Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ξεδιπλώνοντας τη στρατηγική του ανάλυση για τις κάλπες αποσαφήνισε πως αντιλαμβάνεται το πλαίσιο των συνεργασιών αν το βράδυ της 21ης Μαΐου βγαίνουν τα «κουκιά», δηλαδή οι έδρες.
Όχι Τσίπρα σε κυβέρνηση ηττημένων
Αφενός, απορρίπτει κατηγορηματικά για πολλοστή φορά το σενάριο «κυβέρνησης ηττημένων». Αποκλείει το σενάριο δηλαδή να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ δεύτερο κόμμα και εφόσον μαζί με το ΠΑΣΟΚ, το MεΡΑ25 συγκεντρώνουν 151 έδρες ή μπορούν να σχηματίσουν κυβέρνηση ανοχής να αναλάβει την διακυβέρνηση της χώρας, ακόμη και εάν το κόμμα του είναι οριακά δεύτερο. «Εδώ δεν κάνουμε μπακαλική. Εδώ λέμε ότι είναι ζήτημα και πολιτικής αλλά και ηθικής νομιμοποίησης. Οι πολίτες πρέπει να γνωρίζουν. Αν θέλουμε να έχουμε πολιτική αλλαγή στον τόπο, αυτό μπορεί να συμβεί μόνο με έναν τρόπο: Να ηττηθεί η Νέα Δημοκρατία του κ. Μητσοτάκη. Και ήττα της Νέας Δημοκρατίας τι σημαίνει; Νίκη του ΣΥΡΙΖΑ σημαίνει. Άρα, προϋπόθεση, να το πω διαφορετικά για την πολιτική αλλαγή και την προοδευτική διακυβέρνηση, είναι η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές που έχουμε μπροστά μας. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος» είπε ο κ. Τσίπρας μιλώνταςστο STAR και τη Μάρα Ζαχαρέα.
Αφετέρου, θέτει ως στόχο για την δημιουργία μιας προοδευτικής κυβέρνησης ως απαράβατη προϋπόθεση να είναι πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ.
Τούτο σημαίνει ότι ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ ρεαλιστικά προσεγγίζει την εκλογική μάχη της πρώτης Κυριακής, καθώς γνωρίζει – όπως και όλα τα κόμματα- ότι ουδείς μπορεί να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Το ελάχιστο ποσοστό που απαιτείται για τον σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης είναι 45,2% και με προϋποθεση το άθροισμα των ποοσοστών των κομμάτων εκτός Βουλής να προσεγγίζει το 10%. Όσο μικρότερο είναι αυτό το ποσοστό τόσο ανεβαίνει ο πήχης της αυτοδυναμίας.
Οι μυλόπετρες του δικομματισμού
Και τι θα συμβεί εάν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρώτο κόμμα;
Ο κ. Τσίπρας εκτιμά ότι τότε το ΠΑΣΟΚ και το ΜεΡΑ25 θα επανακαθορίσουν την στρατηγική τους καθώς οι δεύτερες εκλογές μπορεί να μειώσουν την απήχησή τους και την εκπροσώπησή τους στη Βουλή. Θα συμπιεστούν μεταξύ των μεγάλων είπε, με απόλυτη σαφήνεια. «Αν λοιπόν υπάρχει αυτή η εκδοχή, πιστεύετε ότι δεν έχει αίσθημα αυτοσυντήρησης ο κ. Βαρουφάκης ή ο κ. Ανδρουλάκης και θα θελήσουν να πάνε σε δεύτερες εκλογές όπου θα συρρικνωθούν στη μυλόπετρα των δυο μεγάλων κομμάτων; Οι δεύτερες εκλογές με ενισχυμένη αναλογική θα είναι δημοψήφισμα ουσιαστικά, θα είναι μια σύγκρουση ανάμεσα σε δύο. Για ποιο λόγο να το δεχθούν;» είπε. Και αυτό το δίλημμα είναι υπαρκτό καθώς μπορεί ο κ. Βαρουφάκης είναι πιθανόν να περιοριστεί κάτω του 3% στις δεύτερες εκλογές και το ΠΑΣΟΚ να μειώσει τις έδρες του.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, πάντως δεν αποδέχεται το βέτο του κ. Ανδρουλάκη να μην είναι πρωθυπουργός ο ίδιος σε περίπτωση κυβέρνησης συνεργασίας.
Η κυβέρνηση ανοχής
Ο κ. Τσίπρας έφερε στο τραπέζι του δημόσιου διαλόγου την ιδέα της κυβέρνησης ανοχής, κάτι που ίσως ξεπερνά και το βέτο του κ. Ανδρουλάκη και την αρχική κάθετη άρνηση του κ. Βαρουφάκη για κυβέρνηση συνεργασίας. Είπε χαρακτηριστικά «δεν γνωρίζω ποιοι θα είναι οι συσχετισμοί της κάλπης για το αν απαιτείται ή δεν απαιτείται η συνεισφορά όλων των προοδευτικών κομμάτων, και του κ. Βαρουφάκη, ακόμη και του Κομμουνιστικού Κόμματος. Όμως υπάρχουν δυο εκδοχές. Υπάρχει η εκδοχή της συμμετοχής σ’ ένα κυβερνητικό σχήμα, υπάρχει η εκδοχή της ανοχής, της στήριξης μιας κυβέρνησης προκειμένου να γίνει πράξη η πολιτική αλλαγή και να μην πάμε σε δεύτερες και τρίτες εκλογές, υπάρχουν πολλές εναλλακτικές εκδοχές. Και για τον κ. Βαρουφάκη. Την επόμενη των εκλογών, θα ισχύει αυτό το δίλημμα το οποίο σας έθεσα».
