Σε μια ενδιαφέρουσα τοποθέτηση – ανάλυση του τραγικού δυστυχήματος στα Τέμπη έχει προχωρήσει ο Διομήδης Σπινέλλης, καθηγητής στο Τμήμα Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ο καθηγητής είχε, μάλιστα, κάνει ανάρτηση στον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook, αναφέροντας: «Δεν χωράει το μυαλό μου αυτό που συνέβη στα Τέμπη».
Στη συνέχεια επισημαίνει ότι προσπάθησε να αποτυπώσει τις σκέψεις του για τα αίτια του δυστυχήματος με τη μέθοδο «Five whys» σε μορφή χαρτογράφησης του μυαλού (mind map). Μάλιστα, ζήτησε από τους φίλους του στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης να κάνουν παρατηρήσεις στα δικά του συμπεράσματα, έτσι ώστε να τις ενσωματώσει.
Δείτε τη σχετική ανάρτηση
Ολόκληρο το διάγραμμα και τις επεξηγήσεις του, μπορεί να το δείτε εδώ
Πώς δεν θα επαναληφθεί άλλη τέτοια τραγωδία
Ο καθηγητής παρουσίασε τα συμπεράσματά του σε συνέντευξη που έδωσε σήμερα στην ΕΡΤ και την εκπομπή «Συνδέσεις».
«Θα πρέπει να δούμε τα προβλήματα σε βάθος ώστε να αποφευχθεί η επανάληψη μιας παρόμοιας τραγωδίας όπως και άλλες […], οι οποίες πιθανώς να μην είναι στον σιδηρόδρομο. Μπορεί να είναι σε ένα κτίριο δημόσιο, το οποίο έχει κλειστές εξόδους κινδύνου, μπορεί να είναι σε ένα γήπεδο στο οποίο ο κόσμος δεν έχει εκπαιδευτεί το πώς να τον διακινούν κατάλληλα. Μπορεί να είναι σε έναν αυτοκινητόδρομο, σε ένα τούνελ στο οποίο τρέχουμε με υπερβολική ταχύτητα, σε ένα λεωφορείο που οδηγός του έχει πιει», είπε ο κ. Σπινέλλης.
Ο κ. Σπινέλλης σημείωσε ότι «έχει εντοπίσει 60 περίπου αιτίες οι οποίες διακλαδώνονται, ξεκινώντας από το δυστύχημα και πολλές από αυτές καταλήγουν σε κοινά στοιχεία, όπως ένα έλλειμμα διοίκησης».
Ο πρώην γενικός γραμματέας Πληροφοριακών Συστημάτων στο υπουργείο Οικονομικών (2009-2011) υποστήριξε ότι η χώρα δεν έχει προχωρήσει σε διοικητικές μεταρρυθμίσεις, είπε ότι μπορούν οι υπάλληλοι να φεύγουν από το πόστο τους χωρίς τίποτε να συμβαίνει, ενώ αναφέρθηκε στην αναξιοκρατία, στο εάν βρίσκονται οι πλέον κατάλληλοι στις θέσεις που πρέπει, καθώς και στο παρωχημένο μοντέλο διοίκησης.
Σχετικά με την αδιαφάνεια που υπάρχει ο καθηγητής επισήμανε ότι η αρμόδια Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων (ΡΑΣ) δεν έχει ακόμα δημοσιεύσει την έκθεση για το 2021.
Για το χειρόγραφο πρόγραμμα βαρδιών στον σιδηρόδρομο, στο οποίο όπως φάνηκε έγιναν παρεμβάσεις, τόνισε ότι «το θέμα είναι ποιοι είναι στις διοικητικές θέσεις, ποιες προτεραιότητες έχουν και τι δυνατότητες έχουν για να μπορέσουν να τα κάνουν αυτά».
Μοιάζει να μην υπάρχει ο προϋπολογισμός για συντήρηση
Ζητούμενο, επισήμανε ο καθηγητής, είναι το πόσο χρόνο θέλει μια δημόσια υπηρεσία να κάνει έναν δημόσιο οργανισμό για να κάνει τον διαγωνισμό που χρειάζεται.
Σύμφωνα με τον ίδιο, δεν αρκεί η ψηφιακή πρόοδος, κατακρίνοντας την αναξιοκρατία και τις θεσμικές παρεμβάσεις πολιτικών και ιδιωτών.
Μιλώντας για τους χαμηλούς οικονομικούς πόρους που διαθέτουμε ως χώρα στις σιδηροδρομικές μεταφορές εξέφρασε την άποψη ότι «ο προϋπολογισμός για τη συντήρηση μοιάζει να μην υπάρχει. Περιμένουμε χρήματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση που υπάρχουν πολλά, αλλά δεν φτάνουν. Πρέπει να βάζουμε και εμείς από τον προϋπολογισμό μας. Οπότε υπάρχουν και τέτοιου είδους προβλήματα και μια έλλειψη γενικότερα σαν χώρα κουλτούρας ασφάλειας».
Όπως εξήγησε ο κ. Σπινέλης στο σχεδιάγραμμα των «Five Whys» για τα Τέμπη, η συλλογιστική του αφορά τα εξής ερωτήματα:
- Γιατί θρηνούμε τον θάνατο 56 συνανθρώπων μας στα Τέμπη; Διότι τα τρένα βρέθηκαν στην ίδια γραμμή με αντίθετη κατεύθυνση. Γιατί βρέθηκαν τα τρένα στην ίδια γραμμή με αντίθετη κατεύθυνση; Διότι ο σταθμάρχης έστειλε το επιβατικό τρένο στη γραμμή καθόδου.
- Γιατί ο σταθμάρχης έστειλε το επιβατικό τρένο στη γραμμή καθόδου; Διότι δεν έδωσε εντολή στον κλειδούχο να θέση το κλειδί στη σωστή θέση.
- Γιατί δεν έδωσε εντολή στον κλειδούχο να θέση το κλειδί στη σωστή θέση; Διότι η συγκεκριμένη θέση δεν είχε στελεχωθεί κατάλληλα κ.λ.π.
Για τη μέθοδο των «Five Whys»
Η συγκεκριμένη μέθοδος, σύμφωνα με τον καθηγητή, δείχνει τον τρόπο του που πρέπει να ψάξουμε τις απαντήσεις, δίνοντάς μας σαφείς κατευθύνσεις.
«Ρωτώντας τουλάχιστον πέντε φορές “γιατί;”, κάθε φορά παίρνουμε και μια απάντηση, η οποία μάς “προχωράει” στη νέα ερώτηση. Στην πραγματικότητα, οι τουλάχιστον πέντε ερωτήσεις μπορεί να είναι και τρεις ή επτά, ανάλογα κάθε φορά με το μέγεθος και το βάθος του προβλήματος.
Η όλη ιδέα είναι ότι δεν σταματάμε στην πρώτη απάντηση. Η μέθοδος εξετάζει σύντομα αλλά ουσιαστικά, μέσα από όλες τις παραμέτρους, ένα πολυπλόκαμο ζήτημα. Η έμφαση δίνεται στο να βρούμε τη ρίζα του προβλήματος», είχε αναφέρει ο καθηγητής σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή» λίγες ημέρες μετά την τραγωδία στα Τέμπη.