Η δημοφιλής ομάδα Ελλήνων ακροβατών και χορευτών «κι όμΩς κινείται» καταπιάνεται για πρώτη φορά με το Αρχαίο Δράμα και δημιουργεί μια σύγχρονη performance διονυσιακής τελετουργίας με βάση τις «Βάκχες» του Ευριπίδη και το «Σπαραγμό» της Μαργαρίτας Λυμπεράκη, συντηρώντας επί σκηνής έναν κόσμο από χαρτί… Μετά τον πρώτο κύκλο παραστάσεων που απέσπασε εξαιρετικές κριτικές, επιστρέφουν για 2 τελευταία βράδια 20 και 21 Μαρτίου στο Θέατρο Ροές. Στη σκηνή ανεβαίνουν οι Νώντας Δαμοπουλος, Θοδωρής Λαμπρόπουλος, Νίκος Μάνεσης, Ιλεάνα Παππά και Χριστίνα Σουγιουλτζή.
Η ανάγκη του ανθρώπινου σώματος-πνεύματος, να υποτάξει τη σκέψη μέσω της σωματικότητας, παραμένει ίδια, με όποιον τρόπο κι αν εκφράζεται σωματικά, στοχεύει, πάντα, στην ουτοπία της έκστασης, της φυγής από το “εδώ και τώρα”, του χρόνου, του τόπου και του πραγματικού.
Πέντε πρόσωπα υπάρχουν σ ένα σκηνικό χώρο από χαρτί και σίδερα. Προσπαθώντας να διατηρήσουν την παρούσα κατάσταση ως σταθερή. Η παρούσα κατάσταση δεν είναι ποτέ ίδια. Είναι τα ίδια τα πρόσωπα που προκαλούν την αλλαγή της παρούσας κατάστασης. Είναι τα ίδια τα πρόσωπα που επιθυμούν να διατηρήσουν τα πράγματα ως έχουν.
Το έργο αποτυπώνεται στη μεταμόρφωση του σκηνικού χώρου. Ο μυστικισμός, το άφατο μπορεί να αποκαλυφθεί και να βιωθεί μέσα από την πιο δεδομένη πράξη. Η έκσταση μπορεί να αποκαλυφθεί και να βιωθεί μέσα στην πιο βαθειά Σιωπή. Ένα πανηγύρι. Η γιορτή της ελαφρότητας, της νίκης απέναντι στο βάρος, του παιγνιδιού με τους κανόνες της πιο αμείλικτης δύναμης. Αιώρηση, ισορροπία μεγάλες πράξεις επανάστασης απέναντι στο βάρος. Ναι θα νικήσει, θα υποταχθούμε στο βαρύ, αλλά μέχρι τότε φαίνεται να έχουμε τις δυνάμεις να δοκιμάζουμε την άρση του.
Δόξα στο παρόν. Στο μόνο δεδομένο μας. Μοναδικό χώρο του χορού και της ακροβατικής πράξης. Μοναδικό βασίλειο της αναπνοής. Του θεϊκού εντός μας.
Βάκχες η βιαιότητα του ¨φυσικού”. Η βιαιότητα που υπάρχει στο αμείλικτο του φυσικού κύκλου. Στη διαδοχή της γέννησης, της φθοράς και της καταστροφής. Αρχή και Τέλος. Τέλος, που όμως είναι και η προετοιμασία,η αναμονή της νέας αρχής. Είμαστε γεννήματα του κύκλου αυτού, γνωρίζουμε καλά τις δυνάμεις του και το Απόλυτο του και το γνωρίζουμε επειδή είναι συστατικό μας, όχι επειδή το μάθαμε από κάποια διαδικασία.
Αδύνατο να δεχτεί ο εγωισμός αυτή τη συνεχή διαδοχή της θέσης με την άρση. Αδύνατο να δεχτεί ο εγωισμός τη μη διατήρηση, τη μη σταθερότητα. Αδύνατο να δεχτεί ο εγωισμός ότι το “φυσικό” δεν αφήνει κανένα χώρο στην ισχύ και την επέκταση του Σταθερού, του Αμετάβλητου. Προσπαθεί να επιβάλλει τις εξουσίες και τους νόμους του. Και μπορεί να τα καταφέρει. Να κάνει τον κόσμο δικό του. Να κινείται υπό τις εντολές και τις διαθέσεις του. Θα είναι όμως ο χρόνος του κοντός. Η εξουσία του αστεία. Θαμμένος μέσα στη γη, όσο αυτός δοξάζεται ως Ένας και Παντοτινός, αναπνέει ο σπόρος του μελλοντικού κόσμου. Με τη βεβαιότητα και τη βιαιότητα της φυσικής διαδοχής. Όλα θα τελειώσουν και θα ξαναγίνουν. Και πάλι και πάλι. Με την ησυχία του φυσικού.
