Η τακτική των ίσων αποστάσεων από ΗΠΑ, ΕΕ και Ρωσία, καθώς και η – έμμεση πλην σαφής – συνέχιση της γραμμής που ακολούθησε ο Ταγίπ Ερντογάν απέναντι τόσο στην Ελλάδα όσο και την Κύπρο σφραγίζουν τις διακηρύξεις των έξι κομμάτων της τουρκικής αντιπολίτευσης για την εξωτερική πολιτική την οποία προτίθενται να εφαρμόσουν στην περίπτωση που σχηματίσουν κυβέρνηση μετά τις βουλευτικές εκλογές της 14ης Μαΐου.
Αυτό τουλάχιστον συνάγεται από το κυβερνητικό μανιφέστο το οποίο έδωσαν χθες στη δημοσιότητα οι ηγέτες τους σε ειδική εκδήλωση – και ενώ αναμένεται η απόφαση για το όνομα του υποψηφίου τους για την προεδρία, η οποία πιθανώς θα ληφθεί στις 13 Φεβρουαρίου.
Οπως τονίζουν συγκεκριμένα στο μανιφέστο των 240 σελίδων, η επίλυση των διαφορών και προβλημάτων που υπάρχουν με την Ελλάδα θα πρέπει να γίνει «με διπλωματία, διάλογο και διαπραγματεύσεις προσανατολισμένες στο αποτέλεσμα, με βάση το Διεθνές Δίκαιο και την ευθυδικία, χωρίς να διακυβεύονται τα εθνικά συμφέροντα της Τουρκίας».
Ειδικότερα για το Αιγαίο, αν και τονίζεται ότι «πρέπει να θεωρείται χώρος ειρήνης, συνεργασίας και καλής γειτονίας», ενώ υπάρχει η διαβεβαίωση πως θα γίνεται σεβαστή «η εδαφική ακεραιότητα και κυριαρχία των χωρών, ιδιαίτερα των γειτόνων μας» και η υπόσχεση ότι «θα αποκαταστήσουμε τις σχέσεις με τους γείτονές μας», η ουσία μάλλον βρίσκεται στην εξής… διευκρίνιση: «Θα εργαστούμε για την επίτευξη αυτού του στόχου και δεν θα επιτρέψουμε καμία εξέλιξη που μπορεί να βλάψει τα πεδία κυριαρχίας μας στο Αιγαίο Πέλαγος».
Σε σχέση δε με την Κύπρο, ξεκαθαρίζεται πως οι εξελίξεις εκεί αντιμετωπίζονται ως «εθνική υπόθεση» και επαναλαμβάνονται τα γνωστά στερεότυπα: «Προκειμένου να βρεθεί μια δίκαιη και μόνιμη λύση (…) θα επιδιώξουμε ως στόχους την προστασία των κεκτημένων δικαιωμάτων της ΤΔΒΚ και των Τουρκοκυπρίων και τη διασφάλιση της κυρίαρχης πολιτικής ισότητας των δύο κοινοτήτων».
Ιδιαιτέρως αποκαλυπτική είναι και η επισήμανση ότι «θα αποτρέψουμε την απομόνωση της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και θα δώσουμε προτεραιότητα στην επίτευξη αποτελεσμάτων μέσω πολλαπλών διαπραγματευτικών διαδικασιών για την οριοθέτηση των θαλάσσιων δικαιοδοσιών και για τη δίκαιη κατανομή των πόρων υδρογονανθράκων».
Περισσότερη δημοκρατία, ισχυρή οικονομία
Αυτό που κυρίως ανέμεναν οι ίδιοι οι Τούρκοι από την ηγεσία της αντιπολίτευσης ήταν οι θέσεις της για την εσωτερική πολιτική, όπου τα προβλήματα είναι μεγάλα και καυτά. Εδώ, τα στοιχεία που ξεχωρίζουν είναι ο περιορισμός των εξουσιών του εκάστοτε προέδρου και η ενίσχυση των αντίστοιχων της κυβέρνησης και του κοινοβουλίου, η κατοχύρωση της ελευθερίας της σκέψης, της έκφρασης και της λειτουργίας των ΜΜΕ, η μείωση του πληθωρισμού και πιο ορθολογική οικονομική και νομισματική πολιτική.