Τι σημαίνει κυβέρνηση ανοχής
Όλα προβλέπονται στα άρθρα 37 και 84 του Συντάγματος.
Σε περίπτωση που κανένα κόμμα δεν διαθέτει την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας οφείλει να αναθέσει διερευνητική εντολή στον αρχηγό του πρώτου σε δύναμη εδρών κόμματος, αυτού δηλαδή που κατέχει τη σχετική κοινοβουλευτική πλειοψηφία (άρθρο 37 παρ. 2 εδ β΄).
Αν η εντολή δεν τελεσφορήσει, δεν σταθεί δηλαδή δυνατό, κατόπιν των σχετικών συνεννοήσεων μεταξύ των αρχηγών των κομμάτων, να μετατραπεί σε εντολή σχηματισμού Κυβέρνησης, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα αναθέσει τη διερευνητική εντολή στον αρχηγό του δεύτερου σε δύναμη εδρών κόμματος και, σε περίπτωση νέας αδυναμίας σχηματισμού Κυβέρνησης, στον αρχηγό του τρίτου κόμματος (άρθρο 37 παρ. 3 εδ. α΄).
Για να διαπιστωθεί από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας η δυνατότητα σχηματισμού Κυβέρνησης θα πρέπει να προκύπτει σαφώς από τις δημόσιες δηλώσεις των κομμάτων ή και βουλευτών ότι η κυβέρνηση είναι σε θέση να λάβει την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής.
Για να λάβει η κυβέρνηση, την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής, πρέπει, μέσα σε 15 ημέρες από την ορκωμοσία του Πρωθυπουργού (άρθρο 84 παρ. 1 ), να συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, η οποία όμως δεν πρέπει να είναι κατώτερη από τα δύο πέμπτα του όλου αριθμού τους (120 βουλευτές, άρθρο 84 παρ. 6). Σε μια τέτοια περίπτωση, η οποία είναι δυνατή δια της «ανοχής» ο σχηματισμός κυβέρνησης, δηλαδή με την απουσία βουλευτών από την ψηφοφορία, προκύπτει η κυβέρνηση ανοχής ή με πολιτικούς όρους κυβέρνηση μειοψηφίας.
Σε κάθε περίπτωση για τον ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν ιδανικό να συγκεντρώσει 120 βουλευτές και το ΠΑΣΟΚ άνω των 31 για να σχηματιστεί κυβέρνηση ανοχής για να συγκεντρώσει 120 βουλευτές στην ψήφο εμπιστοσύνης και ενώ το σύνολο του ΠΑΣΟΚ θα πρέπει να απέχει. Το σενάριο δεν είναι απίθανο αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρώτο κόμμα λάβει άνω του 33% και δεν μπει στη Βουλή το ακροδεξιό κόμμα του Ηλία Κασιδιάρη ή οποιοδήποτε μόρφωμα του. Προϋπόθεση φαίνεται πως είναι να μπουν στη Βουλή 6 και όχι 7 κόμματα.
Ή διαφορετικά, το σύνολο των εδρών ΣΥΡΙΖΑ , ΠΑΣΟΚ και ΜεΡΑ25 να ξεπερνούν τις 151, καθώς το ΚΚΕ παραδοσιακά με εξαίρεση το 1990 δεν μετέχει σε τέτοιες κυβερνήσεις ή δεν συμφωνεί με την ανοχή. Στο κυβερνητικό σχήμα μπορεί να μην μετέχουν ΠΑΣΟΚ και ΜεΡΑ25. Όμως, θα έχουν δεσμευτεί ότι θα απέχουν από τις ψηφοφορίες στη Βουλή και σε νομοσχέδια που διαφωνούν αλλά και να μην καταψηφίσουν την κυβέρνηση. Προφανώς, μια τέτοια κυβέρνηση έχει χαρακτηριστικά αστάθειας και δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί μακράς πνοής.
Επίσης, όταν, αντίθετα, θέτει θέμα εμπιστοσύνης η αντιπολίτευση (με πρόταση δυσπιστίας από τουλάχιστον 50 βουλευτές) απαιτείται η απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των βουλευτών (151) για να πέσει η κυβέρνηση.
Ποιος κυβερνά μέχρι τις δεύτερες εκλογές
Εάν δεν προκύψει κυβέρνηση, αποτύχουν οι διερευνητικές εντολές και επιβεβαιωθεί, σύμφωνα με το άρθρο 37 παρ. 3 εδ. γ΄, ενώπιον της Προέδρου της Δημοκρατίας, σε σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών, η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης, τότε το Σύνταγμα προβλέπει νέες βουλευτικές εκλογές. Αυτές θα τις διενεργήσει, είτε μια «οικουμενική» Κυβέρνηση, στον σχηματισμό της οποίας πρέπει να συναινέσουν όλα τα κόμματα της Βουλής, είτε, σε περίπτωση που αυτό δεν καταστεί εφικτό, μια «υπηρεσιακή» Κυβέρνηση ευρύτερης αποδοχής, με Πρωθυπουργό τον Πρόεδρο ενός από τα τρία ανώτατα δικαστήρια της χώρας (Συμβούλιο της Επικρατείας, Άρειος Πάγος, Ελεγκτικό Συνέδριο). Στόχος της κυβέρνησης αυτής είναι η ομαλή διεξαγωγή των εκλογών και η διεκπεραιωτική συνέχεια του κράτους και όχι να ασκήσει πολιτική.