Εκπρόσωπος της νέας γενιάς εικαστικών που στις αρχές του 2000 έφυγαν από την Ελλάδα για να συνεχίσουν τις σπουδές τους στο εξωτερικό, η Ραλλού Παναγιώτου σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1998 – 2003) και στο πρόγραμμα MFA, Glasgow School of Art (2006 – 2008) της Γλασκώβης. Η διαδρομή της την έφερε σε συνάντηση με το βρετανικό μητροπολιτικό περιβάλλον, όπου άρχισε να αφουγκράζεται, για να περάσει σε ώσμωση με τον κοσμοπολιτικό περίγυρο της, μπαίνοντας στη διαδικασία να τροποποιήσει τα εκφραστικά καλλιτεχνικά της μέσα και να φτιάξουν το ιδίωμα της. Μετά τον πολύχρονο κύκλο διαμονής της στη Γλασκώβη, επέστρεψε στην Αθήνα και αντλώντας υλικό από αναμνήσεις και βιώματα της οικογένειάς της δημιουργεί το εννοιολογικό της έργο που αποτελούν μεγάλου μεγέθους γλυπτά, φωτογραφίες, βίντεο, εγκαταστάσεις. Παραμονές της ατομικής της έκθεσης, συζητάμε ζεσταίνοντας τα χέρια μας τυλιγμένα γύρω από τα φλιτζάνια του γαλλικού καφέ. Στο μεταξύ το Saint Honore γλυκό με τις άψογες καμπύλες αφράτου σου και κρέμας σαντιγί στο τραπέζι φέρνει στη συνομιλία μας το θέμα της υποκειμενικής τελειότητας στη μορφή του έργου τέχνης.
Πότε αρχίζει η έκθεσή σου;
Ανοίγει 23 Φεβρουαρίου. Μετά από καιρό η δεύτερη ατομική μου στην Bernier/Eliades. Η πιο πρόσφατη ατομική μου στην Αθήνα ήταν το 2021 στο πάρκο Ελευθερίας, με επιμελητή τον Χριστόφορο Μαρίνο, με τον οποίο είχαμε συνεργαστεί πολλές φορές στο παρελθόν και ο οποίος μου έδωσε carte blanche στην επιλογή των έργων στον χώρο.
Πέρα από τις δικές σου δουλειές κάνεις και μερικές άλλες εκθέσεις. Πώς θα ονόμαζες αυτή τη διαδικασία που διαλέγεις καλλιτέχνες φίλους;
Είναι μικρές επιμέλειες, όμως τις θεωρώ μέρος της καλλιτεχνικής μου δράσης. Δηλαδή δεν θεωρώ τον εαυτό μου επιμελητή. Καθεμία αρχίζει είτε από ένα θέμα είτε από έναν χώρο, ή απλά από το ένστικτο να μην είναι πάντα μία μοναχική δουλειά.
Το ότι κάνεις αυτές τις μικρές επιμέλειες είναι και ένα είδος εξάσκησης δικής σου πάνω σε αυτό;
Συμβαίνει, ναι, ιδίως στις μεγαλύτερες και πιο σύνθετες. Γιατί προφανώς οι μικρές είναι εκθέσεις δωματίου. Οι μεγαλύτερες ξεκινάνε από μια ιδέα η οποία είναι πιο διερευνητική. Κάποιες έχουν να κάνουν με πράγματα που σκέφτομαι περισσότερα από άλλα.
Μου αρέσει αυτό που λες ότι είναι εκθέσεις δωματίου. Οτι έχουν με αυτό τον τρόπο και έναν δικό τους εσωτερικό ρυθμό. Οπως η μουσική;
Είναι αυτό που λέμε πιο εσωτερικές, ενδόμυχες, σαν μικρά σύνολα.
Το σχήμα των γλυπτών σου μοιάζει με αυτό εδώ το ωραίο εντυπωσιακό γλυκό;
Στις φόρμες των γλυπτών μου, όχι, δεν μοιάζει. Καταρχήν το γλυκό αυτό έχει ένα πολύ απόλυτο σχήμα. Τα δικά μου θα έλεγα ότι είναι ημιτελή. Επιμελώς ημιτελή, με μια δυνητική συνέχεια. Περιορίζονται στα πολύ ουσιώδη μιας χειρονομίας.
Λοιπόν για πες μου, για τη δουλειά που θα δείξεις.
