Μόνο στις ομάδες υψηλού κινδύνου συστήνεται πλέον ο εμβολιασμός κατά του κοροναϊού με ενισχυτικές δόσεις, σύμφωνα με νεότερες οδηγίες από την Στρατηγική Συμβουλευτική Ομάδα Εμπειρογνωμόνων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για την Ανοσοποίηση (SAGE), η οποία στρέφει τώρα το ενδιαφέρον της στις επιπτώσεις που είχε η πανδημία στη γενικότερη ανοσοποίηση του πληθυσμού απέναντι σε άλλες σοβαρές ασθένειες.

Οι υψηλότερες προτεραιότητες για τα έτη 2023-2025 εστιάζονται στην ιλαρά, την πολιομυελίτιδα, τον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV), τον κίτρινο πυρετό, ασθένειες που δημιουργούν εστίες, η ενσωμάτωση του εμβολιασμού κατά του COVID-19 στη συνήθη ανοσοποίηση μέσω της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και η εισαγωγή του εμβολίου κατά της ελονοσίας στις αφρικανικές χώρες.

Η SAGE επιχειρεί την επαναφορά στους στόχους της Ατζέντας Ανοσοποίησης 2030, μέσω ενός τρίπτυχου για την παροχή συμπληρωματικού εμβολιασμού σε παιδιά που έχασαν τις προγραμματισμένες δόσεις τους, την αποκατάσταση της κάλυψης και την ενίσχυση των προγραμμάτων ανοσοποίησης.

Η Πρόεδρος της SAGE Δρ Hanna Nohynek, επεσήμανε ότι «οι νέες οδηγίες υπογραμμίζουν την σημασία του εμβολιασμού με ενισχυτικές δόσεις όσων εξακολουθούν να κινδυνεύουν από σοβαρή νόσο, κυρίως ηλικιωμένων και εκείνων με υποκείμενες παθήσεις, δεδομένου ότι μεγάλο μέρος του πληθυσμού είτε έχει εμβολιαστεί είτε έχει μολυνθεί από τον COVID-19 ή και τα δύο» και πρόσθεσε: «Οι χώρες θα πρέπει να εξετάσουν το συγκεκριμένο πλαίσιο για να αποφασίσουν εάν θα συνεχίσουν να εμβολιάζουν ομάδες χαμηλού κινδύνου, όπως υγιή παιδιά και εφήβους, χωρίς να θέτουν σε κίνδυνο τα συνήθη εμβόλια που είναι τόσο κρίσιμα για την υγεία και την ευημερία αυτής της ηλικιακής ομάδας».

Οι αναθεωρημένες οδηγίες για τον εμβολιασμό κατά του COVID-19 περιλαμβάνουν τρεις ομάδες προτεραιότητας ανάλογα με τον κίνδυνο νόσησης και θανάτου, υψηλό, μεσαίο και χαμηλό. Για τον προσδιορισμό των ομάδων έχει επίσης ληφθεί υπόψη η απόδοση του εμβολίου, η σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας και η αποδοχή από την κοινότητα.

Τρεις ομάδες κινδύνου

Όλες οι σχετικές συστάσεις έχουν χρονικό περιορισμό, ισχύουν μόνο για το τρέχον επιδημιολογικό σενάριο και δεν πρέπει να θεωρούνται ως ετήσια αναμνηστική δόση, όπως συμβαίνει με άλλα εμβόλια. Στόχος είναι να εξυπηρετηθεί ο βραχυπρόθεσμος – μεσοπρόθεσμος προγραμματισμός των χωρών κατά του πανδημικού ιού.

Η ομάδα υψηλής προτεραιότητας περιλαμβάνει ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας, νεότερους ενήλικες με σημαντικές συννοσηρότητες (π.χ. διαβήτης και καρδιακές παθήσεις), άτομα με ανοσοκαταστολή (π.χ. άτομα που ζουν με HIV και μεταμοσχευθέντες), παιδιά 6 μηνών και άνω, εγκύους και επαγγελματίες υγείας πρώτης γραμμής. Για αυτή την ομάδα, το SAGE συνιστά μια επιπλέον αναμνηστική δόση 6 ή 12 μήνες μετά την τελευταία δόση, με το χρονικό πλαίσιο να εξαρτάται από παράγοντες όπως η ηλικία και η κατάσταση ανοσοκαταστολής.

