Άνοιγμα της ψαλίδας ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ταυτόχρονα και αύξηση των ποσοστών τους καταγράφει νέα έρευνα της Marc, επτά εβδομάδες πριν της εθνικές εκλογές.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του Πρώτου Θέματος, μεταξύ 27 και 30 Μαρτίου σε ένα δείγμα 1.213 ψηφοφόρων.
Ειδικότερα, η έρευνα δείχνει να ανοίγει εκ νέου η ψαλίδα της διαφοράς που χωρίζει τα δύο μεγαλύτερα κόμματα στην πρόθεση ψήφου, καθώς διαμορφώνεται σε 5,2% από 4,6% που ήταν στην αμέσως προηγούμενη έρευνα. Η Ν.Δ. ανακτά 1,3 από τις 2,9 εκατοστιαίες μονάδες τις οποίες έχασε μετά τα Τέμπη και βρίσκεται πλέον στο 30,9%, ποσοστό που με αναγωγή επί των εγκύρων ανεβαίνει στο 31,7%. Ο ΣΥΡΙΖΑ ακολουθεί με 25,7% (+0,7%) στην πρόθεση ψήφου, που γίνεται 26,4% με την αναγωγή και αποτελεί την καλύτερη έως τώρα επίδοση της Κουμουνδούρου από τον Δεκέμβριο του 2021.
Στο ίδιο διάστημα, το σταθερά τρίτο ΠΑΣΟΚ υποχώρησε και από το 15,2% βρίσκεται πια στο 9,5% (-0,2% από την προηγούμενη έρευνα), επίδοση που θολώνει την εντύπωση ότι θα περνούσε τον πήχη του διψήφιου ποσοστού που είχε δημιουργηθεί μετά την εκλογή του κ. Ανδρουλάκη. Το κόμμα της Χαριλάου Τρικούπη χάνει μεν σχεδόν το 1/4 όσων το ψήφισαν το 2019 (16,2% προς τη Ν.Δ. και 8,1% προς τον ΣΥΡΙΖΑ), πλην όμως έχει θετικό ισοζύγιο, καθώς αποσπά μεγαλύτερες δυνάμεις αφού ψηφίζεται από το 8,4% όσων είχαν ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ και το 4,1% των Νεοδημοκρατών.
Μικρή κάμψη ΠΑΣΟΚ μετά τις δηλώσεις Ανδρουλάκη για πρωθυπουργό
Αντιθέτως, μικρή κάμψη της δύναμής του εμφανίζει το ΠΑΣΟΚ και μικρότερη δημοφιλία ο Νίκος Ανδρουλάκης, που είναι προφανές ότι πιέζεται δημοσκοπικά εξαιτίας των πρόσφατων μηνυμάτων που εξέπεμψε για τις μετεκλογικές εξελίξεις. Η δήλωσή του ότι σε μια ενδεχόμενη κυβερνητική συνεργασία δεν θα δεχόταν για πρωθυπουργό ούτε τον Κυριάκο Μητσοτάκη ούτε τον Αλέξη Τσίπρα χαρακτηρίζεται λανθασμένη από δύο στους τρεις ψηφοφόρους (66,3%) και σωστή μόνο από έναν στους τέσσερις (24,8%).
Ψηλά ποσοστά αποδοκιμασίας της στάσης του κ. Ανδρουλάκη καταγράφονται ανάμεσα στους ψηφοφόρους της Ν.Δ. (86,3%) και του ΣΥΡΙΖΑ (77,6%), όπως και σε όσους επιλέγουν άλλο κόμμα (48,6%) και στους αναποφάσιστους (43,7%). Σύμφωνη είναι η πλειονότητα των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ σε ποσοστό 61,4% και με ισχυρή μειοψηφία της τάξης του 37,4% που θεωρεί λάθος τη δήλωσή του.
Τα κέρδη των «αντισυστημικών»
Την ίδια στιγμή, η «αντισυστημική ψήφος» αντέχει ακόμη, με το ΚΚΕ να ανεβάζει κατά 0,2% τα ποσοστά φτάνοντας στο 5,8%, το ΜέΡΑ 25, το οποίο, ενώ έως τον Φεβρουάριο ήταν περίπου στο 3%, τώρα αποσπά ένα 4,2% (+0,7% από την προηγούμενη έρευνα) και η Ελληνική Λύση παραμένει στο 3,9%.
