Ένα χρόνο μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η μάχη για τη Μαριούπολη εξακολουθεί να συγκλονίζει.
Ήταν ίσως το πιο αιματηρό κεφάλαιο του άγριου αυτού πολέμου στην Ευρώπη, γράφει ο Guardian σε αφιέρωμα του για τις 80 μέρες των ανελέητων βομβαρδισμών και της σχεδόν ολοκληρωτικής καταστροφής της.
Τα Χριστούγεννα του 2022 το σημαντικότερο λιμάνι της Αζοφικής θάλασσας ετοιμάζεται για την αλλαγή του χρόνου.
Κακός οιωνός
Όταν ένας δυνατός άνεμος πέταξε τα κλαδιά του χριστουγεννιάτικου δέντρου στο πιο κεντρικό σημείο της πόλης δεξιά και αριστερά, κάποιοι από τους πολίτες της Μαριούπολης έκαναν λόγο για κακό οιωνό.
Όλοι τους εξάλλου τις τελευταίες ημέρες μιλούσαν για τα σχέδια του Βλαντιμίρ Πούτιν να στείλει τα στρατεύματα του στη χώρα τους, για τα οποία έγραφαν συνέχεια τα ξένα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Ήταν ένα τρομερό σενάριο, αλλά όχι άγνωστο για τους ίδιους, αφού το είχαν ξαναζήσει το 2015 όταν οι Ρώσοι κατέλαβαν το γειτονικό Ντόνετσκ και για λίγο απέκτησαν τον έλεγχο της Μαριούπολης.
Για εφτά εβδομάδες, η ζωή συνεχιζόταν κανονικά στους δρόμους και τα σπίτια τους.
Η αρχή του κακού
Και τότε, το ξημέρωμα της 24ης Φεβρουαρίου, το κακό ξεκίνησε.
Στις 5 το πρωί οι σειρήνες του στρατού ήχησαν και οι επικεφαλής της αστυνομίας και των δημοτικών αρχών κλήθηκαν να πάνε στα γραφεία τους.
«Μην πανικοβάλλεστε. Είμαστε έτοιμοι να πολεμήσουμε για τη Μαριούπολη και την Ουκρανία», ήταν το μήνυμα του δημάρχου, Βαντίμ Μποϊτσένκο.
Τρεις μέρες αργότερα ο ίδιος και η ομάδα του εγκατέλειψαν την πόλη.
Στην αρχή οι μάχες περιορίζονταν στα περίχωρα της πόλης. Οι τραυματισμένοι στρατιώτες πήγαιναν στα νοσοκομεία, και εκατοντάδες πολίτες έτρεχαν να δώσουν αίμα.
Οι ουρές στα ATM και τα βενζινάδικα ήταν μεγάλες, ωστόσο τα δημόσια μέσα συγκοινωνίας συνέχιζαν κανονικά τις διαδρομές τους.
Η πόλη ήταν καλά οχυρωμένη στα ανατολικά, όπου όλοι ανάμεναν ότι θα γινόταν η ρωσική επίθεση.
Καμιά προετοιμασία δεν είχε γίνει τα δυτικά της πόλης, από όπου τελικά μπήκαν οι Ρώσοι και μέσα σε λίγες μέρες είχαν καταφέρει να περικυκλώσουν τη Μαριούπολη.
Οι μάχες ξεκίνησαν
Τα πρώτα χτυπήματα έγιναν στο ηλεκτρικό, το νερό και το αέριο.
Καθώς οι μάχες γίνονταν πιο έντονες οι άνθρωποι άρχισαν να κρύβονται στα καταφύγια.
Οι γηραιότεροι και οι πιο αδύναμοι έμειναν πίσω να πεθάνουν πρώτοι μαζί με τις αναμνήσεις τους.
Στο νοσοκομείο Νούμερο Ένα, ο γιατρός Σάριι Μάντρι πήγε για μια 2ήμερη βάρδια στις 28 Φεβρουαρίου.
Κατέληξε να μείνει 40 ολόκληρες μέρες. Έφυγε μόνο για να πάει να πάρει μαζί του στο νοσοκομείο τη γυναίκα του και τα παιδιά του.
Σύντομα όλοι οι πολίτες εκεί κοντά κατέληξαν στο υπόγειο του νοσκομείου. Εκεί όπου κρύβονταν και κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, όπως είπε μια 92χρονη γυναίκα στον προαναφερόμενο γιατρό.
Οι αντίπαλοι
Όταν ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, συναντήθηκε στην τουρκική Αττάλεια με τον Ουκρανό ομόλογο του, Ντμίτρο Κουλέμπα, για να συζητήσουν το μέλλον της πόλης, ο πρώτος δεν δέχτηκε τις αιτιάσεις του δεύτερου ότι εντός των τειχών της είχαν μείνει μόνο οι γυναίκες και τα παιδιά.