Η ομάδα μέσης προτεραιότητας περιλαμβάνει υγιείς ενήλικες – συνήθως κάτω των 50-60 ετών – χωρίς συννοσηρότητες και παιδιά και έφηβους με συννοσηρότητες. Το SAGE συνιστά μόνο τον πρωτογενή εμβολιασμό και τις πρώτες αναμνηστικές δόσεις. Δεν συνιστά πρόσθετες ενισχυτικές δόσεις, καθώς έχουν συγκριτικά χαμηλή απόδοση για τη δημόσια υγεία.

Η ομάδα χαμηλής προτεραιότητας περιλαμβάνει υγιή παιδιά και έφηβους ηλικίας 6 μηνών έως 17 ετών. Οι πρωτογενείς και οι αναμνηστικές δόσεις είναι ασφαλείς και αποτελεσματικές σε παιδιά και εφήβους. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τη χαμηλή επιβάρυνση της νόσου, το SAGE παροτρύνει τις χώρες που εξετάζουν τον εμβολιασμό αυτής της ηλικιακής ομάδας να βασίσουν τις αποφάσεις τους σε συναφείς παράγοντες, όπως η επιβάρυνση της νόσου, η αποτελεσματικότητα κόστους και άλλες προτεραιότητες υγείας ή προγραμματισμού και κόστος ευκαιρίας.

Οι ειδικοί του ΠΟΥ υπογραμμίζουν ότι η επίδραση του εμβολιασμού υγιών παιδιών και εφήβων στη δημόσια υγεία, είναι συγκριτικά πολύ χαμηλότερος από τα καθιερωμένα οφέλη των παραδοσιακών βασικών εμβολίων για παιδιά –όπως τα εμβόλια ροταϊού, ιλαράς και συζευγμένων εμβολίων πνευμονιόκοκκου– και των εμβολίων COVID-19 για ομάδες υψηλής και μέσης προτεραιότητας. Τα παιδιά με ανοσοκαταστολή και συννοσηρότητες αντιμετωπίζουν όντως υψηλότερο κίνδυνο σοβαρού COVID-19, τα οποία περιλαμβάνονται στις ομάδες υψηλής και μέσης προτεραιότητας, αντίστοιχα.

Αν και συνολικά χαμηλό, το βάρος του σοβαρού COVID-19 σε βρέφη κάτω των 6 μηνών εξακολουθεί να είναι υψηλότερο από ό,τι σε παιδιά ηλικίας 6 μηνών έως 5 ετών. Ο εμβολιασμός εγκύων – και με πρόσθετη δόση εάν έχουν περάσει περισσότεροι από 6 μήνες από την τελευταία – προστατεύει τόσο τις ίδιες όσο και το έμβρυο, ενώ συμβάλλει στη μείωση της πιθανότητας νοσηλείας βρεφών για COVID-19.

Οι χώρες που έχουν ήδη θεσπίσει πολιτική για πρόσθετες δόσεις θα πρέπει να αξιολογήσουν την εξελισσόμενη ανάγκη με βάση την εθνική επιβάρυνση της νόσου, τη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας και το κόστος ευκαιρίας.

Ανεξάρτητα από τις νέες οδηγίες, το SAGE ανανέωσε επίσης τις συστάσεις της για τα δισθενή εμβόλια COVID-19, συνιστώντας τώρα στις χώρες να εξετάσουν το ενδεχόμενο χρήσης δισθενούς mRNA εμβολίου BA.5 για τον πρωταρχικό εμβολιασμό.

Πολιομυελίτιδα

Το SAGE αξιολόγησε τα δεδομένα σχετικά με το νέο από του στόματος εμβόλιο πολιομυελίτιδας τύπου 2, συστήνοντάς το ως προτιμητέα επιλογή. Συνέστησε επίσης για την ταχεία ενίσχυση της ανοσίας σε δυσπρόσιτες περιοχές ή περιοχές με συγκρούσεις, το μεσοδιάστημα μεταξύ των εμβολίων να είναι έως και 1 εβδομάδα, σε σύγκριση με το κανονικό διάστημα των 4 εβδομάδων.

Σε περιοχές με επίμονη κυκλοφορία του ιού της πολιομυελίτιδας, το SAGE συνέστησε στις χώρες να συμπληρώνουν την ανταπόκριση στις επιδημίες με πρόσθετες εκστρατείες χρησιμοποιώντας εμβόλια αδρανοποιημένου ιού πολιομυελίτιδας (με πλήρεις ή κλασματικές δόσεις).

