Η Μπεάτε κι ο Σερζ Κλάρσφελντ είναι άνθρωποι με υψηλές αρχές. Παρά το γεγονός ότι ζουν ζωές που μοιάζουν βγαλμένες από τις σελίδες ενός μυθιστορήματος, κυνηγώντας Ναζί από την Κολωνία μέχρι τη Λα Παζ, δεν ήθελαν οι εμπειρίες τους να μετατραπούν σε μια επική ιστορία. Οι εκδότες τους ζητούσαν επί χρόνια να γράψουν τα απομνημονεύματά τους. Αλλά μέχρι σχετικά πρόσφατα πάντα αρνούνταν, προτιμώντας τις πράξεις από τις λέξεις.
Το βιβλίο του ζευγαριού, με τίτλο Mémoires, εκδόθηκε το 2015 στα γαλλικά. Ένα τέλειο μείγμα της γερμανικής αυστηρότητας και των στενών δεσμών που συνδέουν τις εβραϊκές οικογένειες που άγγιξε το Ολοκαύτωμα, αφιέρωσαν τη ζωή τους στον ακτιβισμό και στα δύο παιδιά τους. «Ο γιος τους Άρνο Κλάρσφελντ, μέλος του Συμβουλίου της Επικρατείας της Γαλλίας, τους τηλεφώνησε δύο φορές κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, αν και μένει ακριβώς από πάνω» γράφει η Οντ Λανσελέν στο worldcrunch.com για την ημέρα που τους συνάντησε.
Οι δικές τους «Αναμνήσεις»
Ένας κεραυνοβόλος έρωτας ανάμεσα στην κόρη ενός στρατιώτη της Βέρμαχτ και στο γιο ενός Ρουμάνου Εβραίου που πέθανε στο Άουσβιτς, εξελίχτηκε σε μια σχέση ζωής, χτισμένη πάνω σε έναν κοινό σκοπό. Βλέποντας πρώην ναζί εγκληματίες να αποκτούν πρόσβαση σε θέσεις ευθύνης στη μεταπολεμική Ευρώπη, ο Σερζ και η Μπεάτε θέτουν ως στόχο την απόδοση δικαιοσύνης.
Το χαστούκι της Μπεάτε στον Γερμανό Καγκελάριο Κουρτ Γκέοργκ Κίζινγκερ και η σκληρή μάχη που θα δώσει για να αποτρέψει την επανεκλογή του, δεν θα είναι παρά η αρχή. Θα ταξιδέψουν σε όλο τον κόσμο για να εντοπίσουν φυγόδικους εγκληματίες, όπως ο Αλόις Μπρούνερ ή ο Γιόζεφ Μένγκελε, κινητοποιώντας παράλληλα την κοινή γνώμη και τις αρχές.
Θα επιχειρήσουν να απαγάγουν τον πρώην αρχηγό της Γκεστάπο στο Παρίσι, Κουρτ Λίσκα, θα διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο στις δίκες Μπουσκέ, Τουβιέ, Λεγκέ και Παπόν, θα σύρουν τον «χασάπη της Λυών», Κλάους Μπάρμπι, στα γαλλικά δικαστήρια.
Στον πολύχρονο αγώνα τους, δεν θα τους σταματήσουν οι απειλές ούτε και η φυλακή. Παράλληλα, θα κάνουν ένα τιτάνιο έργο για τη διατήρηση της μνήμης των θυμάτων του Ολοκαυτώματος (μέσω και της οργάνωσης τους Γιοί και Θυγατέρες των Εκτοπισμένων Εβραίων της Γαλλίας), με αποτέλεσμα να τιμηθούν από το κράτος του Ισραήλ, από πολλούς Γάλλους προέδρους (Μιτεράν, Σιράκ, Ολάντ) και το 2015 από τον Γερμανό πρόεδρο Γιόαχιμ Γκάουκ.
Το 2012, η Μπεάτε ήταν υποψήφια του κόμματος Die Linke για την προεδρία της Δημοκρατίας της Γερμανίας.
Η ζωή της δημοσιογράφου και του ιστορικού, δικηγόρου και συγγραφέα γυρίστηκε ταινία στο Χόλυγουντ, το 1986, με πρωταγωνίστρια τη Φάρα Φώσετ.