«Η Μαριούπολη είναι γεμάτη Ουκρανούς στρατιώτες», είπε ο Λαβρόφ, ολοκληρώνοντας την κουβέντα τους μετά από 90 λεπτά.
Και κάπως έτσι η πολιορκία ξεκίνησε. Ήταν πια επικίνδυνο για τον οποιοδήποτε να κουβαλήσει έναν κουβά με νερό.
Κανείς δεν ήξερε αν οι Ουκρανικές δυνάμεις θα επέτρεπαν στους πολίτες να φύγουν πριν την καταστροφή, αν οι Ρώσοι θα τους εκτελούσαν.
Μέσα στις επόμενες μέρες όλα τα συγκροτήματα πολυκατοικιών της πόλης χτυπήθηκαν, οι δρόμοι διαφυγής έκλεισαν και οι εναπομείναντες πολίτες κρύφτηκαν στα δημόσια κτίρια της Μαριούπολης.
Η επίθεση στο θέατρο
Στο θέατρο πήγαν οι περισσότεροι, εκεί που με πηχυαία γράμματα έγραψαν στην πρόσοψη του τη λέξη DETI, δηλαδή παιδιά στη ρωσική γνώσσα.
Στις 16 Μαρτίου το θέατρο αποτέλεσε ρωσικό στόχο. Πολλοί από αυτούς μέσα στα δωμάτια του εκσφενδονίστηκαν, ενώ η πόρτα του υπογείου του ξεκόλλησε.
Εκείνη την ημέρα 600 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Οι Ρώσοι είπαν ότι9 ήταν θεμιτός στόχος, αφού ήταν γεμάτο Ουκρανούς στρατιώτες.
Μετά είπαν ότι δεν το έπληξαν εκείνοι, αλλά ο ουκρανικός στρατός για να τους επιρρίψει την ευθύνη.
Καθώς τα σύννεφα πύκνωναν στον ουρανό και το κακό τέλος της πόλης έμοιαζε μη αναστρέψιμο ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός πίεζε το Κίεβο και τη Μόσχα για τη δημιουργία ενός ανθρωπιστικού διαδρόμου που θα έσωζε τους πολίτες της Μαριούπολης.
Συμφωνία δεν κατέστη δυνατόν να επιτευχθεί.
Ο αναισθησιολόγους του νοσοκομείου στην προσπάθεια του να μεταφέρει έναν ασθενή σε ένα άλλο καταφύγιο χτυπήθηκε από τις ρωσικές σφαίρες.
Κατάφερε να επιστρέψει στην εργασία του, ίσα για να πει στον εναπομείναντα χειρουργό, τι αναισθητικό να του δώσει και την ομάδα αίματος.
Σώθηκε για να δει στις 6 Απριλίου τους Ρώσους να εισβάλλουν στο υπόγειο του νοσοκομείου και να τους ανακοινώνουν ότι η Μαριούπολη ήταν υπό τον έλεγχο τους.
Τα 82 από τα 106 νοσοκομεία της πόλης είχαν καταστραφεί ολοσχερώς.
Το Αζοφστάλ
Η τελική μάχη δόθηκε στο Αζοφστάλ, όπου συγκεντρώθηκαν όλες οι εναπομείνασες ουκρανικές δυνάμεις για να υπερασπιστούν την πόλη.
Εκεί, στο εργοστάσιο παραγωγής υψηλής ποιότητας ατσαλιού που «ταξίδευε» σε όλο τον κόσμο, ένα από τα μεγαλύτερα –και ίσως το σημαντικότερο–της Αζοφικής και της Μαύρης Θάλασσας, με στρατηγική σημασία για την οικονομία και την ασφάλεια της Ουκρανίας, όπως και παλαιότερα της Σοβιετικής Ένωσης, γράφτηκε το τέλος με μια αιματηρή πολιορκία.
Για το Κρεμλίνο, η Μαριούπολη, το στρατηγικά τοποθετημένο αυτό λιμάνι στη θάλασσα της Αζοφικής, ήταν έπαθλο.
Το πήρε όταν ζητήθηκε από τους εγκλωβισμένους του Αζοφστάλ να παραδοθούν ως αιχμάλωτοι πολέμου.
Στα τέλη Ιουνίου, έγινε και μια ανταλλαγή αιχμαλώτων μεταξύ Ρώσων και Ουκρανών. «Είχαμε καιρό πριν καταλάβει ότι το μέρος που ζήσαμε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας, δεν θα ήταν ποτέ ξανά το ίδιο», λέει στη βρετανική εφημερίδα ένας από τους επιζήσαντες της Μαριούπολης.