«Θα κάνουμε στροφή προς ένα ενισχυμένο κοινοβουλευτικό σύστημα» και «θα περιορίσουμε τη δυνατότητα του προέδρου να εκδίδει διατάγματα», σημειώνουν οι «6» στο μανιφέστο τους, που προβλέπει και τον περιορισμό της θητείας του εκάστοτε προέδρου σε 7 χρόνια. Στο ίδιο πλαίσιο, προτίθενται να καταργήσουν τα προεδρικά διατάγματα, όπως αυτά με τα οποία ο Ερντογάν απέπεμψε υψηλόβαθμους αξιωματούχους (μεταξύ των οποίων τον κυβερνήτη της κεντρικής τράπεζας) ή κατήγγειλε το 2021 τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για τα δικαιώματα των γυναικών.
Ετσι, ο πρόεδρος δεν θα μπορεί πλέον ούτε να αντιτάξει το βέτο του σε έναν νόμο που συζητείται από το κοινοβούλιο, όμως θα μπορεί να τον αναπέμπει στους βουλευτές. Οσο για το ποσοστό που θα πρέπει να συγκεντρώσει ένα κόμμα για να εκπροσωπηθεί στη Βουλή, αυτό πρόκειται να μειωθεί από το 7% στο 3%.
Η αντιπολίτευση δεσμεύεται, με τον τρόπο αυτόν, να ακυρώσει τη συνταγματική μεταρρύθμιση του 2017, είτε μέσω νέου δημοψηφίσματος, το οποίο πρέπει να ζητήσουν τουλάχιστον 360 από τους συνολικά 600 βουλευτές, είτε με πλειοψηφία δύο τρίτων στην Εθνοσυνέλευση. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, κάτι τέτοιο θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί.
Σε επίπεδο οικονομίας, επίσης, πέρα από τις θεσμικές αλλαγές που περιλαμβάνουν την κατοχύρωση της ανεξαρτησίας της κεντρικής τράπεζας, οι «6» θέτουν ως βασικό στόχο ο πληθωρισμός να καταστεί μονοψήφιος εντός μιας διετίας (το 2022 έκλεισε με ποσοστό της τάξεως του 65%) και η λίρα να ανατιμηθεί έναντι του δολαρίου (έχει χάσει πάνω από το 60% της αξίας της την τελευταία διετία) – κάτι που, πιθανότατα, περιλαμβάνει εγκατάλειψη της πολιτικής των χαμηλών επιτοκίων που έχει εφαρμόσει ο Ερντογάν.
Οσον αφορά τον ρυθμό ενίσχυσης του ΑΕΠ, αυτός επιδιώκεται να κυμαίνεται τουλάχιστον στο 5% ετησίως κατά μέσο όρο, με το κατά κεφαλήν εισόδημα να αυξάνεται με διπλάσιο ρυθμό.
Πολύ αισιόδοξα, άραγε, για να είναι αληθινά και πιστευτά;
Για ΗΠΑ, ΕΕ, Ρωσία
Σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, το μανιφέστο θέτει ως καμβά το σύνθημα «ειρήνη στο εσωτερικό και ειρήνη στον κόσμο», υπογραμμίζοντας όμως ότι οι πάντες πρέπει πλέον να αντιμετωπίζουν την Τουρκία ως ισότιμο εταίρο και όχι ως υποδεέστερο «παίκτη». Οπως εύκολα, λοιπόν, μπορεί να καταλάβει κανείς, οι «6» αφήνουν προσεκτικά ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα, αναλόγως των εξελίξεων…
Οσον αφορά στην ΕΕ, σημειώνουν πως «θα εργαστούμε για την επίτευξη της προόδου της χώρας προς την κατεύθυνση της πλήρους ένταξης, στη βάση του διαλόγου, της δικαιοσύνης και της ισότητας» – προβάλλοντας, παράλληλα, την ανάγκη αναθεώρησης της συμφωνίας του 2016 για το προσφυγικό. Απέναντι στις ΗΠΑ, υπογραμμίζεται η ανάγκη αποκατάστασης της «αμοιβαίας εμπιστοσύνης» και επιστροφής της Τουρκίας στο πρόγραμμα συμπαραγωγής και προμήθειας των μαχητικών F-35 (από το οποίο, ως γνωστόν, αποβλήθηκε λόγω της αγοράς των ρωσικών S-400).
Τέλος, για τη Ρωσία, προκαλεί αναμφίβολα εντύπωση η απουσία ευθείας αναφοράς στην εισβολή της στην Ουκρανία, ενώ σημειώνονται και τα εξής: «Θα διατηρήσουμε τις σχέσεις μας με τη Ρωσική Ομοσπονδία έχοντας συνείδηση ότι τα δύο μέρη είναι ισότιμα και ότι αυτές θα ενισχυθούν μέσω του ισορροπημένου και εποικοδομητικού διαλόγου σε θεσμικό επίπεδο».