Η Ευδοκία Τσαγκλή, η πρώην παίκτρια του Big Brother, είναι μεταξύ των τραυματιών του τραγικού δυστυχήματος στα Τέμπη.
Η ίδια ταξίδευε με το μοιραίο τρένο μαζί με τους φίλους της και ήταν από τους τυχερούς που κατάφεραν να σωθούν και να βγουν ζωντανοί με κάποια τραύματα.
Εννέα ημέρες μετά, μιλά πρώτη φορά για όσα έζησε το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου, περιγράφη τις εφιαλτικές στιγμές, το πώς κατάφερε και βγήκε από τα φλεγόμενα σίδερα και συγκλονίζει.
«Mια ολόκληρη χώρα θρηνεί»
«Ήμουν στο τρίτο, αλλά δεύτερο επιβατικό βαγόνι. Τι να σας πω, πώς είμαι, και εγώ το σκέφτομαι… Δεν έχει να κάνει με μένα. Νιώθω πολύ μικρή για να μιλήσω για ό,τι έχω πάθει σωματικά μπροστά σε αυτό το τεράστιο ψυχικό κάταγμα που έχουμε πάθει όλοι μαζί. Είναι μια ολόκληρη χώρα που θρηνεί μια μαζική απώλεια ψυχών. Είμαι εδώ για να μοιραστώ μαζί σας την πίστη μου. Αυτή η ενέργεια δεν καταστρέφεται και αυτές οι ψυχές είναι ακόμη εκεί, παρόλο που δεν είναι μαζί μας», λέει στο ΣΚΑΪ.
Και προσθέτει: «Είμαι εδώ γιατί πιστεύω ότι η αλλαγή μπορεί να γίνει και δεν θα ζήσουμε άλλες αντίστοιχες καταστάσεις. Οι γιατροί με συμβουλεύουν να μη θυμάμαι τις στιγμές που έζησα στο τρένο. Δεν θέλω να τρομάξω τον κόσμο ούτε να φέρω αυτόν τον πανικό. Ευχαριστώ και ευγνωμονώ όποια είναι αυτή η δύναμη – όπως και αν τη λέει ο καθένας – που είμαι ακόμη εδώ. Να υποκλιθώ μπροστά σε όλους τους τραυματίες και σωματικά και ψυχικά. Τα πιο βαθιά μου συλλυπητήρια στους ανθρώπους που έχασαν αγαπημένα τους πρόσωπα».
«Ο πόνος είναι για όλους μας, ακόμη και αν δεν υπήρχε κάποια προσωπική γνωριμία σε αυτό το τραγικό γεγονός. Σε πολλές κουλτούρες λένε ότι η ζωή είναι ένα τρένο, εμείς συνδέουμε πλέον το τρένο με τον θάνατο», εξομολογείται επίσης.
Στη συνέχεια, θυμάται τα τελευταία λεπτά πριν τη σύγκρουση των δύο αμαξοστοιχιών και σοκάρει. «Τα δικά μου κατάγματα είναι πολύ μικρά και ντρέπομαι να μιλήσω για αυτό μπροστά σε μια τέτοια κατάσταση. Είναι θαύμα που είμαι ακόμη εδώ. Έδωσα όλη μου τη δύναμη για να βγω από τα φλεγόμενα σίδερα. Λίγο πριν το ατύχημα γελούσαμε με τα υπόλοιπα παιδιά. Δεν ξέραμε τι έρχεται».