Ένα κολύμπι ήσυχο μέσα με μια θάλασσα αγνώστων διαθέσεων και προθέσεων. Το σάρωμα όλων των θέσεων.Γιατί το ξέρουμε, καμία θέση δε θα είναι αμετακίνητη , σταθερή. Όσο ισχυρή και προφανής ή δίκαια και να φαίνεται. Για το μόνο που είμαστε βέβαιοι είναι η μη βεβαιότητα. Πού να σταθεί κανείς; Πού να φτιάξει τους θεούς του; Τί μπορεί να μας ετοιμάσει να δεχτούμε την παντοδυναμία του κύκλου; Τα πάντα ρει. Τί μπορεί να μας ησυχάσει σε σχέση με την αναγκαιότητα του Τέλους και της φθοράς. Αναγκαιότητα , απόλυτα φυσική γιατί μόνο όταν συμβεί το τέλος, όσο σπαραχτικό ή επώδυνο ή απόλυτο κι αν φανεί ακούμε την καινούρια αρχή.
Η Χριστίνα Σουγιουλτζή μιλάει στα «Νέα» για την παράσταση, τις Βάκχες και το χορό.
Γιατί θελήσατε να καταπιαστείτε με το αρχαίο δράμα;
Είναι κοινός τόπος. Το γεγονός αυτό δίνει μεγάλη ελευθερία στην αφήγηση. Η δυνατότητα συνδιαλλαγής με ένα γραπτό κείμενο, που έρχεται από τόσο μακριά στον χρόνο είναι συγκινητική. Πόσες εποχές, πόσες γενιές ανθρώπων διαποτίστηκαν, έκαναν εικόνα τα σημαίνοντα του έργου, τους ορισμούς του, πόσες ερμηνείες έχουν γίνει σε κάθε στίχο του. Φέρνει ίλιγγο να το σκεφτείς… Είναι ανεκτίμητης αξίας η επαφή με το κείμενο. Ας είμαστε απενοχοποιημένοι στο τι καταλαβαίνουμε και στο τι αποδίδουμε.. .Αυτό έχει τη δύναμη , όχι εμείς… Σε ό,τι αφορά στο έργο του Ευρυπίδη βασιζόμαστε στο δικαίωμα που μας δίνει ο κοινός τόπος. Έτσι όπως τον μοιραζόμαστε με τους άλλους- όλους, αυτούς, που βρίσκονται σε επαφή με τη μυθοπλασία και τα σημαίνοντα του έργου. Δε νιώθουμε ειδικοί, είναι άπειρες οι παράμετροι της ανάλυσης και προφανώς τεράστιο το πεδίο της ενασχόλησης με το Λόγο”.
Πώς παντρεύονται οι “Βάκχες” με το “Σπαραγμό” στην παράστασή σας;
Ο “Σπαραγμός” είναι ένα βιβλίο που “περιγράφει” μια τελετή θυσίας . Θυσιάζεται ο νέος – δυνατός βασιλιάς από την ιέρεια- μητέρα του και σπαράσσεται το σώμα του, για να ποτίσει με το αίμα του τη γη ν’ ανθίσει. Στη συνέχεια τον πενθούν και συνταιριάζουν λατρευτικά τα μέρη του, ώστε μαγικά να έρθει η στιγμή να αναγεννηθεί , να ξαναβρεί την ανάσα του , να ξανανοίξει τα μάτια, νικώντας το απόλυτο του θανάτου. Το θαύμα της διαδοχής των εποχών: άνοιξη , καλοκαίρι, φθινόπωρο, χειμώνας και πάλι άνοιξη.Βάλαμε τον Πενθέα στη θέση του θυσιαζόμενου προσώπου. Βάλαμε την κοινωνική αναδόμηση , την έννοια του σεισμού, της αμφισβήτησης και τελικά της ολικής καταστροφής της Πόλης στη θέση της φυσικής ανάγκης για αναπνοή και ελευθερία.Ο “Σπαραγμός” της Μαργαρίτας Λυμπεράκη είναι ένα έργο που προτάθηκε από τον Νίκο Μάνεση. Ο ελλειπτικός λόγος, η ποιητική των εικόνων του έργου μας καθοδήγησαν στην πορεία των προβών. Μέρη του έργου προβάλλονται ως γραπτό κείμενο κατα τη διάρκεια της παράστασης
Το μυστηριακό στοιχείο πώς διαπερνάει το χορό σας;
Η μεγάλη ερώτηση για την κίνηση ήταν και είναι η έννοια της έκστασης. Η ανάγκη του ανθρώπινου σώματος-πνεύματος, να υποτάξει τη σκέψη μέσω της σωματικότητας, παραμένει ίδια, με όποιον τρόπο κι αν εκφράζεται σωματικά, στοχεύει, πάντα, στην ουτοπία της έκστασης, της φυγής από το “εδώ και τώρα”, του χρόνου, του τόπου και του πραγματικού. Η ακροβατική πράξη, η αλήθεια της ισορροπίας και της σωματικής επιτέλεσης, κατορθώματος περιέχει την κατάσταση της μέθης, του ιλίγγου. Η ουσιαστικότερη, όμως, θέση της παράστασης, σε σχέση με το θέμα αυτό, είναι η σιωπή.