Δείτε μια στιγμή από την ταινία
Το δικό τους «Love Story»
Το αχώριστο ζευγάρι συναντήθηκε για πρώτη φορά στο μετρό του Παρισιού στις 11 Μαΐου 1960, την ημέρα που ο πρώην αξιωματικός των ναζιστικών SS, Άντολφ Άιχμαν, συνελήφθη στο Μπουένος Άιρες.
Ο Σερζ ήταν ένας νεαρός Γάλλος Εβραίος του οποίου ο εκτοπισμένος πατέρας πέθανε στο Άουσβιτς. Η Μπεάτε ήταν κόρη Γερμανών γονέων, οι οποίοι, όπως και πολλοί άλλοι, δεν έδειξαν καμία μεταμέλεια για το γεγονός ότι είχαν ψηφίσει τον Χίτλερ πριν από τον πόλεμο. «Οι γονείς μου δεν σκέφτηκαν καθόλου τα θύματα» λέει.
Τέσσερα χρόνια μεγαλύτερος από τη μέλλουσα σύζυγό του, ο Σερζ, φοιτητής τότε, ενθάρρυνε την Μπεάτε να «κάνει τη ζωή της», να βρει το δρόμο της. Το κορίτσι επέλεξε να γίνει γυναίκα της δράσης. Το έκανε όχι για να πολεμήσει «εναντίον» της χώρας της, όπως έχει κατηγορηθεί μερικές φορές, αλλά στην πραγματικότητα «υπέρ της», ώστε να αναδυθεί μια αξιοπρεπής Γερμανία, μια Γερμανία με το θάρρος να αντιμετωπίσει πραγματικά το παρελθόν της.
Τα πέτρινα χρόνια
Στη δεκαετία του 1960, αυτό απείχε ακόμη πολύ από το να συμβεί. Η ευημερία και η σιωπή κάλυπταν τα ναζιστικά εγκλήματα. «Χάσαμε έναν πόλεμο. Τώρα πρέπει να δουλέψουμε». Τέτοιο ήταν το κλίμα στη Γερμανία, όπως το περιγράφει η Μπεάτε.
Σε αντίθεση με τις απεικονίσεις του Χόλιγουντ, οι περισσότεροι από τους πρώην Ναζί εκείνη την εποχή δεν κρύβονταν στη μακρινή Παταγονία. Οι περισσότεροι από αυτούς είχαν τοποθετηθεί στη Γαλλία κατά τη διάρκεια της κατοχής έκαναν ειρηνική καριέρα στη γερμανική διοίκηση και τα ονόματά του βρίσκονταν στον τηλεφωνικό κατάλογο.
Τέτοια ήταν η περίπτωση του Χάιντς Ρέτκε, επικεφαλής των εβραϊκών υποθέσεων της Γκεστάπο, ο οποίος πέθανε το 1968 χωρίς να περάσει ούτε μία ώρα στη φυλακή. Το ίδιο ίσχυε και για τον Κουρτ Λίσκα, ο οποίος υπέγραψε την εκτελεστική εντολή για τη σύλληψη Vel d’Hiv στο Παρίσι, το 1942, κατά την οποία συνελήφθησαν σχεδόν 14.000 Εβραίοι, αλλά ζούσε για μεγάλο χρονικό διάστημα με το πραγματικό του όνομα στην Κολωνία – μέχρι που το ζεύγος Μπεάτα και Σερζ κατάφεραν να τον οδηγήσουν στη δικαιοσύνη.
Δεν έκαναν ποτέ πίσω
Η Μπεάτα εμπνεύστηκε από την ομάδα αντίστασης White Rose, της οποίας τα νεαρά μέλη αποκεφαλίστηκαν στο Μόναχο το 1943 επειδή μοίρασαν αντιναζιστικά φυλλάδια. Το τελευταίο κείμενο που έγραψαν η Σόφι και ο Χανς Σολ, τα αδέλφια που ίδρυσαν τη φοιτητική ομάδα, έγινε το απερίφραστο μάντρα της Μπεάτε.
