Τίποτα δεν αρέσει περισσότερο στο γαλλικό κατεστημένο από την υπογράμμιση ότι η Γαλλία είναι μια «μεγάλη δύναμη» που μπορεί να έχει αυτόνομη παρουσία και στρατηγική στο διεθνές πεδίο και δεν ταυτίζεται με τις ΗΠΑ ούτε είναι υποτελής προς την πολιτική τους.
Ας μην ξεχνάμε ότι σε μεγάλο βαθμό οι γεωπολιτικές επιλογές της Γαλλίας, από την προσπάθειά της – αποτυχημένη όπως αποδείχτηκε – να διατηρήσει μέρος της αποικιακής αυτοκρατορίας, έως την ανάπτυξη των δικών της πυρηνικών όπλων, αυτό προσπάθησε να εξυπηρετήσει. Αυτό, άλλωστε, και η άρνηση υποστήριξης στην αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003.
Βεβαίως ο πόλεμος στην Ουκρανία οδήγησε τη Γαλλία σε μια αναγκαστική συμπόρευση με τη «Συλλογική Δύση» και τις επιλογές ολόπλευρης στήριξης της ουκρανικής πλευράς, όμως το αντανακλαστικό ότι η Γαλλία είναι μια σημαντική δύναμη, που κινείται αυτοτελώς και με βάση το δικό της σχεδιασμό και μπορεί να πάρει πρωτοβουλίες.
Σε αυτό φαίνεται ότι επένδυσε ο Σι Τζινπίνγκ στην «επίθεση γοητείας» προς τον Εμανουέλ Μακρόν κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του τελευταίου στο Πεκίνο, μια επίσκεψη στην οποία συμμετείχε και η Πρόεδρος της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αν και δεν συμμετείχε σε όλες τις συζητήσεις.
Η ειδική μεταχείριση
Σε σχέση με την επίσκεψη Μακρόν, η κινεζική πλευρά οργάνωσε μια ιδιαίτερα θερμή υποδοχή και μια εντυπωσιακή επίδειξη φιλοξενίας. Αυτό φάνηκε και στην επίσκεψη σε μια τελετή κινέζικου τσαγιού, στην Γκουανγκζού, στην πόλη όπου που έμενε ο πατέρας του Σι και που είναι ταυτόχρονα η πρωτεύουσα της περιφέρειας της Γκουαντόνγκ που είναι μία από τις μεγάλες ατμομηχανές της κινεζικής οικονομικής ανάπτυξης.
Σημειώνουμε ότι τέτοια διαβήματα προς ξένους ηγέτες και τέτοιες μορφές φιλοξενίας δεν είναι συνηθισμένες στην Κίνα, όμως είναι εμφανές ότι η κινεζική ηγεσία ήθελε να υπογραμμίσει με κάθε τρόπο ότι επιθυμεί καλές σχέσεις με τη Γαλλία, ιδίως από τη στιγμή που αισθάνεται ότι οι ΗΠΑ προετοιμάζουν την πρακτικές περικύκλωσης και πολύ μεγάλης πίεσης σε βάρος της.
Το ίδιο το γεγονός της έμμεσης προτροπής προς μεγαλύτερη απόσταση από τις ΗΠΑ απευθυνόταν σε αυτό το βαθιά ριζωμένο αντανακλαστικό της γαλλικής διπλωματίας που ιστορικά επέμεινε στο ότι η Γαλλία μπορούσε να έχει ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική και ακόμη και να αποτελέσει εναλλακτικό πόλο απέναντι στην αντιπαράθεση Ρωσίας και ΗΠΑ.
Και βεβαίως από τη μεριά της η Κίνα κατεξοχήν επιδιώκει να αντιμετωπίζεται με σεβασμό, κάτι στο οποίο αναφέρθηκε και ο ίδιος ο Εμανουέλ Μακρόν κατά την επίσκεψη. Η Κίνα επιμένει ότι πρέπει οι δυτικές χώρες να αντιληφθούν ότι δεν μπορούν σε ορισμένα πράγματα να λένε σε άλλες χώρες τι να κάνουν, αλλά, αντιθέτως, αυτό που χρειάζεται είναι αμοιβαίος σεβασμός.
