Στον δρόμο προς τις κάλπες έχουν ήδη αρχίσει οι συζητήσεις για το πρόσωπο εκείνο που θα αναλάβει ως υπηρεσιακός πρωθυπουργός τα ηνία της χώρας, σε περίπτωση που από την εκλογική αναμέτρηση της 21ης Μαΐου 2023 δεν σχηματιστεί κυβέρνηση.
Ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός, εκ του Συντάγματος είναι εκείνος ο οποίος θα σηκώσει το βάρος της διακυβέρνησης της χώρας, εν μέσω δύο εκλογικών αναμετρήσεων, όπως είχε συμβεί το 2012 με τον σημερινό αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Παναγιώτη Πικραμμένο, ο οποίος ήταν πρόεδρος στο Συμβούλιο της Επικρατείας και αργότερα, όταν το 2015 ανέλαβε την πρωθυπουργία της χώρας η τότε πρόεδρος του Αρείου Πάγου Βασιλική Θάνου. Και φτάνοντας στο 2023, πολλοί είναι εκείνοι που εκτιμούν ότι ο (πιθανός) υπηρεσιακός πρωθυπουργός, αυτή τη φορά θα προέρχεται από το τρίτο Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας, το Ελεγκτικό Συνέδριο και ως εκ τούτου οι προβολείς στρέφονται στον πρόεδρο του ανώτατου δημοσιονομικού δικαστηρίου της χώρας Ιωάννη Σαρμά, ο οποίος είναι και ο αρχαιότερος στο αξίωμα της κορυφής της Δικαιοσύνης, σε σχέση με την πρόεδρο του Αρείου Πάγου Μαρία Γεωργίου και την πρόεδρο του ΣτΕ Ευαγγελία Νίκα.
Οπως έχει δείξει η πρόσφατη ιστορία είθισται τη θέση του υπηρεσιακού πρωθυπουργού να αναλαμβάνει ο αρχαιότερος εκ των τριών προέδρων των ανωτάτων δικαστηρίων, παρά το γεγονός ότι διίστανται οι απόψεις σχετικά με το αν η αρχαιότητα μετρά από την ημέρα της εισαγωγής τους στο δικαστικό σώμα ή από την ανάληψη της προεδρίας τους.
Σε μία τέτοια περίπτωση ο Ιωάννης Σαρμάς, ο οποίος αναντίρρητα έχει αφήσει την προσωπική του «σφραγίδα» στον χώρο της δικαιοσύνης και της νομικής επιστήμης, θα λάβει από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, που και η ίδια προέρχεται από την κορυφαία θέση της προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, την εντολή σχηματισμού υπηρεσιακής κυβέρνησης, για να οδηγήσει τη χώρα σε νέες εκλογές.
Ο σημερινός πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου εξάλλου ξεκίνησε τη διαδρομή του στον χώρο της δικαιοσύνης από το Συμβούλιο της Επικρατείας, καθώς το 1986 συμμετείχε στους διαγωνισμούς επιλογής δικαστικών λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας και της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης συμπληρώνοντας και στις δύο κατευθύνσεις την υψηλότερη βαθμολογία μεταξύ των υποψηφίων. Ο Ιωάννης Σαρμάς υπηρέτησε ως δικαστής του Συμβουλίου της Επικρατείας από το 1987 έως το 1993 και έκτοτε συνέχισε τη διαδρομή του στο Ελεγκτικό Συνέδριο, υπηρετώντας το από την κορυφαία θέση του προέδρου από το 2019.
Κατά την αναγόρευση του Ιωάννη Σαρμά σε επίτιμο διδάκτορα του ΑΠΘ, ο Ευάγγελος Βενιζέλος τον είχε χαρακτηρίσει «πολυσχιδή, βαθυστόχαστο, συστηματικό και ακούραστο θεράποντα της νομικής επιστήμης. Ενα χαλκέντερο ερευνητή και συγγραφέα, μια πολυγραφότατη και επιδραστική προσωπικότητα της ελληνικής και της ευρωπαϊκής επιστημονικής κοινότητας».
