Υπάρχουν κάποιες πόλεις που πίσω από το ορατό τοπίο και την καθημερινή ζωή τους, αισθάνεσαι να υπάρχει μια άλλη αόρατη πραγματικότητα, μια άλλη μυστική ατμόσφαιρα, που δίνει βάθος και ουσία στην πόλη. Τα Γιάννενα είναι μία από αυτές, το αισθάνεσαι όταν την επισκέπτεσαι.
Ισως είναι η λίμνη, ίσως είναι η αχλή που συχνά τη σκεπάζει. Αυτή η άλλη ζωή μιας πόλης χρειάζεται τον Μνήμονα και τον Αφηγητή της, και τα δύο σε έναν, αυτόν που αισθάνθηκε την ψυχή της και ταυτόχρονα έχει την τέχνη να την αφηγηθεί. Τα Γιάννενα ευτύχησαν να έχουν ως μνήμονα – αφηγητή τον μεγάλο μεταπολεμικό συγγραφέα Δημήτρη Χατζή. Στο «Τέλος της μικρής μας πόλης» η λίμνη, τα ταμπάκικα, το Κάστρο, η ρωμανιώτικη κοινότητα, τα παλιά βιοτεχνικά επαγγέλματα, αποκτούσαν μια άλλη ζωή, σαν σύμβολα ενός κόσμου που έσβηνε, καθώς επέλαυνε η βιομηχανική νεωτερικότητα και η βία του πολέμου.
Την Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2023 τα Γιάννενα αποχαιρέτισαν τον σύγχρονο μνήμονα – αφηγητή τους, τον Μωυσή Ελισάφ. Αν το έργο του ήταν και αυτό διήγημα, θα είχε τίτλο «Η αρχή μιας μεγάλης πόλης», όπου το μέγεθος θα ήταν η Ιστορία και ο πολιτισμός. Γιατί η μυστική ζωή της πόλης που διέβλεπε ο Μωυσής, ήταν ο νέος παγκοσμιοποιημένος και πολυπολιτισμικός κόσμος που έρχεται, ανοιχτός πάλι στο καλό και στο κακό, κόσμος για τον οποίο χρειάζεται να αγωνιστούμε με έμπνευση για να γίνει ειρηνικός και ανθηρός. Τα Γιάννενα μπορούσαν να τον προαισθανθούν πίστευε ο Μωυσής αν καταλάβαιναν την αόρατη ζωή που ενώνει τη Μονή Φιλανθρωπινών και τις ορθόδοξες εκκλησιές, με τη Συναγωγή και το ισραηλιτικό κοιμητήριο, με τα τέσσερα οθωμανικά τζαμιά. Η συνάντηση των τριών μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών της Μεσογείου, το όραμα τόσων και τόσων στοχαστών, πραγματοποιημένο στον μικρό χώρο μιας πόλης.
Χρειαζόταν ένας εβραίος της ρωμανιώτικης κοινότητας για να αισθανθεί το βάρος της Ιστορίας και τη δυνατότητα της πολιτισμικής συνάντησης. Στα Γιάννενα του Δ. Χατζή η εβραϊκή κοινότητα παρακμάζει και καταλήγει να αφανιστεί στα ναζιστικά στρατόπεδα – όπως συνέβη και στην πραγματική ζωή. Η μεταπολεμική πόλη δεν μίλησε και πολύ για το δράμα, οι εναπομείναντες μετρούσαν τις απουσίες και αγωνίζονταν να ξανασταθούν στα πόδια τους. Εμελλε όμως σε ένα εγγόνι της Shoa να αλλάξει την κατάσταση. Στα Γιάννενα του δημάρχου Μωυσή Ελισάφ η ιστορία επανήλθε και η αποδεκατισμένη κοινότητα ανέλαβε έναν δυσανάλογα μεγάλο ρόλο: να διεθνοποιήσει την πόλη με όπλο τη μνήμη και τον πολιτισμό. Αυτό ήταν το όραμα του εβραίου δημάρχου και αυτή είναι η κληρονομιά που άφησε στα Γιάννενα. Οι συνήθεις δήμαρχοι αφήνουν δρόμους, πάρκα και παρτέρια, ο Μωυσής άφησε ένα μεγάλο άυλο πολιτισμικό κεφάλαιο – αν βεβαίως η πόλη σταθεί άξια να το κατανοήσει.
