Τα πρόσωπα των θυμάτων του πολύνεκρου δυστυχήματος στα Τέμπη λένε μια τραγική ιστορία: Η Ελλάδα, για ακόμα μια φορά, αποδεικνύεται μια χώρα που «τρώει τα παιδιά της». Ενόψει των επερχόμενων εκλογών, «ΤΑ ΝΕΑ» κάνουν zoom στις νέες γενιές, σκιαγραφώντας πώς σκέφτονται, πώς αντιδρούν και πώς συμπεριφέρονται πολιτικά.
Για ποιες «νέες γενιές», όμως, μιλάμε; Αναφερόμαστε στην ηλικιακή ομάδα 17-30, που συγκροτεί όντως μια «γενιά» με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Οπως εξηγεί ο διευθυντής ερευνών της δημοσκοπικής εταιρείας GPO Αντώνης Παπαργύρης: «Είναι η ηλικιακή ομάδα που βιώνει τη ματαίωση της επένδυσης των οικογενειών στην εκπαίδευση. Από τη δεκαετία του ’90, η ελληνική οικογένεια έχει επενδύσει στο να σπουδάσει τα παιδιά της, όμως οι νέες γενιές βλέπουν ότι αυτή η οικογενειακή επένδυση δεν αποδίδει πλέον. Δεν λειτουργεί ως όχημα κοινωνικής κινητικότητας, καθώς συνεχίζουν να παίρνουν 600-700 ευρώ τον μήνα».
Το μεγαλύτερο κομμάτι του εκλογικού σώματος των νέων αποτελούν τα μέλη της λεγόμενης γενιάς Ζ (Gen Z), δηλαδή όσοι έχουν γεννηθεί μεταξύ 1997 και 2012. Στις επερχόμενες εκλογές, οι νεότεροι ψηφοφόροι θα είναι οι γεννηθέντες το 2006, άρα μιλάμε για τις ηλικίες 17-26.
Μια γενιά που μεγάλωσε μέσα στην κρίση
«Πρόκειται για μια γενιά Ελλήνων που μεγάλωσε και βίωσε τη μεγάλη οικονομική κρίση της δεκαετίας του 2010, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πολιτική της κοινωνικοποίηση: κρίση του κομματικού συστήματος, δυσπιστία προς τους θεσμούς, αμφισβήτηση των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης και αντικατάστασή τους από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Και φυσικά είναι μια γενιά που συνεχίζει να μεγαλώνει σε έναν κόσμο αλλεπάλληλων κρίσεων, όπως η πανδημία του κορωνοϊού, που την καθήλωσε σε συνθήκες εγκλεισμού για μεγάλο χρονικό διάστημα, και τώρα είναι αντιμέτωπη με τον πόλεμο στην Ουκρανία και τα επακόλουθά του», σημειώνει ο Ηλίας Τσαουσάκης, πολιτικός επιστήμονας, σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας.
«Επειδή στην Ελλάδα έχουν ζήσει και την οικονομική κρίση, τα ελληνόπουλα της Gen Z, σε αντίθεση με τους συνομηλίκους τους σε χώρες του εξωτερικού, έχουν ως πρώτο μέλημα τη βελτίωση της ζωής για τα ίδια και τις οικογένειές τους. Το top-3 των προτεραιοτήτων τους, πάντως, συμπληρώνουν το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής και τα θέματα ταυτότητας», εκτιμά ο Γιάννης Μαστρογεωργίου, ειδικός γραμματέας Μακροπρόθεσμου Σχεδιασμού της Προεδρίας της Κυβέρνησης.
Μαζί με τους νέους της Gen Z, ωστόσο, είναι εύλογο να συμπεριλάβουμε και τους νεότερους Millennials, οι οποίοι υιοθετούν παρόμοια πολιτική συμπεριφορά. «Γενικότερα, η ηλικιακή ομάδα 17-30 χαρακτηρίζεται από αντισυστημική ψήφο», επισημαίνει ο Αντώνης Παπαργύρης. «Η μεγάλη διαφορά που υπάρχει στις σημερινές νέες γενιές σε σύγκριση με τις προηγούμενες είναι πως έχουν την υποστήριξη των μεγαλυτέρων. Δηλαδή, στις διεκδικήσεις των νέων παίρνουν μέρος και οι γονείς τους. Σε παλαιότερες γενιές, όπως οι Boomers, αυτό δεν ίσχυε», διευκρινίζει ο διευθυντής ερευνών της GPO.
