H Ελβετία φημίζεται για τέσσερα πράγματα: τους περισσότερους δισεκατομμυριούχους στον κόσμο, το τραπεζικό της σύστημα, τα τυριά της και τις σοκολάτες.
Πλέον όμως, το τραπεζικό της σύστημα αποδεικνύεται πλέον πιο διάτρητο και από το ελβετικό τυρί: τα τελευταία χρόνια όμως, η φήμη του αμαυρώνεται από σκάνδαλα για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, διαφθοράς και υπόθαλψης εγκληματικών οργανώσεων που βαραίνουν την Credit Suisse.
Όλο αυτό το κλίμα, σε συνδυασμό με το ντόμινο επιπτώσεων που προκάλεσε στον παγκόσμιο τραπεζικό κλάδο η κατάρρευση της Silicon Valley Bank, έφεραν ξανά την Credit Suisse στο μάτι του κυκλώνα.
Τι πήγε στραβά με την Credit Suisse;
Την Τρίτη, 14 Μαρτίου, η Credit Suisse ανέφερε στην ετήσια έκθεσή της για το 2022 ότι η τράπεζα εντόπισε «ουσιώδεις αδυναμίες» στους εσωτερικούς ελέγχους σχετικά με τις χρηματοοικονομικές αναφορές, προσθέτοντας ότι ακόμα δεν ανακοπεί η φυγή των πελατών της.
Η προειδοποιήσεις αυτές έρχονται καθώς η Credit Suisse προσπαθεί να ανακάμψει από μια σειρά σκανδάλων που έχουν υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και των πελατών.
Οι εκροές πελατών της το τέταρτο τρίμηνο αυξήθηκαν σε περισσότερα από 110 δισεκατομμύρια ελβετικά φράγκα (120 δισεκατομμύρια δολάρια).
Από πού ξεκίνησαν όλα;
Τις δεκαετίες του 1980 και του 1990, η Credit Suisse συγχωνεύθηκε με την First Boston και δημιούργησε την Credit Suisse First Boston, η οποία ήταν το τμήμα επενδυτικής τραπεζικής της μέχρι το 2006.
Στο τέλος του 2021, η Credit Suisse ανέφερε περισσότερα από 1,6 τρισεκατομμύρια ελβετικά φράγκα σε περιουσιακά στοιχεία και πάνω από 50.000 υπαλλήλους στο ίδρυμα.
Τα προβλήματα της Credit Suisse
Η τράπεζα, όπως και οι έτερες κυριότερες ελβετικές, ταλανίζεται από σωρεία σκανδάλων, μια σειρά προστίμων, αποτυχημένο risk management και, εν τέλει, κακές οικονομικές επιδόσεις.
Και ήταν τόσο σαρωτικά όλα αυτά, που η φήμη και η θέση την οποία έχτισε από το 1856, όταν και ιδρύθηκε, αποτελεί παρελθόν.
Μάλιστα τον περασμένο Οκτώβριο, όταν η τράπεζα είχε βρεθεί και πάλι στο στόχαστρο ο διευθύνων σύμβουλός της Ούλριχ Κέρνερ διαβεβαίωνε, μέσω εσωτερικού σημειώματος στην τράπεζα- ότι η Credit Suisse διαθέτει «ισχυρά κεφάλαια» και δεν αντιμετωπίζει προβλήματα ρευστότητας.
Η διαβεβαίωση αυτή προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων, με πολλούς τότε να τον αμφισβητούν και να παραπέμπουν στις προσπάθειες καθησυχασμού των ανθρώπων της Lehman Brothers λίγο πριν το κραχ του 2008.
Η τράπεζα έχει εμπλακεί σε μια σειρά σκανδάλων «υψηλού προφίλ» τα τελευταία χρόνια.
Το πιο σημαντικό εξ αυτών ήταν η κατάρρευση του fund Archegos, και, λίγο αργότερα, η κατάρρευση της Greensill Capital (τα λεγόμενα δίδυμα σκάνδαλα).
Τον Μάρτιο του 2021, έναν μήνα πριν δημοσιοποιηθεί το σκάνδαλο Archegos, η Credit Suisse ανακοίνωσε επίσης ότι έκλεινε και ρευστοποιούσε πολλά επενδυτικά κεφάλαια, αξίας 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων, τα οποία παρέχονται σε μια άλλη εταιρεία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, την Greensill capital. Ο Greensill κήρυξε την πτώχευση τον Μάρτιο του 2021.
Η Credit Suisse προκάλεσε την οργή των μετόχων της όταν έχασε 5,5 δισεκατομμύρια δολάρια από την κατάρρευση του επενδυτικού ταμείου Archegos Capital Management.
Σε μια έκθεση 165 σελίδων, από τη δικηγορική εταιρεία Paul, Weiss, Rifkind, Wharton & Garrison, αναφέροντα οι λόγοι που η τράπεζα δεν κατάφερε να εντοπίσεις και να αποφύγει την κατάρρευση της εταιρείας.
Τα βρώμικα 100 δισ. δολ.
Το 2020, μια τεράστια διαρροή δεδομένων της Credit Suisse αποκάλυψε λεπτομέρειες για 18.000 τραπεζικούς λογαριασμούς και 30.000 κατόχους λογαριασμών, ιδιώτες και εταιρείες, στα χέρια των οποίων ήταν περισσότερα από 100 δισεκατομμύρια δολάρια.
Τα χρήματα αυτά σύμφωνα με τον Guardian προέρχονταν από «βασανιστήρια, διακίνηση ναρκωτικών, ξέπλυμα χρήματος, διαφθορά και άλλα σοβαρά εγκλήματα».
Ενώ σύμφωνα με τη γερμανική SZ τα στοιχεία, ξεκινούν από τη δεκαετία του 1940 και φτάνουν έως το 2000 οπότε και φαίνεται ότι άνοιξαν οι περισσότεροι «σκοτεινοί» λογαριασμοί.
Αυτή η αποκάλυψη έπληξε περαιτέρω την αξιοπιστία της τράπεζας, ενισχύοντας τις ανησυχίες των επενδυτών.
Ακολούθησαν σκάνδαλα βιομηχανικής κατασκοπείας, δοσοληψίες με εμπόρους ναρκωτικών και όπλων, αλλά και εμπλοκή σε ξέπλυμα βρώμικου χρήματος στη Βουλγαρία.
Είναι νωπές ακόμα οι μνήμες, που ο οικονομικός εισαγγελέας της Γενεύης Ιβ Μπερτόσα, κατηγόρησε την Credit Suisse, ότι ξέπλυνε πάνω από 60 δισ. δολάρια: ο Μπερτόσα αναφερόταν σε 8 συναλλαγές τις οποίες η Credit Suisse δεν κατάφερε να αποτρέψει ανάμεσα στο 2008 και το 2014 και συνιστούν, σύμφωνα με τον ίδιο, ξέπλυμα χρήματος.
Επίσης, στα τέλη του 2021 η Credit Suisse ήταν μια από τις τράπεζες (μαζί με τις UBS Group, HSBC Holdings, Barclays PLC και Royal Bank of Scotland) στις οποίες η Kομισιόν επέβαλε πρόστιμα ύψους 344 εκατ. ευρώ για τη συμμετοχή τους σε ένα καρτέλ στην αγορά spot συναλλάγματος.
H UBS, η RBS και η HSBC, οι οποίες έχουν αποφασίσει να διευθετήσουν την υπόθεση, αντιμετωπίζουν συνολικό πρόστιμο 261 εκατ. Eυρώ. H Credit Suisse έχει δεχθεί πρόστιμο 83 εκατ. ευρώ με τη συνήθη διαδικασία με την EE.
Μαζική φυγή στελεχών
Εν μέσω του δυσμενούς αυτού κλίματος, παρατηρήθηκε σημαντική εκροή στελεχών, με την τράπεζα να παρέχει σημαντικά οικονομικά κίνητρα ως δέλεαρ για διατηρήσει τους εργαζόμενούς της. Αξίζει να σημειωθεί ότι μόνο τον περασμένο Ιούλιο έδωσε κίνητρα ύψους 289 εκατ. φράγκων (304 εκατ. δολάρια).
Οι επενδυτές φέρεται να έχασαν σχεδόν 3 δισεκατομμύρια δολάρια εξαιτίας αυτού.
Το σκάνδαλο του δικτάτορα Μάρκος
Το 1986 το προεδρικό ζεύγος των Φιλιππίνων, Φερντινάνδο και Ιμέλντα Μάρκος είχαν ανοίξει τραπεζικούς λογαριασμούς στην ελβετική τράπεζα με τα ψεύτικα ονόματα «Williams Saunders» και «Jane Ryan» για να αποφύγει τον επιπλέον έλεγχο.
Η τράπεζα φέρεται να βοήθησε τον δικτάτορα των Φιλιππίνων να κρύψει 5 με 10 δισεκατομμύρια δολάρια που έκλεψε από τα ταμεία του κράτους.
«Το πάρτι της εξαφάνισης»
Το 1999 υπάλληλοι της Credit Suisse στο Τόκιο κατέστρεψαν χιλιάδες τραπεζικά έγγραφα που ενδέχεται να έβλαπταν την αξιοπιστία της τράπεζας εάν έπεφταν στα χέρια των Αρχών. Οι ιαπωνικές αρχές επέβαλαν χρηματικό πρόστιμο στην Credit Suisse αφού ανακάλυψαν ότι οι τραπεζίτες της κατέστρεψαν στοιχεία που σχετίζονταν με μια έρευνα όπου η τράπεζα βοηθούσε εταιρείες να καλύψουν τις ζημίες τους.
Ο δικτάτορας της Νιγηρίας
Έναν χρόνο αργότερα το 2000 Sani Abacha, ο δικτάτορας της Νιγηρίας έκλεψε εκατομμύρια δολάρια από τη χώρα και τον λαό του και τα έβαλε σε προσωπικούς του λογαριασμούς στην Ελβετική τράπεζα.
Ιαπωνική μαφία Yakuza
Το 2004, ένας πρώην τραπεζίτης της Credit Suisse συνελήφθη με την κατηγορία ότι παρείχε βοήθεια σε ένα διεθνές κύκλωμα ξεπλύματος βρώμικου χρήματος.
Ο τραπεζίτης λέγεται ότι ξέπλυνε 4,6 δισεκατομμύρια γιέν (42,2 εκατομμύρια δολάρια), που εισέπραξε από τοκογλύφους, αγοράζοντας ομόλογα και εξαργυρώνοντάς τα μέσω μιας ιαπωνικής εταιρείας χρεογράφων.
Αργότερα αθωώθηκε καθώς ισχυρίστηκε, ότι δεν γνώριζε ότι η πηγή των κεφαλαίων ήταν η μεγαλύτερη εγκληματική οργάνωση της Ιαπωνίας, η Yakuza.
Βουλγαρική κοκαΐνη
Το 2020 η τράπεζα κατηγορήθηκε από τις εισαγγελικές αρχές της Ελβετίας ότι ξέπλυνε πάνω από 146 εκατομμύρια δολάρια μέσω λογαριασμών, το διάστημα 2004 και 2008, που ανήκαν σε μέλη της Βουλγαρικής μαφίας.
Η τράπεζα κατηγορήθηκε επίσης ότι δεν διεξήγαγε τους κατάλληλους ελέγχους τόσο για τα πρόσωπα όσο και για το πόθεν έσχες των χρημάτων.
Δισ. δολάρια σε δικαστικές υποθέσεις
Από το 2009 έως και σήμερα η Ελβετική τράπεζα έχει γύρω στις 10 ανοικτές διακαστικές υποθέσεις στις ΗΠΑ, τη Γερμανία και την Ιταλία για υποθέσεις ξεπλύματος μαύρου χρήματος, φοροδιαφυγή και πολλές σκοτεινές συναλλαγές και διευκολύνσεις.
Διαμάχες και σκάνδαλα που στοιχίζουν δισ δολάρια στην Credit Suisse, η αξιοπιστία της οποία αμφισβητείται όπως και ολόκληρου του περίφημου ελβετικού τραπεζικού συστήματος.
πηγή: ot.gr