Ο Μωυσής δεν ήταν «κοσμοπολίτης», ο οικουμενισμός του δεν προέκυπτε από αφηρημένες θεωρητικές αρχές. Αντιθέτως, αντιλαμβανόταν τις καθολικές αξίες και την ηθική της οικουμενικότητας ως αέναη διαλεκτική διαμάχη μέσα στο ματωμένο πεδίο της Ιστορίας. Εκεί όπου η μισαλλοδοξία, η εχθρότητα και ο ανταγωνισμός που εμπεριέχουν οι επιμέρους εθνικές, θρησκευτικές, ταξικές και έμφυλες ταυτότητες υποχωρούν σαν μια διαδικασία κάθαρσης, ώστε να βρίσκει μεγαλύτερο χώρο ο οικουμενικός τους πυρήνας: ο σεβασμός στον άνθρωπο – στον κάθε άνθρωπο. Σε αυτή τη διαλεκτική «το παρελθόν μπορεί να αξιοποιηθεί για τον καθορισμό του προσανατολισμού μας στο μέλλον – του δυναμικά επερχόμενου» όπως έλεγε («ΤΑ ΝΕΑ», 11/12/2021) υιοθετώντας τον όρο του Κώστα Αξελού.
Αυτή η ματιά του Μωυσή πήγαζε εξάλλου από την πολιτικό του βίο στην Ανανεωτική Αριστερά, ήδη από τα φοιτητικά του χρόνια στον Ρήγα Φεραίο. Αλλωστε και εκείνος ο χώρος ήταν μια ιστορική και θεωρητική κάθαρση της ιδέας του σοσιαλισμού από τα αυταρχικά και ολοκληρωτικά του στοιχεία, μια υπόσχεση γόνιμης σύμπλεξης της ελευθερίας και της ισότητας – ένας μαχόμενος οικουμενισμός εν δράσει. Σε αυτό το σχολείο καλλιέργησε τα χαρίσματα που τον διέκριναν και τον έκαναν σεβαστό ως άνθρωπο, ως πολιτικό και ως γιατρό. Τη σημασία του διαλόγου, τον σεβασμό της άλλης άποψης, την αξία της ενότητας και της συνεργασίας, την προσφορά προς το σύνολο, την υποχρέωση να κάνεις καλά τη δουλειά σου είτε είσαι ο γιατρός, είτε είσαι ο καθηγητής είτε είσαι ο δήμαρχος.
Ολες αυτές τις ζωές τις έζησε ο Μωυσής με μια εσωτερική στοχαστικότητα. Δεν ήταν θρήσκος, δεν είχε την ασφάλεια της μετά θάνατον ζωής. «Οι σχέσεις μου με την εβραϊκότητα είναι καθαρά σχέσεις παράδοσης, πολιτισμού, παιδείας. Δεν είναι η θρησκεία ο συνδετικός κρίκος» έλεγε («ΤΑ ΝΕΑ», 6/5/2021). Καταλάβαινε όμως και βίωνε όλη την υπαρξιακή αναρώτηση που γεννά το θρησκευτικό αίσθημα και την ανάγκη της πίστης. Οντας λάτρης αυτής της ζωής και της μουσικής, στοχαζόταν και μελετούσε με σέβας την εβραϊκή και χριστιανική θεολογία, σαν να υιοθετούσε ως γνώμονα του βίου του άλλη μια διαλεκτική σχέση: εκείνη του εγκόσμιου με το μεταφυσικό. Τόσο γνώριμη σε τόσους ευρωπαίους διανοούμενους.
Αλήθεια, πόσα πολλά πράγματα έφυγαν μαζί με τον Μωυσή Ελισάφ!
Τουλάχιστον, ας λογαριαζόμαστε τυχεροί που διασταυρώθηκαν οι δρόμοι μας!