Είναι μια συνέχεια των πραγμάτων που έδειξα σε μία μεγάλη έκθεση στη Νορβηγία, με καινούργια γλυπτά και φωτογραφικά τυπώματα τον Νοέμβριο. Ήταν η δεύτερη ατομική μου με την γκαλερί που συνεργάζομαι στο Οσλο. Συνήθως μια έκθεση αφήνει ανειλημμένες υποχρεώσεις, υλικό για την επόμενη. Είναι πάντα διαφορετικές όμως, πάντα υπάρχει κάτι που συνεχίζεται.
Τι είναι τα γλυπτά αυτά;
Εχω έναν κώδικα υλικότητας, με αδρά υλικά που μεταπλάθονται και σε αυτά πάντα προστίθενται καινούργια. Θα τα έλεγα σκληρές επιφάνειες.
Το να δουλεύεις σε αυτά τα σκληρά υλικά είναι σαν να κάνεις επίθεση στους άνδρες γλύπτες, ή πηγαίνεις στον δικό τους κόσμο;
Είναι μια εντύπωση που δεν ξέρω αν είναι καλό να τη συνεχίζουμε. Τα υλικά αυτά ανήκουν σε όλους, στους ανθρώπους που χρησιμοποιούν μαρμάρινους νιπτήρες, που καθαρίζουν τραπέζια με λάκα, που περνούν το χέρι τους πάνω σε μια κρύα μεταλλική επιφάνεια. Εννοώ ότι η υλικότητα που χρησιμοποιώ δεν προέρχεται από τη γλυπτική. Προφανώς μετά γίνεται κάτι πολύ σύνθετο. Αλλά οι αναφορές μου καταρχήν δεν είναι και τόσο γλυπτικές. Είναι κυρίως ζωγραφικές και έχουν να κάνουν περισσότερο με κείμενα και γλώσσα. Επιπλέον, οι γλύπτριες έχουν κάνει πράγματα συγκλονιστικά πολλά χρόνια πριν.
Μα και εσύ, πέρα από το υλικό, πας να αναμετρηθείς με την κλίμακα.
Είναι κάποιες ιδέες οι οποίες καθορίζουν το μέγεθός τους. Δεν αποφασίζω εξαρχής να κάνω ένα μεγάλο έργο.
Ούτε είσαι της μικρογλυπτικής.
Εχω φτάσει σε έργα μικρότερης κλίμακας, τα οποία, ναι, προσφέρουν μια άλλη οπτική. Αλλά εν πάση περιπτώσει τα κυρίως έργα μου είναι τα μεγάλα, αυτά όπου οι συνδέσεις γίνονται πιο διακριτές και πιο αδιόρατες ταυτόχρονα.
Γράφεις δικά σου πράγματα και τα παρουσιάζεις ως έργα;
Στην καλλιτεχνική ζωή καλείσαι να γράψεις πράγματα, κι επίσης γράφω σημειώσεις και κάποια μικρά κείμενα για προσωπική χρήση. Στη δουλειά μου με ενδιαφέρουν υπάρχοντα κείμενα άλλων σαν θραύσματα, συνδέσεις με κάτι που συνεχίζεις να σκέφτεσαι και έτσι προκύπτει ένα άγνωστο τοπίο. Αυτό συμβαίνει, δεν το κάνω επί τούτου, να διαβάσω κάτι ώστε να παραγάγω έργο. Δεν είναι και απαραίτητο να βγει κάτι συγκεκριμένο από τη διαδικασία αυτή.
Τι σε τραβάει να διαβάσεις;
Δεν με ενδιαφέρει η πλευρά της επικαιρότητας για τον σχολιασμό της μέσα στο έργο μου. Με ενδιαφέρει η λογοτεχνική κριτική, η φιλοσοφία, μια μετα-προσέγγιση της τέχνης με κάποιον τρόπο. Ή μπορεί να είναι κάτι ποιητικό.
Οι στίχοι εύκολα παρασύρουν τους καλλιτέχνες, ενώ η θεωρία είναι μία διανοητική άσκηση με απαιτήσεις.
Υπάρχουν διαφορετικές ευαισθησίες. Αλλά και η ποίηση κάποιες φορές μπορεί να είναι πολύ σκληρή, μεθοδική, προγραμματική. Και η φιλοσοφία μπορεί να είναι άλλοτε πιο αχαλίνωτη από την ποίηση.