Πώς ψήφισαν οι νέοι το 2019
Ανατρέχοντας στα exit polls των βουλευτικών εκλογών του 2019, παρατηρούμε ότι στις δύο νεότερες ηλικιακές ομάδες (17-24 και 25-34 ετών), ο ΣΥΡΙΖΑ σημείωσε σημαντικά μεγαλύτερα ποσοστά από τη νικήτρια της αναμέτρησης ΝΔ. Συγκεκριμένα, ο ΣΥΡΙΖΑ συγκέντρωσε 38% και 36% στην ηλικιακή ομάδα 17-24 και 25-34 αντίστοιχα. Η ΝΔ ακολούθησε με 30% και 31% αντίστοιχα, ενώ το ΜέΡΑ25 ήταν τρίτο κόμμα με 6% και στις δύο ηλικιακές ομάδες. Το ΚΙΝΑΛ είχε 5% στους 17-24 και 6% στους 25-34, ενώ το ΚΚΕ είχε 4% και 6% αντίστοιχα. Δυσάρεστη εντύπωση προκάλεσε η υποστήριξη της Χρυσής Αυγής από το 5% σε καθεμία από τις δύο ηλικιακές ομάδες, ενώ χαμηλότερα ποσοστά (3% και 4% αντίστοιχα) συγκέντρωσε η Ελληνική Λύση.
«Οι νέοι τάσσονται πολιτικά κυρίως στην Κεντροαριστερά και προτιμούν κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΜέΡΑ25», λέει, από την πλευρά της η Μαρία Καρακλιούμη, πολιτική αναλύτρια της εταιρείας ερευνών RASS, εξηγώντας την αυξημένη επιρροή των δύο αυτών κομμάτων στους νέους, σε σχέση με τις επιδόσεις τους στο σύνολο του εκλογικού σώματος. Από την άλλη, «το ΠΑΣΟΚ υπολείπεται σημαντικά, γιατί δεν υπάρχει συλλογική μνήμη στους νέους από τις κυβερνήσεις του».
Η επιλογή της αποχής
Ωστόσο, αυτό που χαρακτηρίζει περισσότερο την πολιτική συμπεριφορά των νέων δεν είναι η ψήφος, αλλά η αποχή. «Το 2019 η συμμετοχή των νέων 17-24 ήταν γύρω στο 25%», αναφέρει ο Αντώνης Παπαργύρης, συμπληρώνοντας πως στις επικείμενες εκλογές η συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα θα αριθμεί περίπου 400.000 ψηφοφόρους. «Υπάρχει παντελής έλλειψη κομματικής ταύτισης στις νέες γενιές. Δεν πρόκειται ποτέ η γενιά αυτή να εκφραστεί πολιτικά μέσω των κομμάτων, ούτε στο μέλλον».
Αλλωστε, σύμφωνα με τον Γιάννης Μαστρογεωργίου, «οι διαχωριστικές γραμμές Αριστερά – Δεξιά σε αυτά τα παιδιά δεν λένε σχεδόν τίποτα». Ο Ηλίας Τσαουσάκης εξηγεί από τη μεριά του: «Οι νέοι κρατούν απόσταση από το σύστημα, αλλά και χαμηλές προσδοκίες αλλαγής ή ανατροπής του. Η πολιτική δεν κινητοποιεί, τους ενδιαφέρει πολύ λιγότερο, κυρίως γιατί έχουν την πεποίθηση ότι δεν μπορεί να αλλάξει τη ζωή τους».
Πάντως, οι νέες γενιές δείχνουν συνολικά μια αποστροφή προς το κυβερνών κόμμα. «Χρεώνουν ελιτισμό στον Κυριάκο Μητσοτάκη, ενώ διατηρούν κακή σχέση με την υπουργό Παιδείας», παρατηρεί ο διευθυντής ερευνών της GPO. Ομως, εξακολουθούν να αποτελούν μια «μικρή ηλικιακή ομάδα που δεν μπορεί να ανατρέψει το εκλογικό αποτέλεσμα», σπεύδει να επισημάνει η Μαρία Καρακλιούμη και καταλήγει: «Σε μια χώρα όπου η διάμεση ηλικία είναι τα 47 έτη, οι μεσήλικοι είναι αυτοί που δίνουν τον νικητή, όχι οι νέοι».
