Ρόλο «κλειδί» αναμένεται ότι θα έχουν σε λίγα χρόνια οι αποθήκες δέσμευσης άνθρακα στην επίτευξη των κλιματικών στόχων της Ελλάδας για μηδενικές εκπομπές, αλλά και στον περιορισμό του κόστους της βιομηχανίας για αγορά δικαιωμάτων εκπομπών CO2 (διοξειδίου του άνθρακα) ή για διάθεση των ρύπων σε υποδομές στο εξωτερικό.
Ήδη η Energean έχει σχεδιάσει το πρώτο έργο αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα στην Ελλάδα, στον Πρίνο. Όπως είχε δηλώσει στο «euronews» ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας κ. Μαθιός Ρήγας, η λύση για τη βιομηχανία είναι «η δέσμευση του διοξειδίου του άνθρακα που εκπέμπεται από τις βιομηχανίες, η υγροποίησή του, η μεταφορά του με πλοία και η επαν-εισπίεση του πίσω στη γη από όπου και ξεκίνησε».
Ο Πρίνος
Το έργο προωθείται μέσω του «Ελλάδα 2.0» ώστε να αξιοποιηθεί ο χώρος από το πετρελαϊκό κοίτασμα του Πρίνου και, όπως ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών κ Θεόδωρος Σκυλακάκης από την Καβάλα όπου βρέθηκε στα μέσα Ιανουαρίου, να εξελιχθεί σε αποθήκη CΟ2, για 10 χρόνια, αρχής γενομένης από το 2025. Σύμφωνα με τη μελέτη που εκπόνησε η εταιρεία Halliburton για λογαριασμό της Energean θα ήταν δυνατό να ξεκινήσει να λειτουργεί με δυναμικότητα περί το 1 εκατ. τόνους CΟ2 ετησίως με την επένδυση να υπολογίζεται αρχικά σε 500 εκατ. ευρώ και να φτάσει σταδιακά στο 1 δισ. ευρώ όσο θα αυξάνεται η δυναμικότητα της αποθήκης, η οποία μπορεί σε πλήρη ανάπτυξη να «υποδέχεται» 6 εκατ. τόνους. Το έργο έχει χαρακτηριστεί καταρχήν επιλέξιμο από το Ταμείο Ανάκαμψης για 400 εκατ. ευρώ.
Η τεχνολογία δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα (γνωστή ως CSS – Carbon Capture and Storage) προωθείται ως καινοτομία για την ενεργειακή μετάβαση της βιομηχανίας της χώρας (κυρίως για τις τσιμεντοβιομηχανίες και τις εταιρείες διύλισης και λιπασμάτων) και από το υπό αναθεώρηση Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), το οποίο βρίσκεται στο στάδιο της διαβούλευσης με τους επιστημονικούς φορείς. Ωστόσο, οι συντάκτες της μελέτης επισημαίνουν ότι, δεδομένης της έλλειψης κλίμακας των ελληνικών επιχειρήσεων, θα απαιτηθεί εθνικό πλάνο και συντονισμός, όπως συμβαίνει σε άλλα κράτη στην Ευρώπη και την Αμερική.
Τρεις κατάλληλες τοποθεσίες στη Δυτική Μακεδονία
Υποσχόμενες περιοχές με μεγάλους γεωλογικούς σχηματισμούς και καταλληλότητα προσρόφησης διοξειδίου του άνθρακα (CO2) έχουν εντοπιστεί στις περιοχές Πενταλόφου, Επταχωρίου και Τσοτυλίου της Δυτικής Μακεδονίας, σε βάθος μεγαλύτερο των 850 μέτρων. Αυτό προέκυψε από τις ερευνητικές εργασίες του ευρωπαϊκού προγράμματος «Strategy CCUS» σχετικά με τη δέσμευση, αποθήκευση και αξιοποίηση CO2.
Όπως αναφέρει ο Δρ. Νικόλαος Κούκουζας, διευθυντής Ερευνών στο Εθνικό Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΚΕΤΑ), το οποίο είναι ένας από τους εταίρους του προγράμματος, για την ταυτοποίηση των πιθανών τοποθεσιών για αποθήκευση CO2 στη Δυτική Μακεδονία υπήρχαν σοβαρές ενδείξεις από διαθέσιμα γεωλογικά δεδομένα και από παλαιότερες σεισμικές έρευνες και πιλοτικές γεωτρήσεις στην περιοχή. Μάλιστα, όπως επισημαίνει ο ερευνητής, υπάρχουν ενδείξεις και για την ύπαρξη του απαραίτητου υπερκείμενου γεωλογικού σχηματισμού που θα διασφαλίζει τη στεγανότητα από τυχόν διαρροές CO2.
Σε κάθε περίπτωση, απαιτούνται νέες σεισμικές έρευνες και γεωτρήσεις που θα επιβεβαιώσουν τα αρχικά επιστημονικά ευρήματα. Παράλληλα, έχει ξεκινήσει κι άλλο ευρωπαϊκό πρόγραμμα, το «Pilot Strategy», με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2026, στο οποίο οι επιστήμονες που συμμετέχουν θα αξιολογήσουν την προοπτική γεωλογικής αποθήκευσης CO2 σε βαθιούς αλατούχους υδροφόρους ορίζοντες (deep saline aquifers – DSA), που φέρονται να έχουν μεγάλη χωρητικότητα αποθήκευσης CO2.
Γαλλία, Πορτογαλία και Ισπανία
Το πρόγραμμα Pilot Strategy θα διεξάγει εκτενείς μελέτες σε τρεις πολλά υποσχόμενες περιφέρειες της Γαλλίας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας, ενώ θα ενισχυθούν και οι γνώσεις σχετικά με τις επιλογές αποθήκευσης CO2 στις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας στην Ελλάδα και της Άνω Σιλεσίας στην Πολωνία για την ανάπτυξη δυνατοτήτων αποθήκευσης. Σκοπός είναι να επιτευχθεί ο χαρακτηρισμός των περιοχών ώστε στη συνέχεια να ληφθούν οι επενδυτικές αποφάσεις και να δοθούν οι αδειοδοτήσεις για την αποθήκευση και έγκριση των έργων.
Επίσης, η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων (ΕΔΕΥΕΠ), σύμφωνα με πληροφορίες, θα διερευνήσει περαιτέρω τα έως σήμερα ευρήματα στον ελλαδικό χώρο αλλά και τις δυνατότητες ανάπτυξης και άλλων έργων δέσμευσης και αποθήκευσης CO2, εκτός του Πρίνου, όπως π.χ. στο Κατάκολο, το οποίο επίσης έχει παραχωρηθεί στην Energean κ.ά.
Σημαντικές ανακοινώσεις αναμένεται να γίνουν την ερχόμενη Τρίτη, 7 Φεβρουαρίου, στην ημερίδα του Κέντρου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΚΑΠΕ) με τίτλο «Προς μια κοινωνικά αποδεκτή γεωλογική αποθήκευση του διοξειδίου του άνθρακα σε μεγάλη κλίμακα, με καινοτόμες τεχνολογίες γεωφυσικών μετρήσεων». Η εκδήλωση διοργανώνεται στο πλαίσιο του έργου DigiMon «Ψηφιακή παρακολούθηση έργων αποθήκευσης CO2 » που στοχεύει στην ανάπτυξη και επίδειξη ενός έξυπνου και κοινωνικά αποδεκτού συστήματος μετρήσεων και έγκαιρης προειδοποίησης για την παρακολούθηση πεδίων γεωλογικής αποθήκευσης CO2.
Πώς λειτουργεί η αποθήκευση
Όπως αναφέρει ο κ. Κούκουζας η δέσμευση και η αποθήκευση άνθρακα CO2 είναι μια διαδικασία μείωσης των εκπομπών, που έχει σχεδιαστεί για να αποτρέψει την έκλυση μεγάλων ποσοτήτων διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. «Το CO2 διαχωρίζεται από άλλα αέρια στη πηγή των εκπομπών, με τεχνολογίες δέσμευσης. Μπορεί να πρόκειται για σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ή βιομηχανική εγκατάσταση (χαλυβουργία, παραγωγή τσιμέντου). Αφού δεσμευθεί και διαχωριστεί το CO2 , συμπιέζεται και ετοιμάζεται για μεταφορά, μέσω αγωγού ή πλοίου», εξηγεί.
Σύμφωνα με τον ερευνητή του ΕΚΕΤΑ, μόνιμη αποθήκευση μπορεί να γίνει σε βαθιά γεωλογικά στρώματα πορωδών και περατών σχηματισμών, των οποίων υπέρκεινται (και υπόκεινται) αδιαπέρατα πετρώματα, που εμποδίζουν τη διαφυγή του CO2 στην επιφάνεια και στο βάθος (ιζηματογενείς λεκάνες, πεδία πετρελαίου και φυσικού αερίου που έχουν εξαντληθεί και σχηματισμοί αλατούχου υδροφόρου ορίζοντα). «Οι πιθανοί ταμιευτήρες θα πρέπει να πληρούν πολλά κριτήρια. Να είναι πορώδεις, με διαπερατότητα και αποθηκευτική ικανότητα, να έχουν υπερκείμενο αδιαπέρατο στρώμα (πέτρωμα κάλυμμα), να βρίσκονται σε μεγάλο βάθος (υψηλές πιέσεις και θερμοκρασίες) και να μην έχουν πόσιμο νερό», σημειώνει ο κ. Κούκουζας.
Τα οφέλη για τη βιομηχανία
Το κόστος των δικαιωμάτων εκπομπών CO2 για όσους ρυπαίνουν κινείται από τον Δεκέμβριο του 2021 έως και σήμερα πάνω από τα 70 ευρώ/τόνο, ενώ συχνά «φλερτάρει» με τα 100 ευρώ/τόνο, όπως τον περασμένο Αύγουστο και Σεπτέμβριο που έφτασε τα 97,75 ευρώ/τόνο. Έτσι, το κόστος σήμερα για τις βιομηχανίες είναι τεράστιο τόσο για να αγοράσουν δικαιώματα εκπομπών, αλλά ακόμη κι εάν επιλέξουν να τα αποθηκεύσουν σε αποθήκες το κόστος είναι μεγάλο λόγω των μεταφορικών, καθώς δεν υπάρχουν υποδομές στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου. Σε αποθήκες στην Ελλάδα η μεταφορά θα μπορούσε να γίνεται με αγωγούς, αντί πλοίων ή ειδικών φορτηγών.
Το 2019 είχαν καταγραφεί 51 έργα δέσμευσης και μόνιμης αποθήκευσης άνθρακα ανά τον κόσμο, εκ των οποίων τα 19 βρίσκονταν σε εμπορική λειτουργία. Μικρής κλίμακας μονάδες γεωλογικής αποθήκευσης CO2 λειτουργούν Βόρεια θάλασσα και τη θάλασσα του Μπάρεντς, ενώ μια μονάδα μεγάλης κλίμακας κατασκευάζεται στη Βόρεια Θάλασσα.
Στις αδυναμίες των projects αποθήκευσης CO2 παραμένουν το μεγάλο κόστος της αρχικής επένδυσης, ο μεγάλος χρόνος περιβαλλοντικής αδειοδότησης και η ελλιπής πληροφόρηση του κοινού, ενώ στις απειλές περιλαμβάνονται οι σεισμοί, ο κίνδυνος διαφυγής του CO2 από τον χώρο αποθήκευσης και οι κυβερνοεπιθέσεις.