Σου αρέσει να κυκλοφορείς μέσα στο παρόν ή ανακαλύπτεις πράγματα στο παρελθόν;
Σίγουρα με ενδιαφέρει το παρόν, αλλά εμπεριέχει τόσα πράγματα του παρελθόντος που στην πραγματικότητα δεν τα διαχωρίζω τόσο.
Θυμάμαι σε μια από τις δουλειές σου, ήταν ένα φιλμ, είχες πολλές αναφορές σε δικά σου βιώματα, με το καλοκαίρι, σε κάποιο θέρετρο.
Δικά μου, αλλά όχι με αυτοβιογραφική χροιά. Δεν ήταν μια γενικότητα, μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος. Ηταν για μια συγκεκριμένη αίσθηση σε συγκεκριμένες συνθήκες. Ηταν η αναγνώριση ενός τοπίου. Αλλά δεν μου αρέσει η νοσταλγία, δεν είχε κάτι νοσταλγικό. Η νοσταλγία είναι η παραδοχή ότι τα πράγματα τελείωσαν ενώ αυτά παίζονται ακόμη. Εχει περισσότερο να κάνει με το πως φέρνεις ένα τοπίο στο παρόν ή πως φέρνεις στην πραγματικότητα αυτό που λέμε αλληλεπίδραση με ένα τοπίο, με ένα σώμα με την υλικότητα, την χρονικότητα..
Το σώμα πώς το ορίζεις στη γλυπτική ή στις φωτογραφίες σου;
Με μία χρονικότητα. Το σώμα που περνάει, που κάνει μία κίνηση, μία ελλειπτική δράση. Δεν σκέφτομαι τον χρόνο με την έννοια του δημιουργικού επιτεύγματος, αλλά περισσότερο σαν ένα τοπίο δράσης που ενώνεται με πριν και μετά.
Αλλαξε το βλέμμα σου στη νέα σου δουλειά;
Σε αυτήν την έκθεση το τοπίο είναι εξωτερικό, αστικό κυρίως, υπάρχει αίσθηση δρόμων αλλά δεν είναι κάτι αποσαφηνισμένο. Ισως είναι αστικό εξωτερικό και εξοχικό εσωτερικό, σε αυτή την έκθεση όλα παίζουν μαζί. Συνήθως κάνω πιο συγκεκριμένες απομονώσεις, αλλά τώρα υπάρχει κάτι πιο ρευστό. Γενικά στα έργα μου, η πόλη καθρεφτίζεται στα σώματα, η αστική κλίμακα συνδέεται με τη μικροκλίμακα του σώματος.
Αυτό το αφηρημένα αστικό τοπίο σε κάποια πρόσφατα δισδιάστατα έργα μου, με έναν κρυπτογραφικό τρόπο θυμίζει παιχνίδι αναγραμματισμού λέξεων. Τα ονόματα αθηναϊκών δρόμων σχηματίζονταν από τα γράμματα ονομάτων και λέξεων σε ετικέτες ρούχων του ’70 και του ’80 από μέλη της οικογένειάς μου. «Συλλέγοντας» ονόματα δρόμων ικανά μέσα από τη μνήμη της εκφοράς τους από ένα αγαπημένο πρόσωπο, να ενεργοποιούν μια βιωματική αίσθηση, σχημάτισα το κάθε όνομα χρησιμοποιώντας διαφορετικές και ελλιπείς γραμματοσειρές. Και τοποθέτησα τα ονόματα σε συνθέσεις μεταξοτυπίας πάνω σε ύφασμα για κάλυμμα αυτοκινήτου.
Εχεις την αίσθηση ότι οι δρόμοι ας πούμε στην Αθήνα δεν είναι πια όπως πριν από χρόνια, ότι δηλαδή μια άλλη ιστορία πάει να βγει αυτή τη στιγμή από τους δρόμους;
Σίγουρα, υπάρχει έντονη αλλοίωση. Σε μια πόλη φαίνεται ότι μιλάς με το περιβάλλον σου. Ο δρόμος δίνει δηλαδή άλλα σήματα. Υπάρχουν περιοχές που το φως δείχνει διασκέδαση ή δείχνει σινεμά, θέατρο. Ενώ τώρα τα φώτα δεν προσκαλούν να είμαι συμμέτοχη σε κάτι. Από πλευράς ντιζάιν, αποχαρακτηρίζουν έναν τόπο. Το ίδιο συμβαίνει και με τα αυτοκίνητα. Αυτή τη στιγμή υπάρχει μια βαρετή ομοιογένεια πάνω στον δρόμο.