Με περιορισμένα δρομολόγια, χαμηλότερες ταχύτητες, λιγότερους συρμούς και στάσεις και υποχρεωτικά δύο σταθμάρχες ανά βάρδια σε κάθε σταθμό, θα γίνει η επανεκκίνηση του σιδηροδρόμου μετά το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη. Βασική προϋπόθεση για να ξεκινήσουν τα επιβατικά δρομολόγια ως το τέλος του μήνα αποτελεί η εύρεση κοινού τόπου με τους εργαζόμενους, που ευλόγως ζητούν αυξημένες διασφαλίσεις για να ανέβουν και πάλι στα τρένα.
Η καθοριστική συνάντηση των σιδηροδρομικών με τον υπουργό Επικρατείας, αρμόδιο εδώ και μία εβδομάδα για τις Υποδομές και Μεταφορές, κ. Γιώργο Γεραπετρίτη, θα γίνει τελικά σήμερα το απόγευμα, παρότι αρχικώς είχε προγραμματιστεί για την Παρασκευή. Από αυτή θα εξαρτηθεί πότε και με ποιες προϋποθέσεις θα ξεκινήσει, έστω μουδιασμένα, αυτή η μεταβατική φάση, όπως τη χαρακτήρισε εχθές ο κ. Γεραπετρίτης κατά τη διάρκεια της άνω των δύο ωρών συνέντευξης τύπου που έδωσε.
Το δίκτυο στο σημείο του δυστυχήματος δεν παρουσίασε βλάβες, ενώ μένει να επανασυνδεθεί η ηλεκτροκίνηση, γεγονός που πρακτικά δεν εμποδίζει την κίνηση αφού αυτή μπορεί να γίνει με μηχανές ντίζελ. Σε άμεση προτεραιότητα βρίσκεται, σύμφωνα με πληροφορίες, η προσπάθεια επαναλειτουργίας του Προαστιακού της Αθήνας και των εμπορευματικών τρένων σε όλο τον άξονα, που έτσι κι αλλιώς είναι εξαιρετικά περιορισμένα.
Η ολοκλήρωση των έργων και το μεσοδιάστημα
Όπως εξήγησε ο υπουργός, πρόθεση όλων των εμπλεκομένων μερών είναι η ταχεία όσο το δυνατόν επανέναρξη των δρομολογίων με τους αναγκαίους όρους ασφαλείας, διότι εάν το τρένο μείνει για μήνες εκτός λειτουργίας τότε ουσιαστικά καταργείται. Αναφέρθηκε και στον κίνδυνο βανδαλισμών και κλοπών που θα απαξιώσουν έτι περεταίρω τον σιδηρόδρομο.
Εξάλλου, η μαφία του χαλκού ήταν και πριν 12-13 χρόνια ένας από τους λόγους που τα συστήματα που είχαν τοποθετηθεί πήραν την κάτω βόλτα και τελικά δεν ανέκαμψαν ποτέ. Σε αυτό το πεδίο, αναμένεται να έρθει νομοσχέδιο στη Βουλή το αμέσως επόμενο διάστημα που θα αυστηροποιεί το πλαίσιο σε ό,τι αφορά δολιοφθορές, κλοπές και καταστροφές που γίνονται στο σιδηροδρομικό δίκτυο.
Όσο για την επίμαχη σύμβαση 717 που θα ολοκληρώσει το έργο αναβάθμισης και συμπλήρωσης των συστημάτων σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης στον άξονα Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Προμαχώνας, μετά από μία τρίμηνη παράταση, αναμένεται να ολοκληρωθεί στα τέλη Σεπτεμβρίου. Εξηγήθηκε, μάλιστα, πως η εν λόγω επέκταση κρίθηκε αναγκαία λόγω των ελλείψεων σε βασικά υλικά, κυρίως χαλκό και αναλώσιμα, εξαιτίας των προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα που έφεραν ο κορωνοϊός και ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Πάντως υπάρχει μια ακόμη καθοριστική σύμβαση ανοιχτή στο δίκτυο, η 635 της ΕΡΓΟΣΕ που αφορά στην εγκατάσταση του ETCS, αυτή βάσει χρονοδιαγράμματος θα ολοκληρωθεί στα τέλη του 2023. Επειδή αυτές οι δύο «αιώνιες» εργολαβίες θα γεμίσουν τα κενά στα συστήματα ασφαλείας του δικτύου, παραμένει θολό το πόσο τελικά θα κρατήσει αυτό το λεγόμενο μεσοδιάστημα της περιορισμένης λειτουργίας του τρένου. Διότι εκτός από την εγκατάσταση των συστημάτων, απαιτείται δοκιμαστική λειτουργία και εκπαίδευση του προσωπικού.
Συντονισμός με τη Hellenic Train και αποζημιώσεις
Μια ακόμη παράμετρο της επανεκκίνησης αποτελεί η εταιρεία λειτουργίας, η Hellenic Train, ο συντονισμός με την οποία θα προσδιορίσει το βασικό πλαίσιο για την ασφαλή επανεκκίνηση των τρένων. Όπως είπε ο κ. Γεραπετρίτης, από τις ως τώρα συνομιλίες αυτό το πλαίσιο έχει συμφωνηθεί, ενώ στη συνέχεια θα καθοριστούν ζητήματα ειδικότερων όρων, όπως ο αριθμός δρομολογίων, συρμοί, εργαζόμενοι.