«Μόλις τελειώσει ο πόλεμος, θα χρειαστεί να τιμωρήσουμε αυστηρά τους υπεύθυνους, για να αποτρέψουμε οποιονδήποτε να κάνει το ίδιο ξανά» έγραψαν οι Σολ. «Ας μην ξεχνάμε επίσης τα μικρά καθάρματα αυτού του καθεστώτος, ας θυμόμαστε τα ονόματά τους, για να μην ξεφύγει ούτε ένας από αυτούς!».
«Κυνηγός των εβραϊκών ψυχών»
Η πολιτική της λήθης της Γερμανίας ήταν ιδιαίτερα εμφανής όταν, το 1966, επέλεξε τον πρώην Ναζί Κουρτ Γκέοργκ Κίσινγκερ για καγκελάριο. Δύο χρόνια αργότερα, η Μπεάτε τον χαστούκισε στο πρόσωπο, μια «επίθεση», όπως την αποκάλεσε, που έγινε δημοσίως για να τη δει όλος ο κόσμος. Ήταν η πρώτη από πολλές τολμηρές ενέργειες που θα έκαναν οι Κλάρσφελντ.
«Οι στόχοι προτεραιότητας του ζευγαριού έγιναν σύντομα οι Γερμανοί που ηγούνταν των γαλλικών αστυνομικών δυνάμεων κατά τη διάρκεια της κατοχής. Ένα λαμπρό παράδειγμα ήταν η σύλληψη στη Βολιβία του Κλάους Μπάρμπι, του αποκαλούμενου «Χασάπη της Λυών». Μερικές φορές οι ενέργειές τους άγγιζαν τα όρια του μπουρλέσκ, όπως με την αποτυχημένη απαγωγή του πρώην SS, Κουρτ Λίσκα» γράφει η γράφει η Οντ Λανσελέν στο worldcrunch.com.
Αυτές οι δημόσιες προσπάθειες συμπληρώθηκαν από το ιστορικό έργο του Σερζ Κλάρσφελντ για να ζωντανέψει τη μνήμη των 80.000 Γάλλων Εβραίων που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ακόμη περισσότερο από «κυνηγός των Ναζί» προτιμά πλέον να αυτοπροσδιορίζεται ως «κυνηγός των εβραϊκών ψυχών που εξαφανίστηκαν στο Ολοκαύτωμα».
Η εξαντλητική έρευνα του Σερζ τον οδήγησε στη συγγραφή του εντυπωσιακού Μνημείου για τους Εβραίους που εκτοπίστηκαν από τη Γαλλία, το οποίο εκδόθηκε το 1978. «Ξέραμε, κι όμως δεν ξέραμε τίποτα» έγραψε ο φιλόσοφος Vladimir Jankelevitch στη Le Nouvel Observateur αφού διάβασε το θεμελιώδες έργο.
Αντίο ήρεμη συνταξιοδότηση
Τη δεκαετία του 1980, αφού είχαν βάλει στο στόχαστρο τους Γερμανούς σιωπηλούς συνεργάτες, οι Κλάρσφελντ ξεκίνησαν να εντοπίζουν τους Γάλλους συνεργάτες και να καταστρέφουν, ενδεχομένως, την ήρεμη συνταξιοδότησή τους δίπλα στο τζάκι. Έτσι ο Ζαν Λεγκουαί, πρώην υπαρχηγός της αστυνομίας του Βισύ, έγινε ο πρώτος Γάλλος που καταδικάστηκε για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Ακολούθησαν και άλλοι, όπως ο Μορίς Παπόν το 1998. Ο Παπόν κρίθηκε ένοχος για συνέργεια σε εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Στη δίκη εμφανίστηκε ο γιος του Σερζ και της Μπεάτα, Άρνο, ο οποίος προκάλεσε αναστάτωση στη δικαστική αίθουσα και στους αρθρογράφους κουτσομπολιού, καθώς έφτασε με πατίνια.
Στο βιβλίο τους, η Μπεάτε μοιράζεται το μυστικό της επιτυχίας τους: Ποτέ δεν πάλεψαν μόνο για να «κάνουν τον εαυτό τους να νιώσει καλύτερα, αλλά πάντα για να κερδίσουν» γράφει.
Κοίταξαν τους αντιπάλους τους στα μάτια, αναγκάζοντας τους βασανιστές να αντιμετωπίσουν αυτό που έκαναν.
Δείτε το βίντεο με τη ζωή τους
*Με στοιχεία από worldcrunch.com