Ο αντίκτυπος της τραγωδίας στα Τέμπη
Ηντραγωδία των Τεμπών δημιουργεί ένα νέο πολιτικό σκηνικό – και ακόμη περισσότερο σε ό,τι αφορά την εκλογική συμπεριφορά των νέων. «Οι νέοι λένε “κάτσε, ζούμε σε μια χώρα όπου δεν λειτουργεί τίποτα”» σημειώνει η Μαρία Καρακλιούμη από την εταιρεία ερευνών RASS. «Εκτίμησή μου, διαισθητικά, είναι ότι οι νέοι θα συνεχίσουν να κινητοποιούνται μετά την τραγωδία. Το “Στείλε όταν φτάσεις” με τις σχολικές τσάντες δείχνει ότι υπάρχει μια μερίδα ανθρώπων που έχουν επηρεαστεί πολύ από το τραγικό γεγονός και μην ξεχνάμε ότι οι 17άρηδες που είναι σήμερα στη Γ’ Λυκείου θα ψηφίσουν» συμπληρώνει.
«Στην ηλικιακή ομάδα των νέων, η κυβέρνηση είχε ήδη σοβαρό πρόβλημα, πλέον φοβάται ότι αυτό μπορεί να μετατραπεί σε κίνημα» τονίζει από τη μεριά του ο διευθυντής ερευνών της GPO Αντώνης Παπαργύρης. «Μιλάμε για τα θύματα της τραγωδίας και για το κατεξοχήν μέσο μεταφοράς που χρησιμοποιεί η συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα».
«Είμαστε μπροστάνσε ένα κίνημα»
Από τα παραπάνω και τις αντιδράσεις που έχουμε δει την πρώτη εβδομάδα μετά το τραγικό συμβάν προκύπτει το ερώτημα αν αυτό το πρώτο κύμα οργής εξελίσσεται σε κάτι μεγαλύτερο. «Είμαστε μπροστά σε ένα κίνημα», υποστηρίζει ο Κάρολος Καβουλάκος, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με ειδίκευση στα κοινωνικά κινήματα. «Είναι φανερό ότι το τραγικό γεγονός των Τεμπών λειτούργησε ως θρυαλλίδα για μια νεολαία που αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα που σχετίζονται με την αδυναμία της να δει μπροστά της μια προοπτική για αξιοπρεπή ζωή».
«Το αίσθημα της ασφάλειας έχει πληγεί, για κάποιους ενδεχομένως και ανεπανόρθωτα – και δεν αναφέρομαι μόνο στους συγγενείς. Το ΑΠΘ θρηνεί φοιτητές του» επισημαίνει ο ίδιος. «Οι θάνατοι τόσων νέων ανθρώπων λειτουργούν ως η σταγόνα που ξεχυλίζει το ποτήρι, αποτελούν μια ένδειξη ότι το κράτος και οι πολιτικές ελίτ αδιαφορούν παντελώς για την κοινωνία και τους νέους» συνεχίζει.
Πάντως, είναι δύσκολο να φανταστούμε τις αντιδράσεις να συνεχίζονται ως τις εκλογές. «Οι μεγάλες κινητοποιήσεις δεν είναι εύκολο να διαρκέσουν πολύ. Αποτελούν ένα σπάσιμο της κανονικότητας και συνεπώς χρειάζονται προσπάθεια και κόπο. Αλλά στην προκειμένη περίπτωση η αίσθηση που πήρα τόσο από τη μαζικότητα, τη γεωγραφική διάχυση σε όλη την Ελλάδα και το γεγονός ότι υπάρχει τεράστια δυσαρέσκεια, με κάνει να θεωρώ ότι θα έχουμε συνέχεια. Για πόσο κανείς δεν ξέρει» καταλήγει ο Κάρολος Καβουλάκος.
Θα αλλάξει τα εκλογικά δεδομένα η οργή των νέων;
«Νομίζω ότι η νεολαία αυτή τη στιγμή είναι έτοιμη να αντιδράσει», λέει ο Αντώνης Παπαργύρης και προσθέτει: «Δεν ξέρω κατά πόσο μπορεί να πείσει η κυβέρνηση τους νέους, που ούτως ή άλλως έψαχναν μια ευκαιρία να “κοντύνουν” τον Μητσοτάκη. Σε αυτές τις περιπτώσεις, πάντως, σημασία εκλογικά δεν έχει το γεγονός αυτό καθαυτό, αλλά η διαχείρισή του».
