα και την ένταση που κρίνουν αναγκαία. Μόνοι κριτές του βαθμού έντασης και οξύτητας είναι, σε πρώτη φάση, οι ίδιοι που ασκούν την κριτική. Λέω σε πρώτη φάση, διότι ο λόγος τους δεν είναι ιδιωτικός. Και άρα υπόκειται στην περί αξιοπιστίας άποψη της κοινής γνώμης.
4. Η πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή για τα γεγονότα στις βραχονησίδες αγγίζει θέμα σύνθετο. Είναι θέμα πολιτικό, θέμα νομικό, θέμα αναγόμενο στην εθνική μας κυριαρχία. Αντίστοιχα σύνθετοι είναι και οι χειρισμοί για την αντιμετώπισή του. Αντικείμενο των σκέψεων αυτών δεν είναι το θέμα των χειρισμών που επελέγησαν. Και αυτό διότι πρώτον δεν έχω τις εξειδικευμένες γνώσεις για την ανάλυσή του, δεύτερον διότι, μη έχοντας όλα τα στοιχεία υπόψη μου, δεν επιθυμώ να προστεθώ στους προχειρολογούντες και τρίτον διότι επιθυμώ να εντοπίσω ένα φαινόμενο που εκδηλώθηκε επ’ ευκαιρία των συμβάντων, είναι, ως προς τα συμβάντα, δευτερεύον, αλλά όμως παραμένει καίριο πρόβλημα της λειτουργίας της ελληνικής πολιτείας. Πρόκειται για την, από μέρους της αντιπολίτευσης, χρήση του όρου «εθνική προδοσία» ως χαρακτηρισμού των χειρισμών της κυβέρνησης.
5. Εθνική προδοσία σημαίνει δύο πράγματα: σημαίνει, πρώτον, βλάβη των εθνικών συμφερόντων· σημαίνει, δεύτερον, εκ προθέσεως βλάβη. Όταν εκφέρεται πολιτικός λόγος στη Βουλή και μάλιστα σε ηγετικό επίπεδο, δηλαδή από διακεκριμένες προσωπικότητες του πολιτικού μας βίου, είναι ανεπίτρεπτη η επιλογή όρων με στόχο όχι την ακριβή απόδοση των γεγονότων αλλά τη δημιουργία εντυπώσεων. Είναι δηλαδή ανεπίτρεπτο να δίνονται εικόνες στην κοινή γνώμη όχι εκείνου που πράγματι συνέβη, αλλά εκείνου που, μόνο αν συνέβαινε, θα δικαιολογούσε τη χρήση αυτών των όρων.
6. Ας εξετάσουμε τώρα το συστατικό στοιχείο της «εθνικής προδοσίας», που είναι η βλάβη των εθνικών συμφερόντων. Η συζήτηση θα έπρεπε ως βάση της να έχει τη σύγκριση με άλλους χειρισμούς που, κατά τη γνώμη των κριτών, θα ήταν καλύτεροι εκείνων που έγιναν. Στη σύγκριση αυτή, όπως είπα, δεν μπορώ να μπω για όσους λόγους ανέφερα. Όταν όμως η κριτική εκτρέπεται με τη χρήση του όρου «εθνική προδοσία», τότε αυτό συνεπάγεται για τους κριτές ότι εκτίθενται στον χαρακτηρισμό, χωρίς να είναι, της πατριδοκαπηλίας. Η πατριδοκαπηλία είναι το αντιστρόφως ανάλογο της εθνικής προδοσίας και δεν υστερεί σε τίποτε, ούτε από πλευράς ήθους ούτε από πλευράς αξιοπιστίας, από την εθνική προδοσία.
7. Θα ήταν βέβαια ανάξιο της νοημοσύνης ακόμη και εκείνων των συμπολιτών μου που βρίσκονται όχι κοντά στην κυβέρνηση, αλλά κοντά στις δυνάμεις της αντιπολίτευσης, αν επιχειρούσα να αποδείξω ότι αυτός ο ισχυρισμός περί εθνικής προδοσίας δεν ευσταθεί. Το πρόβλημα δεν είναι αυτό. Το μεγάλο πρόβλημα είναι η βαρυσήμαντη εκτροπή του πολιτικού λόγου, που απογυμνώνεται πια από το στοιχείο της δημόσιας ευθύνης και που έτσι πια μεταπίπτει από το επίπεδο του πολιτικού λόγου στο επίπεδο της ιδιωτικής ύβρης.
8. Ο πολιτικός λόγος είναι διάσταση δημόσια. Πρέπει να προφυλάσσεται από τα θεμιτά πάθη των διανθρωπίνων σχέσεων, από τις θεμιτές φιλοδοξίες, ακόμη και από τις θεμιτές πικρίες. Ο πολιτικός λόγος είναι το βασικό οχυρό, είναι η προϋπόθεση μιας αξιόπιστης Βουλής, και η αξιόπιστη Βουλή δεν είναι μόνο το βασικό βήμα και ο ύψιστος θεσμός της δημοκρατίας, είναι και κάτι παραπάνω: τώρα που η Ελλάδα έχει να αντιμετωπίσει σημαντικά προβλήματα εθνικού περιεχομένου, η αξιόπιστη Βουλή αποτελεί και εθνική θωράκιση. Δεν ξέρω αν έγινε ζημία από χειρισμούς, πάντως έγινε ζημία από την παρεκτροπή του πολιτικού λόγου. Είναι σαφές ότι η Ελλάδα δεν έχει μεταξύ των πολιτικών της ούτε προδότες ούτε πατριδοκάπηλους, και είναι ανεπίτρεπτο να τους παράγουμε στη συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας, ιδίως τέτοιες ώρες.
*Άρθρο του αειμνήστου Δημήτρη Θ. Τσάτσου (1933-2010), διακεκριμένου συνταγματολόγου και πανεπιστημιακού δασκάλου. Έφερε τον τίτλο Περί «εθνικής προδοσίας» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 1996, λίγες μόλις ημέρες μετά τα δραματικά γεγονότα της αποκαλούμενης κρίσης των Ιμίων και την απώλεια τριών στελεχών των ενόπλων δυνάμεων της χώρας μας.