Τελικά, ο Νίκος Ανδρουλάκης, αποκάλυψε την στρατηγική του και επιχειρεί να εμφανιστεί ως η σταθερά για τον σχηματισμό κυβέρνησης από την πρώτη Κυριακή στις 21 ή στις 28 Μαΐου ή και στην δεύτερη εάν τα ποσοστά του ΠΑΣΟΚ είναι άνω του 10%, δεδομένου ότι η αυτοδυναμία αυτή τη στιγμή εάν δεν είναι απίθανη είναι εξαιρετικά δύσκολη και την δεύτερη Κυριακή.
Εξάλλου, και για τα δύο μεγαλύτερα κόμματα είναι πολύφερνη νύφη το ΠΑΣΟΚ.
Οικονόμου: Πολιτικά εξωφρενική η δήλωση Ανδρουλάκη για πρωθυπουργό «άγνωστο Χ»
Αφενός, ο κ. Ανδρουλάκης ξεκαθάρισε εμμέσως, ότι μόνον δικομματική κυβέρνηση μπορεί να σχηματιστεί αποκλείοντας με σαφήνεια το ΜεΡΑ25 που «υποστήριξε την επάνοδο στην δραχμή». Αν και δεν το είπε, δύσκολα θα μπορούσε να φανταστεί κανείς συμμετοχή του σε τρικομματική κυβέρνηση με τη συμμετοχή Βελόπουλου. Εξάλλου, μέχρι και ο Μητσοτάκης το έχει αποκλείσει.
Αφετέρου, ταυτίζει Μητσοτάκη και Τσίπρα και αποσαφηνίζει ότι δεν θα πει όχι σε κυβέρνηση συνεργασίας αλλά χωρίς τους δύο αρχηγούς ως πρωθυπουργούς. Ήτοι, συγκυβέρνηση με νέα άφθαρτα, μη «αλαζονικά» πρόσωπα με προγραμματική συμφωνία, είτε με τη ΝΔ, είτε με τον ΣΥΡΙΖΑ. Άλλωστε, το γεγονός ότι ο κ. Ανδρουλάκης επιμένει πως δεν έλαβε θεσμική πρόσκληση από τον πρωθυπουργό και είχαν δύο κουβέντες στο πόδι είναι ενδεικτικό του κλίματος και τους αφηγήματος, πολύ περισσότερο όταν κατηγορείται ο κ. Μητσοτάκης ως υποκλοπέας των συνομιλιών του.
Θέτει, ως δική του προϋπόθεση, και κατ’ επέκταση δίλλημα στους ψηφοφόρους, ποσοστό άνω του 10% για το ΠΑΣΟΚ.
Με άλλα λόγια απευθύνεται στο εκλογικό σώμα ως εγγυητής της κυβερνητικής σταθερότητας, θεματοφύλακας της διαφάνειας, της λογοδοσίας, της αξιοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, ως νέος και άφθαρτος, επιχειρώντας να αποτινάξει τον κακό κυβερνητισμό του ΠΑΣΟΚ και την συνδιαλλαγή με το «φθαρμένο» υπάρχον πολιτικό προσωπικό της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι το ΠΑΣΟΚ αποφεύγει και απέφυγε να μπει συγκρουσιακά στις ευθύνες της τραγωδίας των Τεμπών. Παρεμβαίνει, αλλά πολιτικά, χωρίς φανφάρες, κραυγές και αποκαλύψεις. Άλλωστε, για το παρελθόν του πλήρωσε και πληρώνει από το 2012 και μετά. Τώρα, για το ΠΑΣΟΚ, ήλθε η ώρα να πληρώσουν οι τελευταίοι κυβερνήτες, Μητσοτάκης και Τσίπρας.