Η πολιτική αναλύτρια της RASS, από την πλευρά της, υποστηρίζει ότι η προηγούμενη εμπειρία δεν δείχνει με σαφήνεια τι θα ακολουθήσει, υπογραμμίζοντας, ωστόσο, ότι το δυστύχημα των Τεμπών είναι «game changer» για τις εκλογές. «Το 2007 μετά τις φωτιές στην Ηλεία, ο Κώστας Καραμανλής κατέβηκε με το αμπέχονο, έδωσε λεφτά και πήρε τις εκλογές» θυμίζει και φέρνει επίσης παραδείγματα από Γερμανία και ΗΠΑ, όπου Γκέρχαρντ Σρέντερ και Τζορτζ Μπους ο νεότερος κατάφεραν να επανεκλεγούν παρά τις πλημμύρες και την πτώση των Δίδυμων Πύργων αντίστοιχα. «Υπάρχει όμως και το προηγούμενο του τυφώνα “Κατρίνα” (2005) στις ΗΠΑ, που ήταν η αρχή του τέλους για τους Ρεπουμπλικανούς, γιατί έδωσε την εντύπωση στον κόσμο ότι δεν λειτουργεί τίποτα στη χώρα» περιγράφει η Μαρία Καρακλιούμη.
«Το μεγάλο ερώτημα είναι πώς θα εκφραστεί αυτός ο θυμός των νέων στις επερχόμενες εκλογές. Με τη συμμετοχή και την έκφραση δυσαρέσκειας ή με την αποχή και την εσωτερίκευση της οργής;» διερωτάται ο Ηλίας Τσαουσάκης. «Με βάση αυτά που ξέρουμε μέχρι στιγμής, αυτό το κοινό θα είναι λογικά υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ. Αν το 25% συμμετοχής του 2019 γίνει 50%, είναι πιθανό να κόψει την αυτοδυναμία της ΝΔ» εκτιμά, τέλος, ο Αντώνης Παπαργύρης.
Μια αριστερόστροφη γενιά
Μπορεί οι νέες γενιές να μην ταυτίζονται με κάποιο κόμμα, όμως το πολιτικό τους στίγμα είναι σαφές. «Η ηλικιακή ομάδα των νέων 17-30 έχει μια συνολική αριστερόστροφη τάση», επισημαίνει ο Αντώνης Παπαργύρης της GPO και διευκρινίζει:
«Χωρίς να είναι μέλη, είναι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ την τελευταία στιγμή. Αυτό σε μεγάλο βαθμό επιτυγχάνεται πρώτον λόγω της αντίδρασης στο παραδοσιακό κομματικό σύστημα και δεύτερον λόγω της επιρροής του Αλέξη Τσίπρα. Οσο κι αν διαφωνεί κανείς μαζί του, δεν μπορεί να παραγνωρίσει ότι είναι ένας πόλος έλξης των νεότερων ηλικιακών ομάδων, που αντιδρούν στον Μητσοτάκη, ο οποίος μπορεί σε ορισμένα ζητήματα να είναι πολύ πιο προωθημένος, εντούτοις δεν έχει καταφέρει να το επικοινωνήσει. Παίζει ρόλο το ότι ο Τσίπρας δεν προέρχεται από πολιτική οικογένεια, ενώ θεωρείται πως έσπασε το καλούπι της πολιτικής αναπαραγωγής προσώπων».
Αυτό δεν σημαίνει πως οι νέοι πιστεύουν τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, «όμως, τον επιλέγουν ως μορφή αντίδρασης απέναντι σε ό,τι είναι το παλιό πολιτικό σύστημα». Αλλωστε, οι νέες γενιές δεν ταυτίζονται με οποιοδήποτε κόμμα. Αυτό εξηγεί, σε έναν βαθμό, και την «υπαρκτή υποεκτίμηση του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις», σημειώνει ο δημοσκόπος. «Ο ΣΥΡΙΖΑ, αν και το ήθελε, δεν έχει δημιουργήσει αφοσιωμένους ψηφοφόρους οι οποίοι τον ακολουθούν, όπως έχει η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ ή το ΚΚΕ. Ομως, καταφέρνει και δημιουργεί καινούργιους ψηφοφόρους: τους ψηφοφόρους της περιόδου του Μνημονίου, τους ψηφοφόρους της ηλικίας 17-18 ετών. Γι’ αυτό και έχει μέλλον ο ΣΥΡΙΖΑ», καταλήγει ο Αντώνης Παπαργύρης.