Ηταν το 2013 όταν η ηθοποιός του Χόλιγουντ Ατζελίνα Τζολί έσπασε ένα ιατρικό ταμπού. Κρατώντας το πρόβλημα της υγείας της κρυφό από τη δημοσιότητα, στις 14 Μαΐου της ίδιας χρονιάς σε άρθρο της στους «New York Times» έκανε ένα γενναίο βήμα. Ανακοίνωσε ότι υποβλήθηκε σε διπλή προφυλακτική μαστεκτομή, στέλνοντας ένα ηχηρό μήνυμα για τις επιλογές που έχουν οι γυναίκες που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο να διαγνωστούν στο έμμεσο ή άμεσο μέλλον με καρκίνο του μαστού.
«Αφού ήξερα ότι αυτή ήταν η πραγματικότητά μου, αποφάσισα να είμαι προορατική και να ελαχιστοποιήσω τον κίνδυνο όσο μπορούσα» ήταν οι πρώτες λέξεις που έγραψε. Μερικές γραμμές παρακάτω, πρόσθεσε με νόημα: «Ο καρκίνος εξακολουθεί να είναι μια λέξη που προκαλεί φόβο στις καρδιές των ανθρώπων, που παράγει μια βαθιά αίσθηση αδυναμίας. Αλλά σήμερα είναι δυνατό να βρεθεί μέσα από μια εξέταση αίματος αν είστε ιδιαίτερα επιρρεπείς σε καρκίνο του μαστού και των ωοθηκών, και στη συνέχεια να δράσετε».
Σημαντικές αλλαγές
Σχεδόν μία δεκαετία μετά, όπως περιγράφει ο καθηγητής Χειρουργικής και Διευθυντής Δ’ Χειρουργικής Κλινικής ΕΚΠΑ, στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο «Αττικόν», Νίκος Αρκαδόπουλος, έχουν σημειωθεί σημαντικές αλλαγές και στη χώρα μας. Εδώ και πολλά χρόνια, όπως ο ίδιος εξηγεί, η τεχνική αυτή εφαρμόζεται και στην Ελλάδα, όμως προοδευτικά η συχνότητά της αυξάνεται. Ενδεικτικά αναφέρει πως στο «Αττικόν» τουλάχιστον μία-δύο γυναίκες υποβάλλονται στη συγκεκριμένη επέμβαση κάθε μήνα, όταν πριν από μερικά χρόνια πραγματοποιούνταν δύο χειρουργεία το έτος.
Η ενημέρωση των γυναικών είναι σύμφωνα με τον καθηγητή η κινητήριος δύναμη. Παράλληλα όμως οι γονιδιακές εξετάσεις διενεργούνται πλέον εύκολα και είναι φθηνότερες σε σχέση με το παρελθόν.
Αναλυτικότερα και όπως διευκρινίζει, η προφυλακτική μαστεκτομή (ή αλλιώς, μαστεκτομή μείωσης κινδύνου) αφορά γυναίκες που έχουν πολύ αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου. «Ενα από τα κριτήρια που λαμβάνεται υπ’ όψιν είναι το οικογενειακό ιστορικό, όπως ενδεικτικά η ύπαρξη δύο μελών της ίδιας οικογένειας με τη νόσο ή η διάγνωση κοντινού συγγενή σε ηλικία κάτω των 45 ετών. Σε περιπτώσεις πολύ βεβαρυμένου οικογενειακού ιστορικού συστήνεται γονιδιακή ανάλυση ογκογονιδίων, όπως τα BRCA1 και BRCA2».
Είναι σημαντικό δε να υπογραμμιστεί πως, αφενός, η γονιδιακή εξέταση είναι απλή στην πράξη (πραγματοποιείται με λήψη αίματος). Και, αφετέρου, μόλις πριν από μερικούς μήνες το υπουργείο Υγείας αποφάσισε να δώσει απάντηση σε ένα πάγιο αίτημα, προσφέροντας τη δυνατότητα εκτέλεσης, χωρίς καθυστερήσεις, της ακριβής γονιδιακής αυτής εξέτασης (ογκολογικοί βιοδείκτες για τον έλεγχο παρουσίας μεταλλάξεων γονιδίων BRCA 1/2) σε ένα από τα συμβεβλημένα με τον ΕΟΠΥΥ διαγνωστικά κέντρα, προσκομίζοντας το παραπεμπτικό του γιατρού τους και καταβάλλοντας συμμετοχή μόλις 79 ευρώ.
Κληρονομικότητα
Εφόσον λοιπόν διαπιστωθεί πως μια γυναίκα έχει κληρονομήσει αλλαγές (μεταλλάξεις) σε ορισμένα γονίδια του DNA, όπως BRCA1 και BRCA2, και συνεπώς διατρέχει μεγαλύτερο κίνδυνο καρκίνου του μαστού, «ενημερώνεται για τη λύση της προφυλακτικής μαστεκτομής, καθώς τεκμηριωμένα μειώνει τον κίνδυνο αυτόν κατά 90%. Δυστυχώς δεν υπάρχει 0%, αλλά τουλάχιστον πέφτει στο 10%» προσθέτει ο Ν. Αρκαδόπουλος.
Παράλληλα όμως εξελίξεις υπάρχουν και στο αισθητικό κομμάτι. «Η πιο καθιερωμένη μέθοδος είναι η μαστεκτομή με διατήρηση δέρματος και θηλής. Ετσι, στην πράξη αλλάζει μόνο το εσωτερικό τμήμα. Αφαιρείται ο μαζικός αδένας και εισάγεται ένθεμα σιλικόνης». Με τον τρόπο αυτόν μετριάζεται (τουλάχιστον έως έναν βαθμό) το ψυχικό βάρος της αρκωτηριαστικής αυτής επέμβασης, καθώς το αποτέλεσμα είναι πολύ καλό.
Ωστόσο, όπως ισχύει για όλες τις επεμβάσεις, υπάρχει και ο κίνδυνος επιπλοκών. «Το ποσοστό δεν υπερβαίνει το 5%-10% και αφορούν κυρίως τον κίνδυνο νέκρωσης του δέρματος αλλά και την εμφάνιση προβλημάτων στην περιοχή της θηλής ή στα ενθέματα σιλικόνης. Σε αυτές τις περιπτώσεις μπαίνουμε στη διαδικασία διόρθωσης των επιπλοκών, με μικρότερες ή μεγαλύτερες χειρουργικές επεμβάσεις» καταλήγει ο καθηγητής.