Πόλος υποδοχής «αντισυστημικών» ψηφοφόρων είναι ακόμη το Εθνικό Κόμμα Ελληνες του έγκλειστου στις φυλακές Ηλία Κασιδιάρη, που κινείται ανοδικά στο 3,7% (+0,7%), παρόλο που η συμμετοχή του στις κάλπες θα κριθεί με βάση τη νέα νομοθεσία για τις εγκληματικές οργανώσεις από τον Αρειο Πάγο μετά την επίσημη προκήρυξη των εκλογών.
Στην ουρά της κατάταξης ξεχωρίζει η εμφάνιση στο 1,1% της Πλεύσης Ελευθερίας, γεγονός που πιθανότατα οφείλεται στη δυναμική παρουσία που είχε στα δικαστικά δρώμενα των Τεμπών η αρχηγός της Ζωή Κωνσταντοπούλου. Στο 1% καταγράφεται επίσης η Εθνική Δημιουργία των Θάνου Τζήμερου και Φαήλου Κρανιδιώτη, ενώ οι υπόλοιποι εξωκοινοβουλευτικοί σχηματισμοί της άκρας Δεξιάς είναι κάτω από τη μία ποσοστιαία μονάδα.
Μητσοτάκης εναντίον Τσίπρα
Με υπεροχή 11,7 μονάδων πάνω από τον βασικό του αντίπαλο Αλέξη Τσίπρα στο ερώτημα «Ποιον εμπιστεύεστε περισσότερο στο τιμόνι της χώρας;», ο πρωθυπουργός αποτελεί το ισχυρό χαρτί της κυβέρνησης. Στο σχετικό ερώτημα, το 43,7% δήλωσε την προτίμησή του στον κ. Μητσοτάκη, έναντι του 32% που υπέδειξε τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ και του 24,3% που δεν απάντησε.
Εμπιστοσύνη στον νυν πρωθυπουργό εκφράζει η πλειοψηφία των ψηφοφόρων που αυτοπροσδιορίζονται ως δεξιοί (82,4%) και κεντροδεξιοί (78,4%), ενώ προσελκύει μερίδα των κεντρώων (52,6%) και διεισδύει στους κεντροαριστερούς (17,7%) και σε όσους δηλώνουν ότι δεν έχουν κάποια ιδιαίτερη πολιτική ταύτιση (30,8%). Επίσης τον προτιμά το 54,2% των ψηφοφόρων που δηλώνουν ότι θα ψηφίσουν ΠΑΣΟΚ, καθώς και το 29,5% όσων δηλώνουν ότι δεν έχουν αποφασίσει τι θα ψηφίσουν.
Αντιστοίχως, ο κ. Τσίπρας υπερέχει στους κεντροαριστερούς (68,9%) και στους αριστερούς (62,5%), αλλά εμφανίζει χαμηλή διείσδυση σε άλλους πολιτικούς χώρους, με πιο χαρακτηριστική την περιορισμένη στο 25% προτίμηση που του δείχνουν οι κεντρώοι. Ενώ από τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ κερδίζει μόνο το 20,1% και από τους αναποφάσιστους το 16,2%.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ο δημοφιλέστερος μεταξύ των πολιτικών αρχηγών, αν και η εικόνα του επλήγη μετά την τραγωδία των Τεμπών. Από 48,6% θετικές γνώμες που είχε τον Φεβρουάριο, στις αρχές Μαρτίου υποχώρησε στο 38,9% και τώρα βρίσκεται στο 40,7%. Τον χωρίζουν 9,5 μονάδες από τον Αλέξη Τσίπρα, που ανέβηκε στο 31,2, αλλά υπολείπεται και πάλι από το 33,2% που είχε τον Φεβρουάριο. Ανατροπή εμφανίζεται στην τρίτη θέση, καθώς ο Δημήτρης Κουτσούμπας καταγράφει άνοδο σχεδόν 5 μονάδων που τον οδηγούν στο 30,9%. Πτωτικά κινείται αντιθέτως η δημοφιλία του Νίκου Ανδρουλάκη, ο οποίος με 24,6% πέρασε τέταρτος και τον πλησίασε αρκετά ο Γιάνης Βαρουφάκης που έφτασε στο 23,9%. Την εξάδα συμπληρώνει ο Κυριάκος Βελόπουλος με 16,6%.
