Σίγουρος πως οποιαδήποτε οικονομική ατασθαλία ή παρανομία που έγινε τα τελευταία 15 χρόνια στις συμβάσεις του ΟΣΕ θα εντοπιστεί εξέφρασε τη Δευτέρα μιλώντας από τη Θεσσαλονίκη ο προϊστάμενος της Αρχής για το Ξέπλυμα Βρόμικου Χρήματος, Χαράλαμπος Βουρλιώτης.
Απαντώντας σε ερώτηση της Voria.gr κατά τη διάρκεια εκδήλωσης για την αρχή που πραγματοποιήθηκε στο Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος ο κ. Βουρλιώτης προσδιόρισε ως χρόνο ελέγχου τη δεκαπενταετία, δηλαδή το περιθώριο παραγραφής κακουργημάτων, ενώ ο έλεγχος θα αφορά δεκάδες πρόσωπα σε θέσεις ευθύνης τόσο στον ΟΣΕ όσο και σε επιχειρήσεις που συναλλάσσονται με τον Οργανισμό.
«Ό,τι μεμπτό υπάρχει θα βρεθεί», υποστήριξε ο κ. Βουρλιώτης ο οποίος εξηγώντας τη λειτουργία της Αρχής- και κυρίως το κομμάτι της πολύ μεγάλης αυτονομίας της- σημείωσε ότι υπακούει σε υπερεθνικούς νόμους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Υπενθυμίζεται ότι την Παρασκευή ο κ. Βουρλιώτης, έδωσε εντολή για ευρεία έρευνα με ορίζοντα δεκαπενταετίας για όσους συνδέονται με συμβάσεις του σιδηροδρομικού δικτύου, με αφορμή το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη.
Στο στόχαστρο της έρευνας, σύμφωνα με την παραγγελία του Χαράλαμπου Βουρλιώτη, θα βρεθούν όσοι υπηρέτησαν σε θέση ευθύνης σε ΟΣΕ, ΤΡΑΙΝΟΣΕ, ΕΡΓΟΣΕ και Hellenic Train, όλοι οι συμβαλλόμενοι στις συμβάσεις και οι εργολάβοι που ανέλαβαν την εκτέλεση των έργων.
Επίσης στο στόχαστρο της Οικονομικής Εισαγγελίας έχουν τεθεί και τέσσερις συμβάσεις που υπογράφηκαν το διάστημα 2005-2015 και αφορούν έργα εκσυγχρονισμού του σιδηροδρομικού δικτύου ερευνά εδώ και μήνες ο Οικονομικός Εισαγγελέας Χρήστος Μπαρδάκης.
Συγκεκριμένα:
• Μία σύμβαση του 2005 που σχετίζεται σε εργασίες σηματοδότησης του εθνικού δικτύου
• Δύο συμβάσεις του 2013 που αφορούν έργα ολοκλήρωσης και
• Μία σύμβαση του 2015 που αφορά το σύστημα τηλεδιοίκησης ETCS
Οι συμβάσεις αφορούν διαφορετικά τμήματα του δικτύου.
Η σύμβαση 717
Για τη σύμβαση 717 που ήρθε στην επικαιρότητα καθώς αφορά την τηλεδιοίκηση όπως και τις επεκτάσεις ή ανανεώσεις της, με αρχή το έτος 2014, η Οικονομική Εισαγγελία είχε διενεργήσει έρευνα, η οποία κατέληξε σε αρχειοθέτηση καθώς δεν προέκυψαν ενδείξεις για τη διάπραξη του ερευνώμενου αδικήματος της απιστίας.
Ωστόσο πριν περίπου έναν χρόνο η δικογραφία ανασύρθηκε από το αρχείο, ενόψει νέων στοιχείων σχετικά με το σκέλος που αφορά τη διάθεση ευρωπαϊκών κονδυλίων το οποίο ερευνάται πλέον από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία.