Ηνωμένες Πολιτείες και Κίνα μοιάζουν να έχουν εισέλθει για τα καλά σε τροχιά σύγκρουσης, σε όλα τα επίπεδα – οικονομία, γεωπολιτική και τεχνολογία. Το διακύβευμα για τη νυν και την ανερχόμενη υπερδύναμη είναι πολύ μεγάλο και έχει να κάνει με την παγκόσμια ηγεμονία, σε έναν κόσμο ο οποίος αλλάζει βίαια, με επιταχυντή τον πόλεμο στην Ουκρανία. Πολλές από τις τελευταίες εξελίξεις έρχονται να το επιβεβαιώσουν, ενισχύοντας παράλληλα την εκτίμηση ότι ο κόσμος χωρίζεται οριστικά σε δύο στρατόπεδα, ενώ όσα από τα υπάρχοντα «μπλοκ» δεν κάνουν καθαρές επιλογές, τελικά θα διασπαστούν και τα ίδια.
Το εμπάργκο των ΗΠΑ στις πωλήσεις προς την Κίνα σύγχρονων ημιαγωγών και της ευαίσθητης τεχνολογίας που απαιτείται για την κατασκευή τους, οι κυρώσεις σε βάρος της Huawei, η υλοποίηση της συμφωνίας AUKUS με τη Βρετανία και την Αυστραλία, ο επανεξοπλισμός της Ιαπωνίας και η οχύρωση της Ταϊβάν μαρτυρούν την τάση που κυριαρχεί στον Λευκό Οίκο και την Ουάσιγκτον. Από την άλλη, η διπλωματική επιτυχία του Σι Τζινπίνγκ με τη συμφωνία Ιράν και Σαουδικής Αραβίας και η προσπάθειά του να εμπλακεί ενεργά στο Ουκρανικό, σε συνδυασμό με τους στόχους που τέθηκαν στην ετήσια σύνοδο της Λαϊκής Εθνοσυνέλευσης, για τεχνολογική πρωτοπορία και πανίσχυρο στρατό «που θα κερδίζει πολέμους», αποκαλύπτουν τις προθέσεις και του Πεκίνου.
Ολα τα παραπάνω κάνουν πολλούς να πιστεύουν ότι είχε δίκιο ο Αντόνιο Γκουτέρες όταν έλεγε ότι ο κόσμος βαδίζει με τα μάτια ορθάνοιχτα προς μια παγκόσμια σύρραξη. Οσο για την ΕΕ, φαίνεται πως οι εσωτερικές της αντιθέσεις την υποχρεώνουν να μένει πίσω σε όλα και να (παρ)ακολουθεί «ασθμαίνουσα» τον αδυσώπητο ανταγωνισμό ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται ως η μεγάλη χαμένη αυτής της περιόδου.
Καμπανάκι χτύπησαν στα επιτελεία ΗΠΑ και ΕΕ τα συμπεράσματα της μεγάλης έκθεσης που δημοσιοποίησε πρόσφατα το Αυστραλιανό Ινστιτούτο για τη Στρατηγική Πολιτική (ASPI). «Οι δημοκρατίες της Δύσης χάνουν στον παγκόσμιο τεχνολογικό ανταγωνισμό», εκτιμούν οι συντάκτες, σημειώνοντας παράλληλα ότι η Κίνα έχει πάρει πλέον… κεφάλι σε πολλούς από τους τομείς που θα κρίνουν ποιος θα έχει την παγκόσμια ηγεμονία τις επόμενες δεκαετίες. Συγκεκριμένα, από τους 44 ζωτικής σημασίας τεχνολογικούς κλάδους που βρέθηκαν στο μικροσκόπιο της έρευνας, η Κίνα προηγείται σε 37, ενώ οι ΗΠΑ παραμένουν πρώτες στους υπόλοιπους 7.
«Οι ΗΠΑ αγωνίζονται να διατηρήσουν την υπεροχή τους, η Κίνα ανεβαίνει δυναμικά, ενώ υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση μένει πίσω», σημειώνει η «El Pais» στο πολύ ενδιαφέρον σχετικό ρεπορτάζ της. Οπως τονίζει η ισπανική εφημερίδα, αναδεικνύοντας τη σημασία των εξελίξεων σε αυτό το επίπεδο, «η τεχνολογική πρόοδος αποτελεί το βασικό θεμέλιο της οικονομικής ευημερίας και της στρατιωτικής ισχύος των κοινωνιών, όπως επίσης και για την πολιτική σταθερότητα απέναντι στις εξωτερικές προσπάθειες υπονόμευσης».
Γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους, προσθέτει, η εικόνα που διαμορφώνεται σήμερα σφραγίζεται από «τεράστιες επενδύσεις, κυρώσεις, προστατευτισμό, κατασκοπεία, νέα ρυθμιστικά πλαίσια, καινούργιες συμμαχίες και απειλές», καθώς «οι μεγάλες δυνάμεις του πλανήτη έχουν εμπλακεί σε έναν διαρκώς πιο έντονο τεχνολογικό αγώνα δρόμου, ο οποίος περιλαμβάνει τομείς – κλειδιά, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, οι κβαντικοί υπολογιστές, η βιοτεχνολογία, η καθαρή ενέργεια, το Διάστημα και οι επικοινωνίες».