Αυτό που παραμένει σε γκρίζα ζώνη είναι το εάν η ιδιωτική εταιρεία, που ανήκει στον ιταλικό όμιλο FSI, θα εγείρει ζητήματα αποζημιώσεων τόσο για τις ημέρες που το δίκτυο παραμένει κλειστό όσο και για το μειωμένο μεταφορικό έργο. Ως προς το ζήτημα των αποζημιώσεων, ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε πως από την πλευρά του ελληνικού Δημοσίου υπάρχει η κατανόηση ότι τέτοιο ζήτημα δεν θα εγερθεί και προς τούτο γίνονται και οι συνεννοήσεις για τη μεταβατική περίοδο.
Σε κάθε περίπτωση, η συζήτηση αυτή δεν πρόκειται να ανοίξει με τόσο νωπή την εθνική συμφορά και τη διερεύνηση του δυστυχήματος ακόμη σε εξέλιξη, τόσο ως προς το διοικητικό κομμάτι όσο και το ποινικό. Όμως, ανάλογα με τις έρευνες για υπαιτιότητα ή μη της εταιρείας, δεν μπορεί να αποκλειστεί σε δεύτερο χρόνο ότι η Hellenic Train θα εξετάσει και τις δυνατότητες για αποζημίωση.
Εντωμεταξύ, η εταιρεία ανακοίνωσε πως δεν θα ενεργοποιήσει, όπως είχε τη δυνατότητα βάσει σχετικής ρύθμισης, την εξαίρεσή της από την υποχρέωση προκαταβολής ενός μέρους της αποζημίωσης στις οικογένειες των θυμάτων και τους τραυματίες.
Η συμφωνία του ελληνικού Δημοσίου με τη Hellenic Train προκειμένου να εξυπηρετεί τις λεγόμενες άγονες σιδηροδρομικές γραμμές, συμπεριλαμβανομένου του άξονα Αθήνας-Θεσσαλονίκης, προβλέπει ετήσια αποζημίωση ύψους 50 εκατ. ευρώ (χωρίς ΦΠΑ) για 10 + 5 έτη. Όπως σημείωσε ο υπουργός, εχθές, υπερασπιζόμενος αυτή τη συμφωνία, τόνισε πως μολονότι αποτελεί υποχρεωτική δημόσια υπηρεσία περιλαμβάνει αντισταθμιστικά ζητήματα.
«Μελετώντας τη σύμβαση, διαπιστώνω ότι το 80% από τα χρήματα τα οποία αποδίδονται επιστρέφει κατ’ αποτέλεσμα στις εταιρείες ΟΣΕ και ΕΡΓΟΣΕ και προβλέπεται, για πρώτη φορά, ένα ποσοστό 20% το οποίο λαμβάνει το ελληνικό Δημόσιο από τα κέρδη του λειτουργού, δηλαδή από τη Hellenic Train», είπε, διαβεβαιώνοντας για την αυστηρή στάση που κρατά η κυβέρνηση απέναντι στη σχέση της εταιρείας με το Δημόσιο. Επισημαίνεται ότι στη σύμβαση για τις ΥΓΟΣ, προβλέπεται και διασφαλισμένο miminum έσοδο για την εταιρεία ύψους 2 εκατ. ευρώ.
Τι βρίσκεται πάνω στο τραπέζι για το μέλλον
Κυρίαρχο ζήτημα για να μπουν τα τρένα στις ράγες αποτελεί ξεκάθαρα η αύξηση του προσωπικού των σιδηροδρομικών φορέων, ιδιαίτερα του ΟΣΕ, που αποψιλώθηκαν μέσα στην κρίση μέσω μετατάξεων και συνταξιοδοτήσεων. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε εχθές ο κ. Γεραπετρίτης, περίπου 200 άτομα έχουν προσληφθεί με δελτία παροχής υπηρεσιών για την κάλυψη άμεσων αναγκών, εκ των οποίων 69 κλειδούχοι, 73 σταθμάρχες, 60 τεχνικοί.
Επίσης, για το 2021 προχώρησε η πρόσληψη 117 ατόμων τα οποία θα στελεχώσουν τον ΟΣΕ, εκ των οποίων 36 σταθμάρχες. Η πρώτη φάση του σχετικού διαγωνισμού έχει δρομολογηθεί και βρίσκεται στο στάδιο της αξιολόγησης. Υπεβλήθησαν 11.000 αιτήσεις, ενώ θα ενεργοποιηθούν και επιπλέον 100 θέσεις για το 2022.
Δεδομένων και των αλλαγών στις απαιτήσεις του δικτύου που θα φέρουν τα νέα συστήματα ασφαλείας, αλλά και η διαμόρφωση των νέων επιχειρησιακών σχεδίων των ΟΣΕ και ΕΡΓΟΣΕ, θα μελετηθεί εκ νέου τόσο το σύστημα προσλήψεων, όσο και η εκπαίδευση του προσωπικού.
Το ζήτημα είναι πως με ένα οργανόγραμμα για τον ΟΣΕ που προβλέπει 2.150 θέσεις, εκ των οποίων σήμερα καλύπτονται περί τις 750, η είσοδος σταδιακά 417 ατόμων -εκ των οποίων σχεδόν οι μισοί με μπλοκάκι- αποτελεί σταγόνα στον ωκεανό.
Πηγή: ΟΤ