Για να πετύχει η περιγραφόμενη από τον ίδιο στρατηγική θα πρέπει να επισυμβούν δύο απαραίτητες σταθερές στις κάλπες. Πρώτον, το ΠΑΣΟΚ να πάρει ποσοστό άνω του 10% και δεύτερον να βγουν «τα κουκιά». Δηλαδή, οι έδρες ΝΔ ή ΣΥΡΙΖΑ μαζί με τις έδρες του ΠΑΣΟΚ να αθροίζουν πάνω από 152.
Τότε, υπό απίθανες προϋποθέσεις, ΝΔ ή ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσαν να διεμβολιστούν και να συζητήσουν – χωρίς μάλλον επιτυχία- να σχηματίσουν κυβέρνηση μαζί του από την πρώτη Κυριακή. Γιατί θα είναι δύσκολο; Πως μια κοινοβουλευτική Ομάδα θα «πετάξει εκτός» τον αρχηγό της, όταν μάλιστα θα έχει φθάσει 35%-36%. Ένα τέτοιο ποσοστό δεν απέχει από την αυτοδυναμία στον δεύτερο γύρο, αφενός και αφετέρου οι αρχηγοί τους είναι εκείνοι που πέτυχαν το ποσοστό.
Αν τα ποσοστά ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ είναι χαμηλά τότε η θέση Ανδρουλάκη δεν έχει ουσιαστικό νόημα για την πρώτη Κυριακή αλλά για την δεύτερη. Και πάλι αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρώτο κόμμα οι πολιτικές συνθήκες δεν θα διευκολύνουν ιδιαίτερα την στρατηγική του για τον δεύτερο γύρο.
Άρα, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, έχει ως στρατηγική ανάλυση μία οριακή νίκη της ΝΔ που δεν θα επιτρέπει σχηματισμό κυβέρνησης από την πρώτη Κυριακή ώστε να του επιτρέψει να συνεχίσει την στρατηγική αποκλεισμού Μητσοτάκη και Τσίπρα στη δεύτερη Κυριακή, χωρίς να συμπιεστεί το κόμμα του ανάμεσα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις.
Και με αυτή την στρατηγική θα μπορεί με βάση το αποτέλεσμα των δεύτερων εκλογών να σταθμίσει εάν θα μπει ή όχι σε κυβέρνηση είτε με πρωθυπουργό Μητσοτάκη ή Τσίπρα αφού και πάλι οι πολίτες θεωρητικά θα τους έχουν επιλέξει με μεγαλύτερα ποσοστά. Τότε, όμως, οι χειρισμοί θα είναι δύσκολοι, και για να πείσει την δική του Κοινοβουλευτική Ομάδα και την κοινωνία, αφού υπάρχει ενδεχόμενο να επαπειληθούν τρίτες εκλογές αν το πρώτο κόμμα αντιστρέψει τον «εκβιασμό» προς το ΠΑΣΟΚ. Και πλέον πολύ δύσκολα δεν θα μπει στην κυβέρνηση, είτε του Μητσοτάκη, είτε του Τσίπρα, το ΠΑΣΟΚ. Ενδεχομένως, να μην μπει ο ίδιος.
Ουσιαστικά, ο Νίκος Ανδρουλάκης επιχειρεί να συγκεντρώσει την ψήφο δυσαρέσκειας των δεξιών, κεντρώων και κεντροαριστερών, όπως και των νέων και να αποκόψει τις οδούς προς πιο αντισυστημικά κόμματα όπως το ΜεΡΑ25 ή και ο Βελόπουλος ή η ακροδεξιά.
Και κάποια στιγμή, στην πορεία προς τις εκλογές ο κ. Ανδρουλάκης θα υποχρεωθεί να απαντήσει ποιά πολιτικά πρόσωπα έχει κατά νου από το ένα κόμμα ή το άλλο για να αναλάβουν πρωθυπουργοί. Αν θα το αποκαλύψει, εξαρτάται από τον ίδιο. Και για την μία ή την άλλη επιλογή θα κριθεί και πάλι από τους πολίτες.