Αρνητική αποτίμηση κυβερνητικού έργου
Το ισοζύγιο στην αξιολόγησή της κυβέρνησης από τους πολίτες είναι αρνητικό. Θετική αποτίμηση της κυβερνητικής θητείας κάνει το 43,6% των ερωτηθέντων (από 48,9% που ήταν τον Φεβρουάριο), ενώ αρνητικά αξιολογείται από το 56,2% (έναντι 50,2% τον προπερασμένο μήνα). Θετικό πρόσημο της βάζει το 44,8% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ και το 30,4% των αναποφάσιστων, ενώ από τις ίδιες δεξαμενές αρνητική προαίρεση δηλώνεται από το 55,3% και το 69,5% αντίστοιχα.
Την ίδια ώρα πάντως φαίνεται ότι η απογοήτευση των πολιτών από τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει υποχωρήσει. Το 44,2% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι τα πράγματα θα ήταν σήμερα χειρότερα αν το 2019 είχε κερδίσει τις εκλογές το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα. Οτι θα ήταν περίπου τα ίδια εκτιμά το 33,9%, ενώ στο 19,4% περιορίζονται εκείνοι που νοσταλγούν την «πρώτη φορά Αριστερά», πιστεύοντας ότι θα ήμασταν σε καλύτερη κατάσταση αν είχε ανανεωθεί η θητεία του ΣΥΡΙΖΑ.
Υπό αυτές τις συνθήκες δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ενώ τα δύο μεγαλύτερα κόμματα είναι σχεδόν ισοδύναμα στη συσπείρωση των παλαιών τους ψηφοφόρων (67,3% η Ν.Δ. και 67,9% ο ΣΥΡΙΖΑ), η κυβερνητική παράταξη εμφανίζεται να έχει τεράστια απόσταση στη λεγόμενη «παράσταση νίκης», δηλαδή στην πεποίθηση των συμμετεχόντων στην έρευνα για το κόμμα που θα κόψει πρώτο το νήμα της κάλπης.
Επικράτηση της Ν.Δ. «βλέπει» το 61% των ερωτηθέντων, εκ των οποίων μάλιστα το 14,8% πιστεύει ότι θα έχει διαφορά μεγαλύτερη των 6 μονάδων και το 46,2% μικρότερη. Πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ προβλέπει το 26,2% του συνόλου των ερωτηθέντων, εκ των οποίων το 5,7% τη βλέπει να είναι μεγάλη και το 20,5% μικρή. Ενδεικτικό του κλίματος πάντως είναι ότι πρόβλεψη για γαλάζια νίκη κάνει το 85,1% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ και το 35,8% όσων θα ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ.
Συρρίκνωση λευκών άκυρων
Τέλος, ενα από τα σημαντικά στοιχεία της έρευνας είναι ότι συρρικνώνονται τα λευκά και άκυρα ψηφοδέλτια, η πρόθεση για αποχή και όσοι δηλώνουν ότι δεν έχουν αποφασίσει αν και τι θα ψηφίσουν. Το άθροισμα της αδιευκρίνιστης ψήφου υποχωρεί στο 11,9% ενώ στην πρώτη έρευνα μετά τα Τέμπη ήταν 14,9%.
Συμπερασματικά, πάντως, και παρόλο που είναι δύσκολο να γίνουν τελικές προβολές του εκλογικού αποτελέσματος όταν το ποσοστό των αναποφάσιστων παραμένει στην περιοχή του 10%, τα ευρήματα της έρευνας της Marc δείχνουν ότι από την πρώτη κάλπη είναι εξίσου πιθανό να προκύψουν άκρως οριακές αριθμητικές πλειοψηφίες τόσο για συνεργασία της Ν.Δ. με το ΠΑΣΟΚ όσο και για συγκρότηση της λεγόμενης «κυβέρνησης των ηττημένων», δηλαδή τη σύμπραξη του ΣΥΡΙΖΑ με το ΠΑΣΟΚ και το ΜέΡΑ 25.
Με βάση τους συσχετισμούς της μέτρησης, το πρώτο άθροισμα κυμαίνεται περί το 45,5% και το δεύτερο κοντά στο 44,5%. Και στη μία και στην άλλη περίπτωση το ενδεχόμενο για πλειοψηφία 151 βουλευτών από την πρώτη κάλπη της απλής αναλογικής θα εξαρτηθεί από το συνολικό ποσοστό που θα λάβουν τα κόμματα τα οποία θα μείνουν εκτός Βουλής. Αν το άθροισμά τους κυμανθεί πάνω από το 8%, τότε όλα είναι ανοιχτά.