Οσα έχουν συμβεί εσχάτως μαρτυρούν του λόγου το αληθές. Την περασμένη εβδομάδα, για παράδειγμα, το Πεκίνο ανακοίνωσε τη ριζική αναδιοργάνωση του υπουργείου Επιστήμης και Τεχνολογίας, ενώ κατά την ετήσια σύνοδο της Λαϊκής Εθνοσυνέλευσης ο Σι Τζινπίνγκ επανέλαβε τον στόχο της μετατροπής της Κίνας σε ηγέτιδα δύναμη παγκοσμίως στην τεχνολογία. Στις ΗΠΑ, επίσης, η περίφημη Inflation Reduction Act που έχει ψηφίσει από το 2022 και θέσει σε εφαρμογή η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν προβλέπει ένα «πακέτο» της τάξης του 1 τρισ. δολαρίων, που συμπεριλαμβάνει και γενναίες κρατικές επιδοτήσεις, για την ενίσχυση των αμερικανικών ομίλων οι οποίοι δραστηριοποιούνται σε πολλούς από τους προαναφερθέντες κλάδους.
Η Κομισιόν, από την πλευρά της, παρουσίασε την προηγούμενη εβδομάδα το δικό της σχέδιο επιδοτήσεων – το οποίο όμως, πέρα από το γεγονός ότι έρχεται καθυστερημένο, δεν είναι εξίσου «γαλαντόμο», ενώ δεν βρίσκει σύμφωνους αρκετούς εταίρους. Την Παρασκευή, μάλιστα, η πρόεδρός της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν επισκέφθηκε στην Ουάσιγκτον τον Μπάιντεν, με στόχο να αποτραπεί, έστω και στο παρά πέντε, ένας καταστροφικός ανταγωνισμός ανάμεσα στους δύο βασικούς πόλους της Δύσης – κάτι, ωστόσο, που δεν μοιάζει να επιτυγχάνεται, τουλάχιστον για την ώρα.
Χθες, σήμερα, αύριο. Η αλήθεια είναι πως δύσκολα μπορεί κανείς να αξιολογήσει τις ακριβείς επιδόσεις κάθε χώρας στην τεχνολογία, καθώς οι σχετικές πληροφορίες είναι συχνά ευαίσθητες και δεν αποκαλύπτονται. Αν δώσουμε βάση, πάντως, στα ευρήματα της έρευνας του ASPI, τότε η Κίνα έχει προβάδισμα – ενίοτε ευρύ – στην παραγωγή σε τομείς όπως οι σπάνιες γαίες και τα αποκαλούμενα μεταϋλικά, οι επικοινωνίες (5G), μεγάλο τμήμα της τεχνητής νοημοσύνης και της κβαντικής (αν και οι ΗΠΑ διατηρούν τα πρωτεία στους υπολογιστές υπερυψηλής ταχύτητας), η βιοτεχνολογία (με εξαίρεση τα εμβόλια και τα φάρμακα) και άλλους.
Την ίδια στιγμή, βεβαίως, οφείλουμε να επισημάνουμε πως ενώ η παραπάνω εικόνα αφορά τις σημερινές δυνατότητες των δύο υπερδυνάμεων, η «προϊστορία» των ΗΠΑ τούς επιτρέπει να διατηρούν προβάδισμα – ή, έστω, να εξασφαλίζουν την ισοπαλία με τους μεγάλους ανταγωνιστές τους. «Οι ΗΠΑ διατηρούν πλεονέκτημα σε ορισμένες ώριμες τεχνολογίες. Υπήρξαν πρωτοπόρες της ψηφιακής επανάστασης και αυτό συνεχίζει να έχει μεγάλο ειδικό βάρος και τώρα. Επίσης, η μαζική και πολυετής επένδυσή τους στη στρατιωτική βιομηχανία τις καθιστά ηγέτιδα δύναμη εκεί», τονίζει μιλώντας στην «Εl Pais» η Αλίς Πανιέρ, η οποία διευθύνει το πρόγραμμα Γεωπολιτική της Τεχνολογίας στο Γαλλικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων.
«Πιστεύω ότι (ΗΠΑ και Κίνα) βρίσκονται σήμερα σε μια κατάσταση με μικρές διαφορές, όμως η τάση που επικρατεί, εφόσον δεν αναστραφεί στην πορεία, οδηγεί σε τεχνολογική υπεροχή της Κίνας και σε μια ΕΕ που θα έχει μείνει πολύ πίσω», λέει από την πλευρά της η Ρακέλ Χόρχε Ρικάρ, ερευνήτρια στο Elcano Royal Institute.
Ολα, λοιπόν, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η μάχη για την τεχνολογική ηγεμονία θα είναι σκληρή και θα επηρεάσει και τις γεωπολιτικές εξελίξεις. Η ηγετική θέση που κατέχει η Ταϊβάν στην παραγωγή προηγμένων ημιαγωγών δεν είναι, ασφαλώς, τυχαία με τη διεκδίκησή της τόσο από την Κίνα όσο και από τις ΗΠΑ…