Γεννημένος στην Κω το 1957 και πατέρας δύο παιδιών, ο Ιωάννης Σαρμάς ξεκίνησε τη φοιτητική του ζωή στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών αποφοιτώντας με άριστα. Ο επόμενος «κύκλος» της ζωής του τον βρίσκει στη Γαλλία, όπου με υποτροφίες από τη γαλλική κυβέρνηση και το Ιδρυμα Κρατικών Υποτροφιών ολοκληρώνει τις μεταπτυχιακές του σπουδές στο Πανεπιστήμιο Paris ΙΙ στο ποινικό δίκαιο (1980-1981), το δημόσιο δίκαιο (1982-1983) και τα δημόσια οικονομικά (1983-1985). Συνέχισε, δε, να σπουδάζει στη Γαλλία, εκπονώντας διδακτορική διατριβή, και επέστρεψε στην Ελλάδα για να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία στην Πολεμική Αεροπορία ως δόκιμος αξιωματικός. Χαράσσοντας τη διαδρομή του εκτός από το ΣτΕ, όπου έκανε τα πρώτα του βήματα και το Ελεγκτικό Συνέδριο, όπου έφτασε μέχρι την κορυφαία θέση του προέδρου, έχει διατελέσει μέλος του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, ενώ έχει διδάξει και στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης και στην Εθνική Σχολή Δικαστών.
Τι ψήφισε
Στα χρόνια της προεδρίας του Ιωάννη Σαρμά η Βουλή ψήφισε με ευρεία πλειοψηφία τους νόμους 4700/2020 (Δικονομία του Ελεγκτικού Συνεδρίου) και 4820/2021 (Οργανικός Νόμος του Ελεγκτικού Συνεδρίου). Και όπως επισημαίνουν συνάδελφοί του, από όλους τους τομείς της δικαιοσύνης, ο πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι ιδιαίτερα οργανωτικός και μεθοδικός, προσόντα που θα αποδειχθούν πολύτιμα και την περίοδο που ενδεχομένως κληθεί να υπηρετήσει τη χώρα από τη θέση του υπηρεσιακού πρωθυπουργού.
Ο ίδιος απευθυνόμενος πριν από λίγους μήνες προς τους νέους συναδέλφους του στη διάρκεια της ορκωμοσίας των νεοεισαχθέντων σπουδαστών της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών είχε επισημάνει ότι δεν αρκεί ένας δικαστής να είναι δίκαιος, πρέπει επίσης να είναι και αποτελεσματικός, τονίζοντας την ιδιαίτερη σημασία για ένα δικαστικό λειτουργό να διαχειρίζεται τον χρόνο ενασχόλησής του με κάθε υπόθεση, ώστε η δικαιοσύνη να απονέμεται σε εύλογη προθεσμία, όπως απαιτείται από τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας.
Με αυτή την «πυξίδα» πορεύτηκε και ο ίδιος στα χρόνια που διήνυσε όλη την ιεραρχία του Ανώτατου Δικαστηρίου. Ενδεικτικό παράδειγμα η περίοδος που διατέλεσε πρόεδρος του ΙΙΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που είναι αρμόδιο για την εκδίκαση αγωγών και προσφυγών συνταξιούχων στρατιωτικών. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία παρέλαβε το Τμήμα τον Ιανουαρίο του 2014 με εκκρεμότητα άνω των 30.000 υποθέσεων, από τις οποίες περί τις 7.000 εκκρεμούσαν από το 2006 και περί τις 10.000 από το 2007. Σε αυτές προστέθηκαν και άλλες 6.000 περίπου στα μεσολαβήσαντα έτη. Κατηγοριοποιώντας και συνεκδικάζοντας τις όμοιες υποθέσεις, και χρησιμοποιώντας τη διαδικασία εν συμβουλίω και την «πιλοτική» δίκη, οι εκκρεμούσες δικογραφίες έχουν περιορισθεί σήμερα σε λιγότερες από 8.500.