Ο σκηνικός χώρος από χαρτί και σίδερα, τι συμβολίζει;
Ένα χάρτινο κουτί. Ο ψεύτικος και κάποιες φορές παράλογος κόσμος της ανθρώπινης κατασκευής. Κατασκευές νόμων και εξουσιών. Κατασκευές που είναι λειτουργικές μόνο στις μεταβάσεις τους και όχι στην ισχύ τους. Σ’ ένα τέτοιο κουτί βρίσκεται ο «χορός». Ακολουθεί τους κανόνες. Ήσυχα, υπάκουα, αλλά επιθυμεί την έξοδο, την αλλαγή. Όσο και να την φοβάται. Επινοεί κάποτε το Θεό, που θα τον ελευθερώσει.
Επικαλείται θεϊκές δυνάμεις και διαλύει με τα ίδια του τα χέρια τους τοίχους και τα εδάφη του. Σεισμός. Φοβερός. Ο βασιλιάς τρελαίνεται, τρέχει μανιασμένος να καθυποτάξει το ανυπέρβλητο. Τρέχει προς τον αφανισμό του. Κατασπαράσσεται από την ίδια του τη Μάνα. Η ισχυρότερη κοινωνική αξία καταρρέει, μπροστά στη μεγαλοσύνη της αλλαγής. Το τέλος του κύκλου. Η βία του Φυσικού. Η καρπερή βία του Φυσικού, που θα φέρει τη νέα εποχή. Κι όλα θα ξαναγίνουν… ίσως. Οι επί σκηνής προσπαθούν να υπάρξουν μέσα στις διάφορες μεταλλάξεις του περιβάλλοντος και να υπηρετήσουν είτε τη ρυθμολογία, είτε την εικόνα, να παράξουν χρόνο, ρυθμό, τάση, σχέση με το χώρο και μεταξύ τους, αλλά ποτέ δεν απεξαντώνται από το σκηνικό. Μόνο στο τέλος, όταν πια όλα ησυχάζουν και ο χώρος αδειάζει.
Θεωρείτε πως το τέλειο έγκλημα, θα ήταν η εξάλειψη του φυσικού κόσμου, όπως υποστηρίζει η παράσταση;
Η ανθρώπινη κατάσταση είναι ορισμένη, όσο και να το αρνηθεί, μέσα στη λειτουργία του φυσικού. Η πορεία, ο κύκλος της ζωής, οι κανόνες του ατομικού και του κοινωνικού, o κάποιες φορές παράλογος κόσμος της ανθρώπινης κατασκευής. Όλα υπακούουν σε δύο απόλυτες σταθερές : Το εφήμερο της ύπαρξης( οδεύουμε προς ο τέλος) και την ανεπάρκεια των δυνάμεων μας (δράσης και κατανόησης). Σαν να ξεχνάμε τα όρια. Η αλαζονεία μέχρι ενός σημείου είναι ίσως και χαριτωμένη, δεδομένης της αδυναμίας μας σε σχέση με τις φυσικές δυνάμεις και νόμους…. Πώς να μη συμπαθήσεις ένα μικρό γατάκι που τα βάζει μ΄ένα τρακτέρ; Αλλά η τόσο γενικευμένη αλαζονεία, αυτή η ίδια που τρέφει την κοινωνική βία και ατομική κατάθλιψη, αυτή η αλαζονεία που δε σ αφήνει να δεις ότι είναι θαύμα το ότι βρίσκεσαι εν ζωή, μεγάλο μυστήριο το γιατί και αδιανόητος άθλος κάθε αίσθηση ευτυχίας , σ’. ένα κόσμο πόνου.
Εσείς στο δίπολο αλλαγή – διατήρηση της κατάστασης, πώς τοποθετείστε;
Μπορώ να κάνω ό,τι θέλω αλλά δε μπορώ να θέλω ό,τι θέλω . Κάπως έτσι νομίζω το είχε διατυπώσει ο Γερμανός φιλόσοφος………Οι καταστάσεις αλλάζουν ήπια ή βίαια. Εμείς; πώς θα πλεύσουμε μέσα σ’ αυτή τη δίνη;