Δεν έχουν τέλος οι αποκαλύψεις για την υπολειτουργία των δημόσιων συγκοινωνιών μετά την τραγωδία στα Τέμπη με τους 57 νεκρούς. Το δυστύχημα, έφερε στο προσκήνιο τις καταγγελίες των σωματείων των σιδηροδρομικών που είχαν μιλήσει τόσο για την έλλειψη προσωπικού, όσο και για τη μη λειτουργία ή ύπαρξη των απαραίτητων συστημάτων ασφάλειας που θα μπορούσαν να προλάβουν ή να διορθώσουν το οποιοδήποτε ανθρώπινο λάθος.
Μαζί με αυτές ήρθαν στο προσκήνιο καταγγελίες που αφορούν γενικότερα στην ασφάλεια των Μεταφορών στη χώρα μας, με χαρακτηριστική την καταγγελία για μη λειτουργία του συστήματος εξαερισμού στον σταθμό Ομόνοιας, τα τελευταία 8 χρόνια, που έφερε στο φως η εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ με σημερινό της δημοσίευμα.
Όπως καταγγέλλει και ο πρόεδρος Εργαζομένων ΣΤΑΣΥ για τη γραμμή του ΗΣΑΠ, Πάνος Κοντογιάννης, πρόκειται για κενό ασφαλείας που εντοπίστηκε πρώτη φορά το 2015 και 8 χρόνια μετά παραμένει άλυτο.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, καταγγελία εργαζομένου από το 2018, που αφορούσε τη μη λειτουργία του εξαερισμού στο τμήμα της σήραγγας Μοναστηράκι – Ομόνοια, οδήγησε τον Μάρτιο του 2018 τον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών να ορίσει, στο πλαίσιο επείγουσας παραγγελίας, δύο πραγματογνώμονες για να διερευνηθεί κατά πόσο τηρούνται όσα προβλέπει ο νόμος αναφορικά με την ασφάλεια στο τμήμα της γραμμής του ΗΣΑΠ από τον σταθμό Μοναστηράκι ως τον σταθμό Αττική.
«Αν εργαζόμενοι και επιβάτες γλιτώσουν από φωτιά, θα πεθάνουν από ασφυξία»
Σύμφωνα με την Επιτροπή Υγιεινής και Ασφάλειας Εργαζομένων της ΣΤΑΣΥ, το περιεχόμενο του συγκεκριμένου πορίσματος – το οποίο τέθηκε, όπως αναφέρει η εφημερίδα, υπόψιν της διοίκησης – παραμένει άγνωστο στους ίδιους, καθώς επίσης και το κατά πόσο αποκαταστάθηκε το πρόβλημα που είχε εντοπιστεί πριν από 5 χρόνια.
Σύμφωνα με όσα είπε ο κ. Κοντογιάννης στα ΝΕΑ, λόγω των χημικών σε πρόσφατη συγκέντρωση, ανακάλυψαν ότι από το 2015 έως το 2023 δεν έχει ακόμα φτιαχτεί η βλάβη
Σύμφωνα με τον Δημήτρη Γουρτή, μέλος της Επιτροπής Υγιεινής και Ασφάλειας Εργαζομένων της ΣΤΑΣΥ, «ο κίνδυνος είναι πως αν ξεσπάσει φωτιά μέσα στο τούνελ, ο καπνός δεν θα μπορεί να διοχετευθεί προς τα έξω και ακόμα και αν εργαζόμενοι και επιβάτες γλιτώσουν από τη φωτιά, θα πεθάνουν από ασφυξία. Και καθώς δεν υπάρχουν και φωτιζόμενες ενδείξεις για την έξοδο κινδύνου, δεν θα ξέρουν από πού να φύγουν».