Η Κίνα επιμένει ότι το Ουκρανικό δεν μπορεί να είναι εμπόδιο στις σχέσεις Ευρώπης και ΕΕ
Η Κίνα φαίνεται ότι κάνει την εκτίμηση ότι οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν το κόστος που έχει γι’ αυτές η παράταση του πολέμου στην Ουκρανία και αυτό τις κάνει να αντιμετωπίζουν με πιο θετικό τρόπο τον Κινεζικό «οδικό χάρτη» για την ειρήνη στην Ουκρανία. Γι’ αυτό εκτίμησαν ότι οι ευρωπαίοι δεν αντιμετώπισαν την κινεζική πρόταση με απορριπτικό τρόπο όπως οι αμερικανοί.
Ουσιαστικά αυτό που προτείνει προς την ευρωπαϊκή πλευρά είναι ότι σε μια εποχή που γίνονται πολύ μεγάλες αλλαγές, «που δεν είχαν γίνει τα προηγούμενα 100 χρόνια», κατά μια χαρακτηριστικό πρόσφατη αποστροφή του Σι κατά την επίσκεψή του στη Μόσχα, η Ευρώπη πρέπει να καταλάβει ότι είναι σε μια ιστορική καμπή. Και αυτό σημαίνει ότι για τους Κινέζους οι ευρωπαίοι πρέπει να διαλέξουν την σύμπλευση και τη συνεργασία με την Κίνα και να μην αφήσουν τις «εξωτερικές παρεμβάσεις» να υπονομεύσουν αυτή τη σχέση.
Η Ευρώπη δεν θέλει ρήξη με την Κίνα
Την ώρα που οι ΗΠΑ έχουν δείξει ότι παρ’ όλη τη μεγάλη αλληλεξάρτηση της οικονομίας τους με την κινεζική, είναι διατεθειμένες να προχωρήσουν σε πρακτικές «αποσύνδεσης», στο πλαίσιο της συνολικότερης στροφής τους προς την αντιμετώπιση της Κίνας ως βασικού στρατηγικού ανταγωνιστή, οι Ευρωπαίοι έχουν επιλέξει μια διαφορετική κατεύθυνση, που επιμένει στη διατήρηση σημαντικών οικονομικών σχέσεων. Αυτό φάνηκε και κατά την επίσκεψη του Γερμανού καγκελαρίου Όλαφ Σολτς στο Πεκίνο.
Ο Εμανουέλ Μακρόν επίσης πήγε στην Κίνα διατεθειμένος να διευρύνει τις οικονομικές σχέσεις των δύο χωρών. Άλλωστε, συνοδευόταν από εκπροσώπους των μεγάλων γαλλικών εταιρειών και φαίνεται ότι υπογράφηκαν σημαντικές συμφωνίες.
H Airbus υπέγραψε μια συμφωνία για να κατασκευάσει μια νέα γραμμή συναρμολόγησης στην Τιαντζίν, διπλασιάζοντας την παραγωγική της δυνατότητα στην Κίνα και κερδίζοντας την έγκριση για 160 παραγγελίες αεροσκαφών, τα περισσότερο Α320neo.
Η Alstom υπέγραψε μια συμφωνία για να κατασκευάσει ένα μετρό στην Τσενγκντού, ενώ ο εξειδικευμένος στα εμπορευματοκιβώτια ναυτιλιακός όμιλος CMA CGM συμφώνησε να δουλέψει πάνω στα βιοκαύσιμα με έναν κινεζικό όμιλο και το λιμάνι της Σαγκάης.
Τα ευρωπαϊκά διλήμματα
Ανεξαρτήτως της αποτελεσματικότητάς της, η «επίθεση γοητείας» αγγίζει πραγματικές ευαίσθητες χορδές στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, ιδίως της «παλιάς» Ευρώπης, μια που οι περισσότερες χώρες της διεύρυνσης επιδιώκουν κυρίως μεγαλύτερη συστράτευση με τις ΗΠΑ και ακόμη μεγαλύτερη εμπλοκή στον πόλεμο. Και αυτό γιατί η επίγνωση ότι ο αμερικανικός σχεδιασμός δεν αποσκοπεί μόνο στην ενίσχυση της Ουκρανίας αλλά και στη συνολικότερη συστράτευση με το πώς οι ΗΠΑ πλέον ιεραρχούν τους αντιπάλους, προκαλεί αμηχανία έως και ανησυχία στην Ευρώπη που βλέπει έναν ορίζοντα όπου οι νέες γεωπολιτικές διαιρέσεις θα μετατρέπονται και όλο μεγαλύτερο οικονομικό και κοινωνικό κόστος για τα ευρωπαϊκά κράτη.