Ιλαρά

Η αύξηση των κρουσμάτων ιλαράς αποτελεί παράδειγμα των επιπτώσεων του αντίκτυπου της πανδημίας στην καθιερωμένη ανοσοποίηση. Το 2021, η κάλυψη με την πρώτη δόση εμβολίου κατά της ιλαράς ήταν στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2008, με 25 εκατομμύρια παιδιά να έχουν χάσει τον εμβολιασμό τους.

Με τα κρούσματα ιλαράς να αυξάνονται σε ολόκληρο τον κόσμο το 2022, οι προκλήσεις εντοπίζονται σε δυσκολίες παράδοσης εμβολίων σε περιβάλλοντα που πλήττονται από συγκρούσεις, αδύναμα συστήματα υγείας, προτεραιότητες που ανταγωνίζονται η μία την άλλη, καθώς και ανεπαρκή χρηματοδότηση. Η ποιότητα της επιτήρησης μειώθηκε παγκοσμίως κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αν και υπάρχουν ενδείξεις ανάκαμψης σε αρκετές χώρες.

Το SAGE επεσήμανε την ανάγκη αναθεώρησης των πολιτικών που αφορούν την καταλληλότητα της ηλικίας για εμβολιασμό κατά της ιλαράς, ώστε να καλυφθούν τα κενά, να επιταχυνθεί η χρήση νέων τεχνολογιών και καινοτομίας και να επανεξεταστούν τα στοιχεία για εμβολιασμό βρεφών κάτω των έξι μηνών και των εγκύων.

Νέα εμβόλια φυματίωσης

Η φυματίωση αποτελεί μια από τις κύριες αιτίες θανάτου διεθνώς και απαιτείται επειγόντως ένα εμβόλιο που προλαμβάνει την ασθένεια σε εφήβους και ενήλικες. Μια ουσιαστική προσπάθεια για την ανάπτυξη εμβολίων βρίσκεται σε εξέλιξη, με κλινικές δοκιμές τελευταίου σταδίου, όπου πολλά εμβόλια αναμένεται να λάβουν έγκριση εντός 3 ετών.

Καθώς έχει ξεκινήσει διαδικασία προσδιορισμού των δεδομένων που χρειάζονται για την διαμόρφωση εμβολιαστικής πολιτικής και εισαγωγής νέων εμβολίων, το SAGE πρότεινε τη δημιουργία βάσης δεδομένων για ένα «πολλά υποσχόμενο εμβόλιο κατά της φυματίωσης για ενήλικες και εφήβους, το M72/AS01E».

Ελονοσία

Η εισαγωγή του εμβολίου κατά της ελονοσίας RTS,S οδήγησε σε σημαντική μείωση της σοβαρής ελονοσίας και της θνησιμότητας παιδιών που πληρούν τις ηλικιακές προϋποθέσεις. Υπάρχει μεγάλη ζήτηση για το νέο εμβόλιο, τουλάχιστον από 28 χώρες. Από αυτές, 15 χώρες έχουν ήδη υποβάλει επίσημη αίτηση για υποστήριξη στο Gavi και περισσότερες από 15 επιπλέον αιτήσεις αναμένονται αργότερα φέτος. Η προσφορά παραμένει εξαιρετικά περιορισμένη. Το SAGE συνιστά ευελιξία στο πρόγραμμα ανοσοποίησης και υποστηρίζει τη μείωση του ελάχιστου διαστήματος μεταξύ των δόσεων 3 και 4 έως 6 μήνες για καλύτερη ανοσοποίηση.

Έρευνα νέων εμβολίων για γνωστά παθογόνα

Ο ΠΟΥ βρίσκεται στη διαδικασία καθορισμού περιφερειακών στόχων προτεραιότητας για την ανάπτυξη νέων εμβολίων για μη επιδημικά παθογόνα.

Τα πρώτα αποτελέσματα δείχνουν ότι η φυματίωση, ο HIV και τα παθογόνα που παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα αντιμικροβιακής αντοχής (π.χ. Klebsiella pneumoniae) είναι σημαντικά σε όλες τις περιοχές.

Ο Streptococcus pyogenes (στρεπτόκοκκος ομάδας Α), η Shigella και ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός (RSV) αναγνωρίστηκαν ως σημαντικοί από τέσσερις τουλάχιστον, όπως και το Plasmodium falciparum, από την αφρικανική περιοχή.