Δυσανάλογα υπερβολική δόση «Καραμανλιάδας» (του Αχιλλέως βεβαίως, βεβαίως), λαμβάνουμε τις τελευταίες ημέρες κι ενώ η συζήτηση για το εθνικό δράμα – και εθνική έγκλημα- στα Τέμπη οδηγείται στο πολιτικό πεδίο.
Σα να αφήσαμε ξαφνικά τους 57 νεκρούς να… πάνε στο καλό τους, σα να αφήσαμε τους συγγενείς να σβήνουν στο κλάμα και τις αναμνήσεις και ασχολούμαστε με το αν ο Κώστας Καραμανλής θα κατέβει στις εκλογές.
Μείζον θέμα για την κυβέρνηση, σιγοντάρει και η αντιπολίτευση διότι την συμφέρει προφανώς, και ο πρώην υπουργός Μεταφορών και Υποδομών έχει γίνει κεντρικό πρόσωπο.
Θα πάει να μιλήσει στη Βουλή; Τι στοιχεία θα καταθέσει; Θα απαντήσει ή όχι στις καταγγελίες σε βάρος του; Θα εμφανιστεί γιατί είναι εξαφανισμένος τόσες ημέρες;
Και οι άλλοι υφυπουργοί και γενικοί γραμματείς τι θα κάνουν; Θα παραιτηθούν ή απλά θα βγάλουμε amber alert για να τους ψάξουμε σε κάποιο πολιτικό γραφείο;
«Καραμανλιάδα» λοιπόν, που ούτε την εποχή της… Μεταπολίτευσης δεν είχαμε.
Αυτής της περιόδου για το νεοελληνικό κράτος, κατά την οποία εμπεδώθηκε η Δημοκρατία, όμως, έγιναν και τόσα τραγικά λάθη.
Μια χώρα που σχεδόν 50 χρόνια μετά θυμίζει πολλές φορές κράτος της αφρικανικής ενδοχώρας.
Συζητάμε για τον Καραμανλή και αν… θα μας κάνει την τιμή να κατέβει στις εκλογές και δεν συζητάμε για τον σιδηρόδρομο που πατά πάνω στις ράγες του Χαρίλαου Τρικούπη.
Συζητάμε για τον εξάδελφο του πρώην πρωθυπουργού και μιλάμε ελάχιστα για τα λεωφορεία «σαπάκια» που κυκλοφορούν στους δρόμους όλης της χώρας.
Δεν μιλάμε για την επικινδυνότητα των γεφυρών και των στοών σε όλη την Ελλάδα, ούτε για το γεγονός ότι έχουμε πάνω από 600 νεκρούς κάθε χρόνο από τροχαία δυστυχήματα. Όχι απαραίτητα στους –γενικά- καλούς οδικούς άξονες που φτιάχτηκαν από το 2004 και μετά με λεφτά της Ευρωπαϊκής Ένωσης (από τα οποία φαγώθηκαν πολλά), αλλά σε ένα άθλιο επαρχιακό οδικό δίκτυο.
Και με ανεκπαίδευτους οδηγούς που πολλές φορές εκμεταλλεύονται τα «λαμόγια» και παίρνουν διπλώματα με μίζες.
Δεν μιλάμε ουσιαστικά για τις υποδομές στην Ελλάδα που απειλούν σε κάθε βήμα τη ζωή μας και που πολλές φορές ζούμε από τύχη.
Ασχολούμαστε με το αν ο Κώστας Καραμανλής, ο επί 4 χρόνια υπουργός για όλα τα παραπάνω, για τις υποδομές και τις μεταφορές δηλαδή, θα διεκδικήσει την ψήφο του ελληνικού λαού.
Προφανώς έχει δικαίωμα να το κάνει. Αλλωστε, πολλές φορές στην ιστορία της χώρας η ψήφος του λαού έγινε «πλυντήριο» για πολιτικούς και κόμματα.
Σάμπως δεν ξεπλύναμε το νεοναζισμό στην Ελλάδα ψηφίζοντας Χρυσή Αυγή;
Τι είπε όμως, ο Καραμανλής. Όπως αποκάλυψε στην πρώτη του συζήτηση μετά τα Τέμπη, μιλώντας στον Γιώργο Παπαχρήστο στα «Νέα» τόνισε: «Γιατί να χρεωθώ εγώ τα εγκληματικά λάθη των προηγούμενων; Εκανα ό,τι μπορούσα».
Προφανώς δεν έκανε ό,τι μπορούσε από τη στιγμή που γίνονται τέτοια δυστυχήματα, από τη στιγμή που οι υποδομές στη χώρα είναι ακόμη πίσω.
Ούτε αυτός έκανε, ούτε οι προηγούμενοι υπουργοί υποδομών και μεταφορών. Και θα ήταν μια καλή αρχή να δηλώσουν όλοι, ανεξαιρέτως, ότι παραιτούνται από το βουλευτικό τους αξίωμα και δεν θα ξαναζητήσουν την ψήφο του ελληνικού λαού.
Όχι γιατί απαραίτητα φταίνε. Αλλά γιατί έτσι θα αποδείξουν ότι η λέξη «φιλότιμο», μια λέξη που δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο και δεν μεταφράζεται σε καμιά γλώσσα, έχει ένα νόημα, έχει ένα περιεχόμενο. Δεν είναι άδειο πουκάμισο.
Στο συμβολικό δίλημμα λοιπόν «Καραμανλής ή τανκς», αυτή τη φορά δεν υπάρχει ιστορική ανάγκη να επιλέξουμε «Καραμανλής». Ούτε βέβαια τανκς σαν κι αυτά της Χούντας των Συνταγματαρχών. Αλίμονο, αυτά τα έχει λύσει η ζωή και η Δημοκρατία, τουλάχιστον σ’ αυτό δεν θα γυρίσουμε στις πιο μαύρες σελίδες της νεοελληνικής ιστορίας.
Χωρίς να υπάρχει κάτι προσωπικό για τον Κώστα Καραμανλή, ένας συμπαθής, μετριοπαθής πολιτικός είναι που ποτέ δεν προκάλεσε.
Όμως, αν πραγματικά θέλουμε να κάνουμε ένα νέο ξεκίνημα, αν θέλουμε να αποκτήσει νόημα η συζήτηση για τη μεγάλη ανατροπή που πρέπει να γίνει στη χώρα, είναι η στιγμή που όλοι και όλα κρίνονται.
Και από εδώ και στο εξής, όποιος πολιτικός δεν κάνει σωστά τη δουλειά του, όποιος δεν στέκεται στο ύψος των ιστορικών περιστάσεων, όποιος δεν αντιλαμβάνεται ότι σε οποιαδήποτε θέση κι αν ορίζεται, παίζει με τις ζωές και με τις τύχες του ελληνικού λαού, δεν είναι απαραίτητο να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή.
Υπάρχουν κι άλλοι νέοι άνθρωποι, με δίψα για προσφορά.
Το 1974 ακουγόταν κι ένα άλλο σύνθημα από το λαό που ήλπιζε σε μια σταθερή δημοκρατία μετά τον 7ετή «γύψο». Φώναζαν λοιπόν οι οπαδοί της Νέας Δημοκρατίας: «Καραμανλής, Καραμανλής, το καμάρι της Ελλάδος και του έθνους η ελπίς».
Πόσο μακρινά φαίνονται όλα αυτά…