Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) έχει θέσει φιλόδοξους ενεργειακούς και κλιματικούς στόχους για τη μείωση των εκπομπών της και τη στροφή προς μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Για την επίτευξη αυτών των στόχων, είναι απαραίτητο να εξασφαλιστούν επαρκείς προμήθειες ορυκτών πρώτων υλών (ΟΠΥ) όπως σπάνιες γαίες, χαλκός, κοβάλτιο, οι οποίες διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στην ενεργειακή μετάβαση της ΕΕ.
Οι ΟΠΥ είναι απαραίτητές για πολλούς βιομηχανικούς κλάδους (ενεργειακός, κατασκευαστικός μεταφορές), καθώς αποτελούν τη βάση για την παραγωγή και αποθήκευση καθαρής ενέργειας και τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως ηλιακούς συλλέκτες, ανεμογεννήτριες, μπαταρίες, κυψέλες καυσίμου (fuel cells) και ηλεκτρικά οχήματα. Επιπλέον, χρησιμοποιούνται για τεχνολογίες ενεργειακής απόδοσης, όπως συσκευές εξοικονόμησης ενέργειας κ.α..
Λόγω των κρίσιμων τεχνολογιών που απαιτούνται για την απαλλαγή από τον άνθρακα, η ζήτηση για κρίσιμες πρώτες ύλες προβλέπεται να αυξηθεί δραστικά. Για παράδειγμα η ζήτηση για χαλκό, ένα μέταλλο που σύμφωνα με το Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας χαρακτηρίζεται ως ακρογωνιαίος λίθος για όλες τις τεχνολογίες που σχετίζονται με την ηλεκτρική ενέργεια, αναμένεται να διπλασιαστεί έως το 2050 – από 25 εκ. τόνους το 2020 σε 50 εκατομμύρια τόνους.
Ωστόσο, η Ευρώπη βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις εισαγωγές για την προμήθεια των ΟΠΥ από τρίτες χώρες, κάτι που σημαίνει ότι ο εφοδιασμός της με αυτές τις πρώτες ύλες είναι ευάλωτος σε εξωτερικούς παράγοντες, όπως η πολιτική αστάθεια, οι φυσικές καταστροφές και οι διακυμάνσεις των τιμών.
Για να διασφαλίσει την πρόσβαση της ΕΕ σε έναν ασφαλή, διαφοροποιημένο, προσιτό και βιώσιμο εφοδιασμό κρίσιμων πρώτων υλών, καθώς και για να βελτιώσει την ικανότητα της ΕΕ να παρακολουθεί και να μετριάζει τους κινδύνους διαταραχών, ενισχύοντας ταυτόχρονα την κυκλικότητα και τη βιωσιμότητα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει ένα ολοκληρωμένο σύνολο ενεργειών, μέσα από την εν εξελίξει νέα Ευρωπαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία για τις Ορυκτές Πρώτες Ύλες (Critical Raw Materials Act).
Τι σημαίνουν όμως όλα αυτά για τη χώρα μας; Η Ελλάδα, αποτελεί σημαντικό μέρος της αλυσίδας εφοδιασμού της ΕΕ για κρίσιμες πρώτες ύλες, καθώς διαθέτει έναν πλούτο κοιτασμάτων ορυκτών πρώτων υλών, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων σπάνιων γαιών.
Σύμφωνα με τον Σύνδεσμο Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων (ΣΜΕ), στην Ελλάδα υπάρχει περίπου το 10% των κρίσιμων πρώτων υλών της ΕΕ, με τη λίστα συνεχώς να διευρύνεται και με νέα κοιτάσματα. Επενδύοντας λοιπόν στους δικούς της πόρους και λειτουργώντας ως πύλη προς την υπόλοιπη Ευρώπη, η Ελλάδα μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ενεργειακή μετάβαση της ΕΕ.
Ένα σημαντικό ποσοστό του ορυκτού πλούτου της χώρας εντοπίζεται στη Βόρεια Ελλάδα, και συγκεκριμένα στη ΒΑ Χαλκιδική, όπου η αξία των συνολικών αποθεμάτων αποτιμάται στα 72 δισ. ευρώ. Ενδεικτικά, στα Μεταλλεία Κασσάνδρας που λειτουργεί και αναπτύσσει η εταιρεία Ελληνικός Χρυσός και συγκεκριμένα, στο παγκοσμίου κλάσης πορφυριτικό κοίτασμα στις Σκουριές υπάρχουν βεβαιωμένα αποθέματα 740.000 τόνων χαλκού και 3,6 εκατ. ουγκιών χρυσού.
Το υπερσύγχρονο μεταλλείο των Σκουριών, το οποίο βρίσκεται σήμερα ολοκληρωμένο κατά το ήμισυ και του οποίου η κατασκευή πρόκειται πολύ σύντομα να επανεκκινήσει, εκτιμάται ότι κατά τη διάρκεια ζωής του (~20 έτη) θα παράγει κατά μέσο όρο 140.000 ουγγιές χρυσού και 67 εκατομμύρια λίβρες χαλκού σε ετήσια βάση, δημιουργώντας τις κατάλληλες προϋποθέσεις για περαιτέρω ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Επομένως, οι Σκουριές θα αποτελέσουν μια νέα πηγή εφοδιασμού για την ευρωπαϊκή βιομηχανία και θα συνεισφέρουν στην αυτάρκεια και την ανθεκτικότητα της ευρωπαϊκής εφοδιαστικής αλυσίδας σε κρίσιμες πρώτες ύλες, όπως ο χαλκός. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι το έργο των Σκουριών θα διαδραματίσει ένα καίριο ρόλο στην πράσινη ενεργειακή μετάβαση της Ευρώπης, θέτοντας παράλληλα τις βάσεις, ώστε η Ελλάδα να διεκδικεί μια από τις πρώτες θέσεις στην παραγωγή χρυσού στην Ευρώπη.
Παράλληλα, η πλήρης ανάπτυξη των Μεταλλείων Κασσάνδρας θα αποφέρει σημαντικά οφέλη τόσο σε εθνικό όσο και σε τοπικό επίπεδο, καθώς προβλέπεται η δημιουργία συνολικά 5.000 άμεσων και έμμεσων θέσεων εργασίας, καθώς και φορολογικά έσοδα για το Ελληνικό Δημόσιο άνω των 2 δισ. δολαρίων από φόρους και εισφορές. Παράλληλα, εκτιμάται πως η αξία αγορών προς Έλληνες προμηθευτές θα είναι άνω των 4 δισ. δολαρίων, ενώ κατά τη διάρκεια ζωής των μεταλλείων θα επενδυθούν 80 εκατ. δολάρια σε προγράμματα εταιρικής υπευθυνότητας για την ανάπτυξη προγραμμάτων και την υλοποίηση αναπτυξιακών έργων που θα ωφελήσουν αποκλειστικά την τοπική οικονομία και θα συμβάλουν στην μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της περιοχής.